Είναι από αυτές τις ιστορίες που λέγονται γύρω από το τζάκι, με τη φωτιά που καίει και να σου ζεσταίνει το κορμί και την ψυχή- ο γηραιότερος κάθεται στην πολυθρόνα του, έπειτα παίρνει ονειροπόλο βλέμμα και μετά, κοιτάζοντας έναν- έναν τους ακροατές του, λέει:
«Μια φορά κι ένα κάποτε, ήταν ο Νίκο.
Πατέρας του πιτσιρικά ήταν ο παγκόσμιος πρωταθλητής της Φόρμουλα 1 για το 1982, ο Κέκε Ρόσμπεργκ, κι έτσι ο Νίκο από πολύ μικρή ηλικία αποφάσισε ν’ ακολουθήσει τα βήματα του μπαμπά του στο μηχανοκίνητο αθλητισμό.
Το αγόρι- ήταν εμφανές- διέθετε σπουδαίο ταλέντο και γρήγορα ξεχώρισε μέσα στον αγωνιστικό όχλο σαν αντεστραμμένη μύγα που έπεσε στο γάλα (καθότι πάλλευκος, αυτός μάλλον θα εκτελούσε χρέη γάλακτος), όμως είχε μια «ανίατη» αχίλλειο πτέρνα- τον Λιούις Χάμιλτον.
Ο Βρετανός κέρδιζε παντού και πάντα τον Ρόσμπεργκ: στα καρτ, στη Φόρμουλα Α, ύστερα στη Φόρμουλα Σούπερ Α και, τέλος, στη Φόρμουλα 1.
Ο Χάμιλτον γινόταν πάντοτε… Λιούις και συνέλλεγε παντός είδους πρωταθλήματα, με αποκορύφωμα τα 3 που πήρε στην κορωνίδα του μηχανοκίνητου αθλητισμού, με τα 2 να έρχονται το 2014 και το 2015, όντας teammate στη Μερσέντες με τον παιδικό του φίλο.
Ωστόσο, το 2016 είχε φτάσει η στιγμή της εξιλέωσης: ο Ρόσμπεργκ, εκμεταλλευόμενος το νωχελικό ξεκίνημα του “Billion Dollar Man” στο πρωτάθλημα και το γεγονός πως ο Χάμιλτον τον είχε υποτιμήσει- πιστεύοντας ότι, λόγω δυνατοτήτων, μπορεί να «γυρίσει» υπέρ του την κατάσταση ανά πάσα στιγμή-, μπήκε στο τελευταίο κομμάτι της σεζόν παίζοντας με τα λευκά στην σκακιέρα του τίτλου.
Μετά την εγκατάλειψη, μάλιστα, του Άγγλου στη Μαλαισία λόγω σπασμένου κινητήρα (ναι, ενίοτε γίνονται και τετράτροχα «θαύματα»), έγινε το απόλυτο φαβορί και παρά τη λυσσώδη αντεπίθεση που εξαπέλυσε ο μεγάλος του αντίπαλος, κατάφερε να διαχειριστεί με μαεστρία το προβάδισμά του και στο Άμπου Ντάμπι να πάρει το στέμμα του παγκόσμιου πρωταθλητή σπίτι του.
Ο Νίκο μόλις είχε ρίξει στο καναβάτσο την προσωπική του Νέμεση και μπορούσε, επιτέλους, να γευτεί με την ψυχή του την σαμπάνια που για πρώτη φορά μετά από καιρό είχε γεύση νέκταρ κι όχι πολυκαιρισμένου ξυδιού. Με την ανέλπιστη, σχεδόν, επικράτησή του ο Ρόσμπεργκ έγινε με τον Κέκε μόλις το δεύτερο δίδυμο πατέρα- γιου που ανεβαίνει στην κορυφή του μηχανοκίνητου Έβερεστ (πρώτοι «διδάξαντες» ήταν οι Γκράχαμ και Ντέιμον Χιλ).
Πριν προλάβει, ωστόσο, να κοπάσει ο θόρυβος του θριάμβου, ο Γερμανός πιλότος αποφάσισε να προκαλέσει έναν ακόμη πιο εκκωφαντικό: «Αποσύρομαι από την ενεργό δράση, καθώς θέλω ν’ αφοσιωθώ στην οικογένειά μου. 25 χρόνια στους αγώνες είναι πάρα πολλά και τώρα που πέτυχα το μεγάλο μου στόχο αισθάνομαι πως δεν έχω την ίδια δίψα για να συνεχίσω», δήλωσε και έφυγε με το κεφάλι ψηλά.
Ο Νίκο δεν έμενε πια στις πίστες, όμως φρόντισε να γράψει το πιο ιδανικό φινάλε που μπορεί να ονειρευτεί ένας πιλότος όταν ξεκινάει την καριέρα του: στον Κολοφώνα της προσωπικής του δόξας, ακμαίος, κι όχι περιφέροντας το αγωνιστικό του σαρκίο από τη μία ομάδα στην άλλη, κυνηγώντας ανεμόμυλους που είχαν τη μορφή περασμένων μεγαλείων.
Γι’ αυτό, έζησε αυτός και η οικογένειά του καλά κι εμείς καλύτερα», ολοκληρώνει την αφήγησή του ο παππούς, περιμένοντας χαμογελαστός να μάθει πώς μας φάνηκε η ιστορία του.
Όχι, δεν ήταν κακή- ας το παραδεχτούμε: η ιστορία της ζωής του Νίκο Ρόσμπεργκ είχε αληθοφανείς χαρακτήρες, σταδιακό χτίσιμο της πλοκής, κορύφωση και αναπάντεχο φινάλε.
Εντάξει, ναι: ήταν καλή. Όμως, ξέρετε, ήταν και ξεδιάντροπα ελλιπής.
Γιατί; Μα, πολύ απλά, γιατί ο παππούς προτίμησε να την πει από τη φωτεινή, ρομαντική πλευρά του φεγγαριού. Τι γίνεται με την σκοτεινή, όμως;
Μ’ αυτή που επιτάσσει να ειπωθεί πως- με καθαρά αγωνιστικούς όρους- η απόφαση του 31χρονου, μόλις, πιλότου να κρεμάσει δια παντός τα γάντια του αποτελούσε ανοιχτή παραδοχή πως το 2016 ήταν το θαύμα της μίας φοράς και πως ουδέποτε θα μπορούσε να κερδίσει ξανά τον Χάμιλτον στα «ίσια».
Ποιος παγκόσμιος πρωταθλητής, που να πάρει, 5 μόλις ημέρες μετά τον πρώτο του τίτλο λέει «Δε νομίζω πως θα μπορούσα να βρω το κίνητρο για να δώσω μάχη και του χρόνου»; Οι πραγματικά μεγάλοι πιλότοι θέλουν να βρίσκονται μέσα στο μονοθέσιό τους και να παλεύουν για ν’ αποδείξουν πως ο teammate τους (πρωτίστως) και όλοι οι υπόλοιποι στο grid δεν είναι παρά χαμηλά εμπόδια στο δρόμο τους για να πάρουν το χρυσό στυλό και να γράψουν ιστορία. Δε ρίχνουν λευκή πετσέτα στο ασφάλτινο ρινγκ μόλις κόψουν μια φορά πρώτοι το νήμα, αλλά προσπαθούν να τα καταφέρουν ξανά και ξανά και ξανά.
Το ακόμα χειρότερο είναι πως τούτο το, θριαμβευτικό, 2016 θ’ αναφέρεται στο μέλλον μ’ έναν μεγάλο αστερίσκο να το συνοδεύει- και ο Ρόσμπεργκ φρόντισε από μόνος του γι’ αυτό: ήδη από την αρχή της χρονιάς είχε προκαλέσει τεράστια έκπληξη η απόφαση της Μερσέντες να πάρει τα περισσότερα μέλη του επιτελείου του Χάμιλτον- αυτοί που είχαν σηκώσει, δηλαδή, δύο σερί τίτλους- και να τα «τραμπάρει» με τ’ αντίστοιχα του Γερμανού.
Πολλοί μίλησαν τότε για προφανή προτίμηση της (γερμανικής, μην ξεχνιόμαστε…) εταιρίας να στηρίζει το δικό της παιδί και παρόλο που ο Λιούις ουδέποτε το παραδέχτηκε ανοιχτά, είχε τεράστια παράπονα από την ομάδα τόσο για τη στάση που κράτησε στη σύγκρουση των δύο στο grand prix της Ισπανίας (όπου τα Ασημένια Βέλη είπαν «Φταίτε και οι δύο», αλλά το βίντεο μάλλον δεν τους δικαιώνει), όσο και για το γεγονός πως το 2016 η ατυχία χτυπούσε μονάχα το δικό του μονοθέσιο, με τον Ρόσμπεργκ να μην αντιμετωπίζει ποτέ μηχανικά προβλήματα.
https://www.youtube.com/watch?v=9r7E9CUphFQ
Ο Ρόσμπεργκ θα μπορούσε να βουλώσει μια και καλή το στόμα του (υπερφίαλου- μα διαολεμένα γρήγορου- είναι η αλήθεια) Χάμιλτον, κερδίζοντάς τον και πάλι το 2017 ή, τουλάχιστον, μαχόμενος μέχρι τελικής πτώσης, όμως…
Όμως προτίμησε τον εύκολο δρόμο. Σεβαστή, φυσικά, η απόφασή του και η οικογένεια προφανώς και είναι πάνω απ’ όλα (μην ξεχνάμε ότι σαν γιος ενός οδηγού της Φόρμουλα 1 και ο ίδιος σπανίως περνούσε πολύ χρόνο με τον πατέρα του όταν ήταν μικρός), αλλά αυτό δεν αλλάζει το εξαγόμενο συμπέρασμα:
Το φετινό πρωτάθλημα δικαίως κατέληξε στην αγκαλιά του (παρά το γεγονός πως είχε 9 νίκες συνολικά έναντι 10 του Λιούις), όμως ο Γερμανός δεν είναι ένας παγκόσμιος πρωταθλητής που αξίζει να θυμάται κανείς.
Κάποτε ο Γιόχεν Ριντ πήγε στη Λότους παρόλο που ήξερε πως είναι ένα επικίνδυνο μονοθέσιο που δεν ταίριαζε με το αγωνιστικό του στυλ και πλήρωσε το παγκόσμιο πρωτάθλημα με την ίδια του τη ζωή.
Ο Νίκι Λάουντα μετά το τρομακτικό ατύχημα στο οποίο κάηκε το πρόσωπό του επέστρεψε στη Φόρμουλα 1 γιατί είχε αφήσει κάποιες δουλειές στη μέση.
Ο Άιρτον Σένα το 1994 στην Ίμολα , έχοντας μείνει αρκετά πίσω στη βαθμολογία, πίεζε στα όριά της τη Γουίλιαμς προκειμένου ν’ ανοίξει κι άλλο τη διαφορά, καθώς το να τερματίζει πρώτος ήταν το μόνο για το οποίο ζούσε. Προσέκρουσε στον καταραμένο τοίχο πληρώνοντας, εν μέρει, το γεγονός πως στις φλέβες του κυλούσε αίμα εμμονικού πρωταθλητή.
Ο Μίκαελ Σουμάχερ μετά από 3ετή αποχή και 7 παγκόσμια πρωταθλήματα, δεν κατάφερε ν’ αντισταθεί στον ήχο ενός κινητήρα που παίρνει μπροστά και γύρισε το 2010 γιατί κάθε κύτταρο του οργανισμού του ήθελε να βρίσκεται στην πίστα.
Ο Νίκο, μετά από 1 μόλις πρωτάθλημα, μετά από την παρθενική του επικράτηση επί του Λιούις Χάμιλτον, αποφάσισε να τα παρατήσει.
Πώς μπορεί, διάολε, τούτο το υποτιθέμενο παραμύθι να λογίζεται ως ένα από αυτά με happy end; Μόλις σβήσει η φωτιά στο τζάκι, ουδείς πρόκειται να θυμάται με νοσταλγία έναν κάποιον Ρόσμπεργκ.
Ο πρίγκιπας αποδείχτηκε μεταμφιεσμένος βάτραχος και το μονοθέσιο δεν ήταν τίποτα περισσότερο από μια γυαλιστερή κολοκύθα.