Όποιος θέλει να νικήσει τον φασισμό πρέπει πρώτα να τον καταλάβει...
Βρείτε μας στο
Πολιτική

Όποιος θέλει να νικήσει τον φασισμό πρέπει πρώτα να τον καταλάβει…

Ο Κασιδιάρης πρωταγωνίστησε για μια ακόμα φορά σε ένα βίαιο περιστατικό αλλά αντίθετα με το παρελθόν πλέον αυτό αντιμετωπίζεται ως κάτι απλό και καθημερινό.

Η ομαλότητα των διαδικασιών και οι αστικές ευγένειες που καθορίζουν την καθημερινότητα στη Βουλή διακόπηκαν απότομα όταν ο βουλευτής της Χρυσής Αυγής, Ηλίας Κασιδιάρης γρονθοκόπησε τον βουλευτή της Νέας Δημοκρατίας, Νίκο Δένδια μπροστά στα μάτια όλης της Ελλάδας.

Για την ακρίβεια, το περιστατικό δεν έγινε και ακριβώς μπροστά στα μάτια όλης της Ελλάδας καθότι ο σκηνοθέτης που κατέγραφε την διαδικασία της Βουλής το έχασε και έτσι το καταλάβαμε όλοι από τα συμφραζόμενα και φυσικά τις μαρτυρίες των υπόλοιπων βουλευτών που ήταν εκείνη την ώρα στην αίθουσα.

Επρόκειτο για το δεύτερο περιστατικό βίας μέσα σε θεσμική διαδικασία σε ελάχιστο χρονικό διάστημα καθώς πριν λίγες μέρες ο Τζήμερος, εν μέσω της διεξαγωγής του περιφερειακού συμβουλίου της Αττικής, είχε γρονθοκοπήσει μια περιφερειακή σύμβουλο του ΚΚΕ.

Η πράξη αυτή του Τζήμερου είχε συγκριθεί ευθέως με την προ ετών πράξη του Κασιδιάρη, ο οποίος είχε γρονθοκοπήσει στον αέρα την Λιάνα Κανέλλη, σε ένα ήδη ιστορικό περιστατικό που καταγράφηκε on air και το οποίο υπήρξε το πρώτο μαζικό και δημόσιο δείγμα για το τι ακριβώς είναι η Χρυσή Αυγή, που τότε αποτελούσε νέο φρούτο στην επίσημη πολιτική ζωή της χώρας.

Και αν ο Τζήμερος πήρε σβάρνα τα κανάλια για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα και να τονίσει σε όλους τους τόνους πως δεν χτύπησε ποτέ μια γυναίκα αλλά αντίθετα, όλα ήταν μια σκευωρία της κακιάς αριστεράς (που προφανώς έχρισε τον Τζήμερο ως τον μεγάλο πολιτικό της αντίπαλο και έσπευσε να τον καταστρέψει με μια συνωμοσία) με τον Κασιδιάρη τα πράγματα δεν ήταν έτσι.

Ο Κασιδιάρης, όπως άλλωστε είχε κάνει και στην υπόθεση με την Κανέλλη, υπερασπίζεται την πράξη του. Το να παίζει ξύλο είναι για αυτόν μια απόλυτα νομιμοποιημένη κατάσταση. Και αυτή είναι η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στον καμουφλαρισμένο πίσω από ένα φιλελεύθερο προσωπείο φασισμό του Τζήμερου με τον ορίτζιναλ φασισμό του Κασιδιάρη: ο «πούρος» φασισμός δεν κρύβεται, δεν τηρεί τα προσχήματα.

Το εντυπωσιακό της υπόθεσης Κασιδιάρη-Δένδια είναι η αναντιστοιχία στο κοινωνικό σοκ που έχει προκαλέσει αυτή σε σχέση με την αντίστοιχη υπόθεση ανάμεσα σε Κασιδιάρη και Κανέλλη. Αν τότε όλη η Ελλάδα συζητούσε και ξανασυζητούσε εκείνη την ενέργεια του Κασιδιάρη, αν τότε ήταν ένα σοκ για τον κόσμο που μόλις ξεκινούσε να αντιλαμβάνεται τι ακριβώς ρόλο βαράνε αυτοί οι χρυσαυγίτες που μόλις είχαν μπει στη Βουλή, σήμερα τα πράγματα είναι πολύ πιο… χαλαρά: η κοινωνία πλέον δεν σοκάρεται με τον χρυσαυγιτισμό.

Όποιος θέλει να νικήσει τον φασισμό πρέπει πρώτα να τον καταλάβει...
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ Το «φυλάει» ο ψαράς με το βιβλίο: Το παραδεισένιο νησάκι του Ιονίου που πωλείται αντί 45 εκατ. ευρώ

Για αυτή την αναντιστοιχία σε επίπεδο κοινωνικής πρόσληψης υπάρχουν τρεις βασικοί λόγοι:

Πρώτον, η δύναμη της εικόνας. Το να δέρνει ένας άντρας μια γυναίκα σε live μετάδοση στην τηλεόραση είναι μια πολύ πιο δυνατή και έντονη εικόνα σε σχέση με το να υποννοείται πως ένας άντρας έδειρε έναν άλλο άντρα αλλά χωρίς να το έχει πιάσει καν η κάμερα.

Δεύτερον, ο συμβολισμός της σύγκρουσης. Όπως και να το κάνεις όταν παίζει ξύλο ανάμεσα σε Χρυσή Αυγή και ΚΚΕ είναι ένα γεγονός με πολύ στοιβαρό συμβολισμό, ξυπνάει εμφυλιοπολεμικές συλλογικές «μνήμες» σε αντίθεση με το πλακώνεται ο Κασιδιάρης με έναν δεξιό όπως ο Δένδιας.

Τρίτον, η κανονικοποίηση του φασισμού. Αυτό ακριβώς είναι το πιο σημαντικό ζήτημα από όλα και εδώ είναι που πρέπει να σταθεί ο οποιοσδήποτε τοποθετεί τον εαυτό του απέναντι (και όχι απλά μακριά…) από αυτό που πρεσβεύει πολιτικά η Χρυσή Αυγή:

Πέντε χρόνια μετά την είσοδό της στο κοινοβούλιο η Χρυσή Αυγή έχει συνδεθεί ανοιχτά με ξυλοδαρμούς και μαχαιρώματα μεταναστών, με μια δολοφονία που υπήρξε κεντρικό γεγονός για τη ζωή όλης της χώρας (αυτή του Παύλου Φύσσα), τα μέλη της τραβιούνται στα δικαστήρια και δικάζονται ή/και καταδικάζονται για πράξεις κοινού ποινικού δικαίου και παρ’ όλα αυτά η Χρυσή Αυγή συνεχίζει να είναι θεσμικός κρατικός εταίρος και με την βούλα. Γιατί συμβαίνει αυτό; Διότι για την κοινωνία όλα αυτά είναι κανονικά. Ο φασισμός και οι προεκτάσεις του είναι μια αληθινή, καθημερινή κατάσταση που όλοι την αποδέχονται ως μια ακόμα «κανονική» συνθήκη.

Όποιος θέλει να νικήσει τον φασισμό πρέπει πρώτα να τον καταλάβει...

Οι μαντεψιές μάλιστα πως τα υψηλά ποσοστά της Χρυσής Αυγής οφείλονται σε μια «παρεξήγηση», η πολυφορεμένη λογική πως οι ψηφοφόροι της είναι απλά παραπλανημένοι που μόλις καταλάβουν τι ακριβώς έχουν ψηφίσει θα διορθώσουν το λάθος τους, είναι εκτιμήσεις που έχουν πεταχτεί στον κάλαθο των αχρήστων προ πολλού. Η δολοφονία του Φύσσα έχει τελειώσει κάθε τέτοια συζήτηση άλλωστε. Όποιος συνεχίζει μετά από αυτή να στηρίζει εκλογικά την Χρυσή Αυγή στηρίζει πολύ συνειδητά ένα ναζιστικό κόμμα: περίπου 500.000 Έλληνες είναι ναζιστές.

Όσοι επιμένουν να υποστηρίζουν ότι πλέον «έπεσαν οι μάσκες» και ότι τώρα «ο λαός θα καταλάβει» βρίσκονται σε μαύρα μεσάνυχτα. Πέντε χρόνια με την Χρυσή Αυγή στην Βουλή θα έπρεπε να είναι ήδη κατανοητό: ο φασισμός, γενικά, δεν κρύβει την επιθυμία του να συγκρουσθεί με τους «καλούς τρόπους της αστικής τρυφηλότητας». Ο φασισμός έρχεται για να νομιμοποιήσει τα πιο ποταπά, τα πιο χαμηλά ένστικτα μιας φοβισμένης κοινωνίας λέγοντάς της: «μην ντρέπεσαι γι’ αυτά που σκέφτεσαι, εγώ είμαι εδώ και τα κάνω. Μισείς κρυφά τους μετανάστες; Είμαι εδώ για να τους δείρω. Σε τρομάζουν οι ράπερ που τραγουδάνε για ελευθερία και αλληλεγγύη; Είμαι εδώ για να τους μαχαιρώσω». Η Χρυσή Αυγή δεν υπάρχει στη Βουλή. Υπάρχει μέσα στην κοινωνία…

Όποιος θέλει να νικήσει τον φασισμό πρέπει πρώτα να τον καταλάβει...

Για να καταπολεμηθεί η Χρυσή Αυγή πρέπει να γίνει κατανοητό κάτι πολύ απλό ως προς την λογική αλλά όχι και τόσο εύκολο ως προς την πράξη: πως η αναβάθμιση των πιο χαμηλών και άρρωστων ενστίκτων της κοινωνίας σε πολιτική πρόταση, πολύ απλά, δεν θα γίνει ανεκτή πουθενά. Και κομμάτι αυτής της προσπάθειας είναι το να πλήττεται το επικοινωνιακό προφίλ τύπων όπως ο Κασιδιάρης.

Όχι, ο Κασιδιάρης δεν δυσφημείται όταν δέρνει και τραμπουκίζει. Αντίθετα, τότε είναι που ισχυροποιείται πολιτικά, που κάνει τους ψηφοφόρους-οπαδούς του να κραυγάζουν πανηγυρικά σαν να είναι σε γήπεδο. Ο Κασιδιάρης δυσφημείται κάθε φορά που γίνεται κατανοητό πως δεν θα εκπληρώσει τις φασιστικές ονειρώξεις των οπαδών του. Ο Κασιδιάρης δυσφημείται με βιντεάκια όπως το από κάτω: