Κοιτάξτε τον εκεί, στο βάθος του γκαράζ του- το ίδιο τελετουργικό εδώ και 30, σχεδόν, χρόνια: κουμπώνει την μπλε στολή του, τσεκάρει τα κίτρινα παπούτσια του και τα προστατευτικά του, φοράει τις ωτοασπίδες κι έπειτα το κράνος. Τα γαλάζια του μάτια λάμπουν περισσότερο από ποτέ.
Υπάρχει, βλέπετε, λόγος: σήμερα κλείνει τα 38 και είναι ακόμα «μάχιμος». Περνάει το ένα πόδι πάνω από τη Yamaha του, έπειτα χαϊδεύει απαλά το γκάζι κι έρχεται μπροστά σου- ναι, μπροστά σου.
«Έλα να πάμε μια βόλτα μαζί στην αγαπημένη μου πίστα», σου προτείνει.
«Το Μισάνο;», ρωτάς.
«Όχι- όχι. Το Μουτζέλο. Πάντοτε ήταν το Μουτζέλο…»
Έπειτα κάνει ένα νεύμα- «Ανέβα»- κι εσύ, με το υπνωτισμένο σου βλέμμα να δείχνει πως έχεις παραδοθεί ήδη στο δίτροχο μεγαλείο του, ανεβαίνεις σα μαγεμένος στην μοτοσυκλέτα του.
Και το ταξίδι ξεκινά…
Ευθεία εκκίνησης- τερματισμού: Τα πρώτα χρόνια
«Μου κόλλησε το μικρόβιο ο πατέρας μου, ο Γκρατσιάνο. Ήταν, ξέρεις, κι αυτός οδηγός μηχανών- αρκετά καλός μάλιστα, χωρίς, ωστόσο, να έχει ουρανόμηκες άστρο. Παρά το γεγονός πως το 1982 είχε μία πτώση στην Ίμολα που τον άφησε σε κώμα για 2 σχεδόν μέρες, ουδέποτε με απέτρεψε από το να τρέξω σε αγώνες.
Έτσι, ξεκίνησα σε ηλικία πέντε ετών τα καρτ και στα 11 μου ήμουν ήδη πρωταθλητής περιφέρειας. Έπειτα, όμως, επειδή το συγκεκριμένο σπορ ήταν πολύ ακριβό για την τσέπη των δικών μου, αναγκάστηκα να το γυρίσω στο minimoto.
Ήταν έρωτας με την πρώτη ματιά…»
«Μα, Βαλεντίνο», τολμάτε να πείτε, «Νόμιζα πως όλοι οι Ιταλοί θέλετε να γίνετε ποδοσφαιριστές».
Ανασηκώνει ελαφρά το τζαμάκι του κράνους του και βλέπεις πως μειδιά.
«Όχι αν έχεις μεγαλώσει στο Πεζάρο. Όχι στο Πεζάρο…»
Στροφές Luco-Poggio Secco– Materassi: Σβήνουν τα κόκκινα φώτα
«Ξέρεις, θα μπορούσα να είχα καταλήξει στη Φόρμουλα 1. Είχα ταλέντο στους 4 τροχούς κι έψαχνα απελπισμένα τρόπο να «χωθώ» στο ευρωπαϊκό πρωτάθλημα καρτ. Ευτυχώς για μένα δεν είχα τους απαραίτητος χορηγούς κι ο πατέρας μου δεν ήταν ακριβώς η επιτομή του κροίσου.
Έτσι, αφοσιώθηκα στο minimoto. Σταδιακά άρχισα να δείχνω τις δυνατότητές μου και το 1993 μου δόθηκε η ευκαιρία να οδηγήσω μια Caviga Mito 125 κυβικών για το ιταλικό «παρασκευαστικό» πρωτάθλημα.
Θέλεις να μάθεις τι έκανα στις ελεύθερες δοκιμές; Ούτε 100 μέτρα μετά την έξοδό μου από το pit lane, έπεσα και διέλυσα τη μηχανή».
«Μα… Μα νόμιζα ότι ήσουν αληθινά καλός», παρεμβαίνεις.
«Μη βιάζεσαι», σου λέει. «Ήμουν. Κι εδώ που τα λέμε, ακόμα είμαι».
Borgo San Lorenzo– Casanova: Το άστρο ανατέλλει
«Το 1996 η Aprilia, ερωτευμένη ούσα με το στυλ οδήγησής μου, μού έδωσε την ευκαιρία ν’ αγωνιστώ στο παγκόσμιο πρωτάθλημα των 125 κυβικών.
Την πρώτη μου σεζόν, ωστόσο, για κάποιον ανεξήγητο λόγο η άσφαλτος με καλούσε σαν άλλη Σειρήνα κι εγώ, αδυνατώντας ν’ αντισταθώ στα θέλγητρά της, έπεφτα ξανά και ξανά από την μοτοσυκλέτα μου για να βρεθώ στην αγκαλιά της. Συνολικά είχα 5 πτώσεις σε αγώνες, όμως εκείνο το καλοκαίρι…»
«Τι; Τι έγινε το καλοκαίρι του 1996, Βαλέ;», θέλεις να μάθεις.
«Γεύτηκα για πρώτη φορά γλυκιά σαμπάνια: κέρδισα στο Μπρνο της Τσεχίας κι έπειτα δεν κοίταξα ποτέ ξανά πίσω μου».
Savelli– Arrabbiata 1: Πιάστε με, αν μπορείτε
«Το 1997 έκανα παρατεταμένη πλάκα στους αντιπάλους μου: 11 νίκες σε σύνολο 15 αγώνων και το πρώτο μου παγκόσμιο πρωτάθλημα ήταν, πλέον, γεγονός.
Το 1998 η Aprilia με προβίβασε στα 250 κυβικά. Την παρθενική μου σεζόν εκεί άγγιξα τον τίτλο, όμως ο Λόρις Καπιρόσι ήταν ελαφρώς καλύτερος και στο τέλος με κέρδισε.
Την επόμενη σεζόν, ωστόσο, δε χαρίστηκα σε κανέναν: 9 νίκες, πρωταθλητής και στα 250 cc και το ταξίδι προς τον ουρανό συνεχιζόταν. Δε φοβόμουν μην πλησιάσω πολύ κοντά στον ήλιο και καούν τα μηχανοκίνητα φτερά μου. Ήμουν, εκείνη την περίοδο, το μέλλον που είχε προσγειωθεί μ’ εκκωφαντικό τρόπο στο παρόν.
Πες μου, είσαι άνετα εκεί πίσω;».
«Ναι», απαντάς.
«Ωραία. Κρατήσου λίγο πιο σφιχτά τώρα. Θ’ ανοίξω το γκάζι μέχρι τέλους».
Arrabiata 2-Scarperia: Ο «Γιατρός»
«Μιλένιουμ- με βρήκε στη μεγάλη κατηγορία, αυτήν των 500 κυβικών. Η Honda μου έδωσε την ευκαιρία ν’ αγωνιστώ στην κορωνίδα των δύο τροχών και, θέλω να πιστεύω, δεν την έκανα να χτυπάει το γεμάτο λάδια (τα οποία, όμως, δε χάνει…) κεφάλι της στον τοίχο.
Μπορεί το 2000 να πήρα μόνο 2 νίκες, όμως μετά άρχισα να χειρουργώ τους αντιπάλους μου με ακρίβεια πεπειραμένου γιατρού: το 2001, το 2002 και το 2003 στέφθηκα παγκόσμιος πρωταθλητής, χωρίς να μ’ ενοχλεί καθόλου η «μετάλλαξη» των 500 cc σε MotoGP.
Πλέον στο παλμαρέ μου είχα 5 παγκόσμια πρωταθλήματα (τα 3 εξ αυτών στη μεγάλη κατηγορία) και είχε φτάσει η στιγμή ν’ αναζητήσω νέες προκλήσεις».
«Τη Φόρμουλα 1, εννοείς;»
«Όχι- αν και η Φεράρι με ήθελε σαν τρελό κι έκανα μερικά τεστ. Εννοώ τη Yamaha.
Το αγωνιστικό μου πεπρωμένο».
Palagio- Correntaio: GOAT
«Τι κι αν άλλαξα κατασκευάστρια εταιρία; Το ταλέντο μου ήταν τέτοιο- λένε πως πέραν της προφανούς μου ικανότητας στην οδήγηση, καταλαβαίνω καλύτερα από τον καθένα πώς λειτουργεί η μοτοσυκλέτα και την «στήνω» πάντοτε ιδεατά- που με την αρωγή της σπουδαίας (αλλά όχι τόσο πολύ καλύτερης από τον ανταγωνισμό) Yamaha παρέμεινα ακόμα δύο χρονιές, το 2004 και το 2005 δηλαδή, στο θρόνο μου.
Πλέον είχα φτάσει τους 7 τίτλους στο σύνολο, ήμουν ο αδιαμφισβήτητος βασιλιάς του MotoGP και όλοι έδειχναν να πιστεύουν πως δε γίνεται να χάσω ποτέ κι από κανέναν».
«Και; Συνέχισες να κερδίζεις;», ρωτάς καθώς τον βλέπεις να κατεβάζει από 5η σε 2α και έπειτα ν’ αναπτύσσει και πάλι ταχύτητα.
«Απέδειξα ότι είμαι γήινος: έχασα τους τίτλους του 2006 και του 2007, όμως μετά πήρα πίσω αυτό που, σχεδόν δικαιωματικά, μου ανήκε. Ανέβηκα στην κορυφή του δίτροχου Έβερεστ το 2008 και το 2009, έκανα 9 τα παγκόσμια πρωταθλήματα και άπαντες άρχισαν να ψελλίζουν ένα ακρωνύμιο.
Ήταν το “GOAT”.
Ο Καλύτερος Όλων των Εποχών».
Biondetti: Η σκοτεινή πλευρά του φεγγαριού
«Το 2010 είχε φτάσει η στιγμή για να νιώσω στο πετσί μου τη θνητότητά μου, παρά το γεγονός πως, από αγωνιστικής απόψεως, ήμουν αθάνατος: κυνηγώντας λυσσαλέα το 10ο πρωτάθλημα, έχασα τον έλεγχο της Yamaha εδώ στο Μουτζέλο και στην στροφή Biondetti διέλυσα το πόδι μου.
“Συντριπτικό κάταγμα κνήμης”, ήταν η ετυμηγορία των γιατρών, οι οποίοι τα έχασαν μόλις είδαν το κόκκαλο να έχει σκίσει το δέρμα του ποδιού μου. Με ενημέρωσαν πως θα μείνω εκτός για τουλάχιστον 6 μήνες, οπότε θα έπρεπε να ξεχάσω τη σεζόν.
Ξέρεις τι έκανα;»
«Όχι. Πες μου…», τον προτρέπεις.
«41 ημέρες αργότερα ήμουν και πάλι πάνω στη Yamaha μου, να παλεύω για το βάθρο. Τερμάτισα εν τέλει 3ος στην παγκόσμια κατάταξη εκείνης της χρονιάς και είναι σχεδόν βέβαιο πως αν δεν είχα τσακιστεί, τώρα θα φορούσα 10 δαχτυλίδια στα χέρια μου.
Όπως και να ’χει, είχα ήδη αποφασίσει τι θέλω να κάνω στο εγγύς μέλλον: θα οδηγούσα για την Ducati. Ένας Ιταλός πάνω σε ιταλική μηχανή.
Έμοιαζε με όνειρο.
Ήταν, όμως, εφιάλτης».
Bucine: Ζενίθ- ναδίρ- ζενίθ με 300 χιλιόμετρα/ ώρα
«Το ονειρεύτηκα αλλιώς- θα κέρδιζα τίτλο με 3η διαφορετική ομάδα στο MotoGP και ο θρύλος μου θα μεγάλωνε- όμως η Ducati αποδείχτηκε πιο δύσκολη στο να την κουμαντάρεις κι από αφιονισμένο ταύρο.
Τη διετία 2011-2012 δεν κατάφερα να πάρω ούτε μία νίκη και το 2013 σχεδόν παρακάλεσα τη Yamaha να με πάρει πίσω. Με δέχτηκε φυσικά- διάολε, ήμουν ο Βαλεντίνο Ρόσι- όμως με τεράστια μείωση στο μισθό μου και ξεκαθαρίζοντάς μου εξ αρχής πως δε θα είμαι το αδιαφιλονίκητο νούμερο 1 της ομάδας. Υπήρχε και ο (παγκόσμιος πρωταθλητής, πλέον) Χόρχε Λορένθο».
«Και; Πώς πήγε;», τον διακόπτεις.
«Όχι και τόσο καλά: πέραν του Λορένθο υπήρχε και το παιδί- φαινόμενο που λεγόταν Μαρκ Μάρκεθ που ήρθε και τα σάρωσε όλα. Ούτε το 2013 ούτε το 2014 κατάφερα να παλέψω για το πρωτάθλημα.
Το 2015, όμως, θα ήταν η χρονιά που θ’ ανακτούσα τα σκήπτρα: προηγούμουν όλη την σεζόν μέχρι και τον τελευταίο αγώνα στη Βαλένθια, όμως ήταν εμφανές πως ο Μάρκεθ βοηθούσε τον Λορένθο να πάρει τον τίτλο. Μια ματιά στο τι συνέβη στην Σεπάνγκ, αρκεί για να πειστεί και ο πλέον δύσπιστος».
«Βάλε, αλήθεια τον βοηθούσε; Μήπως σε κατέβαλε το άγχος και η πίεση και προξένησες μόνος σου τόσο ντόρο για το τίποτα;».
«Δέχομαι πως δεν ήταν και ο καλύτερος χειρισμός το ότι βγήκα και είπα ξεκάθαρα πως οι Ισπανοί έχουν κάνει συμμαχία εναντίον μου, όμως τα γεγονότα είναι αδιάψευστος μάρτυρας: απλά δες τους 6 τελευταίους αγώνες του 2015 και θα καταλάβεις.
Δεν έχασα, που να πάρει.
Με έκλεψαν».
Ευθεία εκκίνησης- τερματισμού: Ένα γηραλέο άλογο κυνηγά το 10ο
«Και φτάνουμε στο σήμερα: είμαι 38 ετών κι έχω συμβόλαιο μέχρι το 2018. Ο Λορένθο δε μένει πια εδώ, στη Yamaha, αλλά έχει πάει στην Ducati. Στη θέση του πήραμε ακόμα ένα σπάνιο ταλέντο, τον Μάβερικ Βινιάλες.
Όμως, ξέρεις, δεν παραιτούμαι από την προσπάθεια: συνεχίζω να λατρεύω τους αγώνες, την ταχύτητα, την αδρεναλίνη. Συνεχίζω να παλεύω».
Είναι ελαφρώς άβολη η θέση σου, όμως πρέπει να του το πεις: «Ξέρεις, Γιατρέ, συγγνώμη που στο λέω, όμως οι πιθανότητες να πάρεις το πολυπόθητο 10ο πρωτάθλημα δεν είναι με το μέρος σου: ο Μάρκεθ και η Honda του φαντάζουν ανίκητος συνδυασμός, η Ducati έχει επιστρέψει στις νίκες, ο Βινιάλες ήδη από τα χειμερινά τεστ φαίνεται σκληρό καρύδι για teammate και ο Χρόνος δεν είναι, πλέον, φίλος σου. Είσαι 38! Πώς θα μπορέσεις να τα βάλεις με τους πιτσιρικάδες;».
https://www.youtube.com/watch?v=nN4KalxCp50
Δεν σου απαντά για λίγο- μπροστά του αρχίζει να φαίνεται η καρό σημαία του τερματισμού και, όπως πάντα εδώ και 30 χρόνια, στόχος του είναι να την πάρει πρώτος. Όταν η σιωπή αρχίζει να γίνεται ανυπόφορη, τον ρωτάς και πάλι:
«Βαλεντίνο, πώς γίνεται να έχεις ρεαλιστικές ελπίδες; Πώς; Έχεις μεγαλώσει πάρα πολύ».
Η απάντησή του είναι 4 μονάχα λέξεις κι ένα βλέμμα 9 φορές παγκόσμιου πρωταθλητή:
«Περίμενε και θα δεις».