Όταν οι Γκρίζοι Λύκοι έμπηξαν τα δόντια τους στον Τάσο Ισαάκ και τον Σολωμό Σολωμού
Βρείτε μας στο

Ένα χτύπημα στα πλευρά. Έπειτα, στο κεφάλι, στους ώμους, στο πρόσωπο, στα πόδια. Αμέτρητα χτυπήματα, αλλεπάλληλα σε όλο του το κορμί μέχρι που το σώμα του αδυνατεί να πάρει την επόμενη ανάσα. Ξεψυχάει εκεί, στην «ταιριαστή» από άποψη ονομασίας, νεκρή ζώνη της Αμμοχώστου.

Πριν από 22 χρόνια το αποκρουστικό ουρλιαχτό των Γκρίζων Λύκων τρύπησε τ’ αυτιά των πάντων, μέχρις ότου ν’ ακουστεί ο επιθανάτιος ρόγχος του Τάσου Ισαάκ.

Το τυφλό μίσος είχε, γι’ ακόμα μία φορά, νικήσει.

Όταν οι Γκρίζοι Λύκοι έμπηξαν τα δόντια τους στον Τάσο Ισαάκ και τον Σολωμό Σολωμού

Η αρχή του ερεβώδους τέλους

Στα τέλη του 1995 η (νεοσύστατη τότε) Κυπριακή Ομοσπονδία αποφασίζει να πραγματοποιήσει αντικατοχική πορεία που θα ξεκινάει από το Βερολίνο και θα τερματίζει στην Κερύνια. Με τα χρήματα που συγκεντρώθηκαν- κατόπιν εράνου- μέχρι τα τέλη Ιουλίου της επόμενης χρονιάς, οι Κύπριοι μοτοσικλετιστές μεταβαίνουν στη Γερμανία, εκεί όπου συναντώνται μ’ αρκετούς ακόμη απ’ όλη την Ευρώπη.

Στις 2 Αυγούστου του 1996, λοιπόν, οι μηχανές παίρνουν μπροστά και με σημείο εκκίνησης τις πύλες του Βρανδεμβούργου φτάνουν, μετά από 8 ημέρες και διαδρομή μεγαλύτερη των 2.500 χιλιομέτρων, στο Λιμάνι της Λεμεσού στις 10/8.

Όταν οι Γκρίζοι Λύκοι έμπηξαν τα δόντια τους στον Τάσο Ισαάκ και τον Σολωμό Σολωμού

Την επομένη, οι 7 χιλιάδες μοτοσικλετιστές θα ξεκινούσαν για την Κερύνεια.

Μαζί τους, χωρίς να το γνωρίζουν εκείνη τη στιγμή, θα καβαλούσε τη δική του μηχανή και θα ξεχυνόταν στο κατόπι τους και κάποιος άλλος.

Δυστυχώς για τον Ισαάκ, αυτός ο άλλος ήταν ο Θάνατος.

«Ερχόμαστε ειρηνικά», όμως…

Με την ανησυχία ν’ αυξάνεται με κάθε χιλιόμετρο που «κατάπιναν» οι ρόδες των μηχανών στην πορεία τους, ο πρόεδρος της κυπριακής δημοκρατίας, ο Γλαύκος Κληρίδης, συναντάται με το Συμβούλιο των μοτοσικλετιστών και αποφασίζεται να ματαιωθεί η πορεία, καθώς η Κύπρος- σύμφωνα με τα λεγόμενα του Κληρίδη- θα κινδύνευε από πιθανή προέλαση των Τούρκων.

Όταν οι Γκρίζοι Λύκοι έμπηξαν τα δόντια τους στον Τάσο Ισαάκ και τον Σολωμό Σολωμού

Κάπως έτσι, η οργανωμένη πορεία- τα μέλη της οποίας είχαν δηλώσει την πρόθεσή τους να προελάσουν ειρηνικά και να μην συγκρουστούν με την Αστυνομία και τα Ενωμένα Έθνη- μετατρέπεται αυτοστιγμεί σ’ ένα ανεξέλεγκτο δίτροχο χάος, του οποίου το φινάλε ουδείς μπορεί να γνωρίζει.

Ουδείς, δηλαδή, εκτός από τον μαυροφορεμένο άντρα που συνεχίζει ν’ ακολουθεί τούτη την ιδιόμορφη πομπή.

Η ώρα της σύγκρουσης

Όπως αναμενόταν, η κατάσταση ξεφεύγει εντελώς και τα πρώτα επεισόδια σημειώνονται στην Λευκωσία. Οι διαδηλωτές περνούν στην νεκρή ζώνη, με τις κατοχικές δυνάμεις ν’ ανάβουν φωτιές προκειμένου να τους απομακρύνουν.

Στη Δερύνεια τα πράγματα είναι απείρως χειρότερα: ένοπλοι στρατιώτες, Τούρκοι και Τουρκοκύπριοι αντιδιαδηλωτές και μεγάλες δυνάμεις των Γκρίζων Λύκων «υποδέχονται» τους μοτοσικλετιστές, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει ένα είδος πολέμου.

Για την ώρα, ο Τάσος Ισαάκ είναι ακόμα ζωντανός.

Για την ώρα, όμως.

Ο μαυροντυμένος άντρας

Ένας Ελληνοκύπριος βρίσκεται στο έδαφος, καθώς έχει δεχτεί επίθεση. Ο Ισαάκ τρέχει να τον βοηθήσει, όμως πέφτει αυτός κάτω κι έπειτα ακολουθεί μια αποτρόπαιη βροχή από λοστούς, πέτρες και ρόπαλα, τα οποία στα χέρια των Γκρίζων Λύκων μετατρέπονται στα όπλα του επερχόμενου εγκλήματος.

Ο άτυχος 24χρονος, ανήμπορος ν’ αντιδράσει, δέχεται τα χτυπήματα ξανά και ξανά και ξανά. Εκεί, στο χώμα, ενόσω παλεύει να προστατεύσει τον εαυτό του αφήνει την τελευταία του πνοή.

Μια άνιση, για τον ίδιο, «μάχη» φτάνει στο τέλος της με τον χειρότερο τρόπο.

Δυστυχώς, ο Τάσος είναι νεκρός.

«Πατριωτισμός είναι όταν η αγάπη για τους δικούς σου ανθρώπους έρχεται πρώτη. Εθνικισμός είναι όταν το μίσος για τους άλλους έρχεται πρώτο»

Πολλοί στέκονται στο γεγονός πως τα μέλη των ειρηνευτικών δυνάμεων του ΟΗΕ, τα οποία ήταν παρόντα στην σκηνή της δολοφονίας του Ισαάκ, επέλεξαν να μην επέμβουν. Άλλοι τονίζουν πως όλο αυτό θα μπορούσε να έχει αποφευχθεί, αν η «επίσημη» πορεία δεν διαλυόταν και η κατάσταση δεν ξέφευγε. Κάποιοι τρίτοι αναφέρονται στον Μεχμέτ Αρσλάν- τον αρχηγό του παραρτήματος των Γκρίζων Λύκων στα κατεχόμενα και φερόμενο ως ενορχηστρωτή της επίθεσης.

Αυτό που δεν αλλάζει, ωστόσο, είναι πως ένας 24χρονος άντρας- του οποίου, μάλιστα, η γυναίκα ήταν έγκυος στο πρώτο τους παιδί- έχασε τη ζωή του και το άψυχο κορμί του μεταφέρθηκε στο νοσοκομείο στο Παραλίμνι.

Σα να μην έφτανε αυτό, 3 μέρες αργότερα, τα πράγματα έγιναν απείρως χειρότερα: λίγο μετά την κηδεία του Ισαάκ διαδηλωτές κατευθύνθηκαν προς το οδόφραγμα της Δερύνειας για να καταθέσουν στεφάνια και λουλούδια στον χώρο που δολοφονήθηκε ο Ελληνοκύπριος.

Σε μια ανύποπτη στιγμή, ο Σολωμός Σολωμού (2ος ξάδερφος του Ισαάκ) ξέφυγε από τους Κυανόκρανους και περνώντας στην νεκρή ζώνη προσπάθησε ν’ ανέβει σ’ έναν ιστό και να κατεβάσει μια τουρκική σημαία.

Αμέσως οι Τούρκοι ελεύθεροι σκοπευτές από το απέναντι φυλάκιο άρχισαν να τον πυροβολούν, με αποτέλεσμα μια σφαίρα που δέχτηκε ο Σολωμός στον λαιμό του ν’ αποβεί μοιραία: ο ξάδερφος του Ισαάκ, μόλις στα 26 του χρόνια, σκοτώθηκε και αυτός.

Οι δράστες και των δύο δολοφονιών βρέθηκαν και εξεδόθησαν διεθνή εντάλματα σύλληψής τους, χωρίς, ωστόσο, να συλληφθεί κανένας εξ αυτών.

Κάπως έτσι, μια ειρηνική, υποτίθεται, διαδήλωση μοτοσικλετιστών ολοκληρώθηκε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο.

Το αίμα νίκησε.

Το μίσος νίκησε.

Και το μόνο που έμεινε πίσω όταν κατακάθισε η κόκκινη σκόνη ήταν ένα ακόμα «Δεν ξεχνώ».