3 ομάδες με φανέλα πιο ελαφριά από της Παρί

Εχθρός του κακού είναι το χειρότερο. Και από αυτή την έννοια υπάρχει παρηγοριά για την Παρί...

«Πώς είναι δυνατόν να παίζεις μόνος σου και να χάνεις», ήταν η βασική απορία των γαλλικών εφημερίδων την επομένη του νέου εξευτελιστικού αποκλεισμού της Παρί Σεν Ζερμέν από το Τσάμπιονς Λιγκ. «Σουρεαλιστικά τρελό», έγραψε η «Le Parisien» για τη μεταφυσική αδυναμία του ζάμπλουτου συλλόγου να διακριθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο.

Ο μοναδικός τρόπος που δεν είχε… επινοήσει ακόμα για να αποκλειστεί ήταν αυτός – ύστερα από (πειστικότατη) νίκη σε εκτός έδρας παιχνίδι. Από το 2012 που εξαγοράστηκε από την κυβέρνηση του Κατάρ, έχει βιώσει όλες τις μορφές αποτυχίας στο Τσάμπιονς Λιγκ.

Το 2013 έμεινε εκτός από την Μπαρτσελόνα με δύο ισοπαλίες (2-2, 1-1), έχοντας προηγηθεί στη ρεβάνς του «Καμπ Νόου». Ο Κάρλο Αντσελότι έφυγε, δίνοντας τη σκυτάλη στον Λοράν Μπλαν. Το 2014 νίκησε την Τσέλσι εντός έδρας με 3-1, ηττήθηκε όμως στη ρεβάνς με 2-0, δεχόμενη το δεύτερο γκολ στο 87’ (από τον Ντεμπά Μπα…).

Την επόμενη χρονιά γνώρισε δύο ήττες από την Μπάρτσα (0-2, 1-3) και το 2016 αποκλείστηκε από τη Μάντσεστερ Σίτι με ισοπαλία (2-2) στο πρώτο ματς και ήττα (1-0) στο δεύτερο. Το 2017 «σόκαρε» τον ποδοσφαιρικό κόσμο με την περίφημη «remontada» (4-0, 1-6) και πέρσι προηγήθηκε στο «Μπερναμπέου», είχε στα σκοινιά τη Ρεάλ για 70 λεπτά, αλλά δέχτηκε δύο γκολ στο τελευταίο δεκάλεπτο (3-1) και κατέρρευσε ενόψει της ρεβάνς (1-2).

Ο Τόμας Τούχελ αντικατέστησε τον Ουνάι Έμερι, αλλά ούτε απέναντι στην αποδεκατισμένη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ βρέθηκε ξόρκι στην κατάρα. Η Παρί ήταν κυριαρχική και στα δύο παιχνίδια, αποδείχτηκε όμως ότι πόδια και… χέρια έτρεμαν, όταν ο Κέρερ «δώρισε» το 0-1 με το «καλημέρα» στον αγώνα και ο Μπουφόν έβαλε ξανά στο παιχνίδι της πρόκρισης την ανύπαρκτη μετά το 1-1 Γιουνάιτεντ.

«Το ποδόσφαιρο είναι ένα παιχνίδι, στο οποίο 22 παίκτες κλωτσούν την μπάλα για 90 λεπτά και στο τέλος αποκλείεται η Παρί Σεν Ζερμέν», θα μπορούσε να παραφράσει ο Γκάρι Λίνεκερ. Αποδεδειγμένα η φανέλα της Παρί ζυγίζει πια όσο ένα τσιγαρόχαρτο. Υπάρχουν όμως άλλες τρεις στο ευρωπαϊκό ποδόσφαιρο που την ανταγωνίζονται σε… βάρος.

Άρσεναλ

Από τη σεζόν 1997/98 έως και πέρσι η Άρσεναλ μέτρησε 19 συνεχείς παρουσίες στους ομίλους του Τσάμπιονς Λιγκ. Ο αριθμός αποτελεί ρεκόρ για οποιονδήποτε σύλλογο στην Ευρώπη, πλην της Ρεάλ. Αλλά ένω οι Μαδριλένοι έχουν κατακτήσει εφτά τρόπαια σε αυτό το διάστημα, η Άρσεναλ έχει παίξει σε έναν τελικό (τον οποίο φυσικά και έχασε…) και άλλον έναν ημιτελικό.

Αυτή και αν έχει παρουσιάσει την εκδοχή «1000+1 τρόποι αποκλεισμού». Τι «τεσσάρες» από την Μπαρτσελόνα, τι «πεντάρες» από την Μπάγερν (1-5 και 1-5 και στα δύο ματς πρόπερσι αξέχαστα) – γενικώς είναι η… χαρά Βαυαρών και Καταλανών, έχοντας αποκλειστεί τέσσερις και τρεις φορές αντίστοιχα (συν τον χαμένο τελικό του 2006).

Τη σεζόν 2007/08 έπαιξε στα προημιτελικά «αγγλικό εμφύλιο» με τη Λίβερπουλ. Για κάποιο λόγο ήξερες εκ των προτέρεων ότι θα προκριθεί η ομάδα που κατέλαβε την τέταρτη θέση εκείνη τη σεζόν στην Πρέμιερ Λιγκ.

Ένα χρόνο αργότερα, έπαιξε νέο «εμφύλιο» στα ημιτελικά, κόντρα στη Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Ηττήθηκε στο «Ολντ Τράφορντ» με 1-0 και στη ρεβάνς ήταν πίσω στο 11’ με 0-2, για να μην έχει κανείς… αγωνία του τι επρόκειτο να συμβεί.

Ο ορισμός του φιάσκου ήταν πάντως τη σεζόν 2015/16, με τον αποκλεισμό από τη Μονακό στη φάση των «16». Αλλά για όλα αυτά δεν ευθύνεται μόνο η πρόσφατη ιστορία της. Το DNA της είχε εμποτιστεί με ηττοπάθεια στη δύση του προηγούμενου αιώνα.

Τη σεζόν 1999/2000 αποκλείστηκε από τον όμιλο του Τσάμπιονς Λιγκ ελέω Φιορεντίνα και έφτασε έως τον τελικό του (τότε) Κυπέλλου UEFA. Ακόμα όμως και η Γαλατασαράι αποδείχτηκε ανυπέρβλητο εμπόδιο για την ομάδα που αν (μετά το χθεσινό 3-1) αποκλειστεί και από τη Ρεν, θα συμπληρώσει φέτος 26 χρόνια χωρίς ευρωπαϊκό τίτλο.

Το αγγλικό πρωτάθλημα το κατέκτησε για τελευταία φορά το 2004 και δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα ο τρόπος με τον οποίο θα το διεκδικήσει (έστω) ξανά…

Λεβερκούζεν

Οι περισσότεροι θυμούνται τα τρία χαμένα τρόπαια μέσα σε 11 ημέρες το 2002. Η Λεβερκούζεν των Μπάλακ, Ζε Ρομπέρτο, Μπερμπάτοφ, Λούσιο, Μπαστούρκ και Νόιβιλ είχε προκριθεί στον τελικό του Τσάμπιονς Λιγκ, στον τελικό του Κυπέλλου Γερμανίας και είχε προβάδισμα πέντε βαθμών στο πρωτάθλημα, τρεις αγωνιστικές πριν από το τέλος.

Ήταν αήττητη 10 αγωνιστικές και είχε αποκλείσει τις Λίβερπουλ, Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ στα νοκ-άουτ του Τσάμπιονς Λιγκ, ηττήθηκε όμως από τη Βέρντερ στη 32η αγωνιστική και από τη Νυρεμβέργη στη 33η, χάνοντας στις 4 Μαΐου το πρωτάθλημα, με διαφορά ενός βαθμού από την Ντόρτμουντ.

Στις 11 Μαΐου προηγήθηκε στον τελικό κυπέλλου με τη Σάλκε, αλλά ηττήθηκε με 4-2 και στις 15 Μαΐου η ήττα από τη Ρεάλ στη Γλασκώβη θα «γεννούσε» το περίφημο «Neverkusen». Το οποίο πάντως δεν θα είχε προκύψει ποτέ αν δεν είχε προηγηθεί το μεγαλύτερο κάζο όλων των εποχών σε φινάλε ευρωπαϊκού πρωταθλήματος.

Τη σεζόν 1999-2000 η Λεβερκούζεν έφτασε με σερί 12-3-0 στα 15 τελευταία ματς, να παίζει τον τίτλο στην έδρα μία από τις μικρότερες ομάδες που έχουν εμφανιστεί ποτέ στην Μπουντεσλίγκα, την Ουντερχάχινγκ.

Η βαυαρική ομάδα είχε εξασφαλίσει την παραμονή και ήταν αδιάφορη βαθμολογικά. Η Μπάγερν, που ήταν στο -3, προσέβλεπε σε ένα «θαύμα», καθώς η Λεβερκούζεν έπαιρνε τον τίτλο και με ισοπαλία. «Κανείς δεν μπορεί να μας σταματήσει. Το Σάββατο στις 17:15 θα είμαστε πρωταθλητές. Τέλος», δήλωνε ο Κρίστοφ Ντάουμ στη συνέντευξη Τύπου, ενόψει της τελευταίας αγωνιστικής.

Τα δύο γήπεδα απείχαν 17,5 χιλιόμετρα. Στο ένα η Μπάγερν έκανε το χρέος της, νικώντας με 3-1 τη Βέρντερ και στο άλλο το αυτογκόλ του Μίχαελ Μπάλακ άνοιξε το δρόμο για το «σοκαριστικό» 2-0 υπέρ της Ουντερχάχινγκ. «Η Λεβερκούζεν δεν θα κατακτήσει ποτέ τίποτα. Όταν έρχονται τα δύσκολα, τα κάνει… πάνω της», προφήτεψε τότε ο Ούλι Χένες. Κυνικός, αλλά διόλου… υπερβολικός.

Από τη σύσταση της Μπουντεσλίγκα κι έπειτα (1963), 13 διαφορετικές ομάδες έχουν κατακτήσει τη «σαλατιέρα» – έξι μόνο τα 21 τελευταία χρόνια (Καϊζερσλάουτερν, Στουτγάρδη, Βόλφσμπουργκ, Βέρντερ εκτός από τις δύο γνωστές). Η Neverkusen ποτέ. Γενικώς παραμένει άτιτλη από το κύπελλο του 1993, μολονότι υπήρξαν αρκετές σεζόν που είχε το δεύτερο μεγαλύτερο μπάτζετ στην χώρα.

Μάντσεστερ Σίτι

Ο μοναδικός λόγος που η Μάντσεστερ Σίτι δεν έχει εξομοιωθεί απόλυτα σε επίπεδο φανέλας με την Παρί είναι ότι δεν αποκλείστηκε ποτέ έχοντας νικήσει με 4-0 στο πρώτο ματς ή με 2-0 εκτός έδρας.

Κατά τα άλλα, οι citizens είναι ακόμα πιο… ατζαμήδες στην Ευρώπη από τους Παριζιάνους, δεδομένου ότι σε αυτούς τα πετροδόλαρα άρχισαν να ρέουν από το 2008, τέσσερα χρόνια νωρίτερα δηλαδή απ’ ότι συνέβη στο Παρίσι. Και τι κατάφερε σε αυτή τη δεκαετία η Σίτι σε διεθνές επιπέδο; Ένας ημιτελικός Τσάμπιονς Λιγκ το 2016 και τέλος.

Ακόμα και από την Ντιναμό Κιέβου έχει αποκλειστεί στους «16» του Γιουρόπα Λιγκ (2010/11), ενώ ένα χρόνο αργότερα την πέταξε εκτός η Σπόρτινγκ Λισσαβόνας στην ίδια φάση της ίδιας διοργάνωσης. Είχε εκπέσει σε αυτήν μετά τον αποκλεισμό σε όμιλο του Τσάμπιονς Λιγκ με Μπάγερν, Νάπολι και Βιγιαρεάλ, ενώ την επόμενη σεζόν τερμάτισε τελευταία στο γκρουπ με Ρεάλ, Ντόρτμουντ και Άγιαξ (παίρνοντας δύο βαθμούς)!

Στα νοκ-άουτ του Τσάμπιονς Λιγκ έχει αποκλειστεί δις από την Μπαρτσελόνα, πρόπερσι υπέστη το κάζο του αιώνα κόντρα στη Μονακό (έχοντας νικήσει 5-3 στο πρώτο ματς), ενώ πέρσι «έφαγε» τρία στο «Ανφιλντ» και ηττήθηκε και στη ρεβάνς με 2-1.

Ποια ακριβώς η διαφορά από την Παρί; Μάλλον ότι παραμένει φέτος Νο. 1 φαβορί για την κατάκτηση του τροπαίου. Κάπου εδώ κολλάει βέβαια το μέχρι αποδείξεως του εναντίου…