Κάποτε θα τελείωνε το παραμύθι...

Είναι μάλλον η ώρα ο άνθρωπος που έκανε μεγάλη την Ατλέτικο να της αδειάσει τη γωνιά, αφήνοντας την να τολμήσει τη μεταφορά της στο επόμενο επίπεδο

Δεν είναι ντροπή να χάνεις με 3-0 από τη Γιουβέντους στο Τορίνο. Συνέβη και στην Μπαρτσελόνα προ διετίας. Για να μην πάμε μακριά μόλις την περασμένη εβδομάδα η Ρεάλ «έφαγε» τέσσερα εντός έδρας από τον Άγιαξ και η Παρί έπαιζε… μόνη της και αποκλείστηκε από τη Γιουνάιτεντ.

Θα μου πείτε ως «ντροπή» ελήφθησαν και τα δύο γεγονότα σε Μαδρίτη και Παρίσι. Η Ατλέτικο δεν έχει βέβαια ούτε το μέγεθος (της Ρεάλ), ούτε τον χρυσοποίκιλτο μανδύα του φαβορί (που απεκδύεται διασκεδαστικά κάθε χρόνο η Παρί) – άλλωστε η ομάδα που της έκανε τη μεγάλη ανατροπή είναι η ίδια που έφτασε πέρσι ένα βήμα από το απόλυτο έπος, ισοφαρίζοντας στο «Μπερναμπέου» το εις βάρος της 0-3 του πρώτου αγώνα.

Αλλά στο ποδόσφαιρο, εκτός από το αποτέλεσμα μετράει και ο τρόπος. Και αυτός είναι που δείχνει πολλά για την αδυναμία της Ατλέτικο να περάσει στο επόμενο level με προπονητή τον Ντιέγο Σιμεόνε.

Στο προαναφερθέν Γιούβε – Μπάρτσα 3-0, οι Καταλανοί πραγματοποίησαν μεν κάκιστη εμφάνιση, αλλά είχαν, έστω… για τα μάτια του κόσμου, 66% κατοχή, 15 τελικές και δύο κλασικές ευκαιρίες. Στο Ρεάλ – Γιούβε 1-3 οι Μαδριλένοι είχαν παίξει ποδόσφαιρο, κάνοντας ότι περνούσε από το χέρι τους για να αλλάξουν την τύχη τους. Αυτό δηλαδή που αρνείται… πεισματικά να τολμήσει ο Σιμεόνε όταν το παιχνίδι στραβώσει.

Ο Αργεντίνος έχει φτιάξει την πιο ακριβή ομάδα του κόσμου χωρίς σχέδιο και αυτοματισμούς σε παιχνίδι κατοχής. Ναι, είναι ο άνθρωπος που έκανε την Ατλέτικο μεγάλη, με δύο τρόπαια Γιουρόπα Λιγκ, ισάριθμους τελικούς Τσάμπιονς Λιγκ και ένα πρωτάθλημα Ισπανίας, αλλά είναι πλέον σαφές ότι δεν μπορεί να την εξελίξει στο ελάχιστο σε επίπεδο… γοητείας.

Τα πρώτα χρόνια είχε όλα τα δίκια με το μέρος του, έπρεπε να «χτίσει», να σφυρηλατήσει χαρακτήρα, να βάλει την ομάδα στην ελίτ μέσω αποτελεσμάτων και τίτλων. Τώρα ποιο άλλοθι να του αναγνωρίσεις; Η ομάδα του χρειαζόταν γκολ από το 49’ και ολοκλήρωσε το ματς με 39% κατοχή μπάλας, τέσσερις τελικές προσπάθειες (μηδέν εντός εστίας) και μόνο μία φάση, την κεφαλιά του Μοράτα στο πρώτο ημίχρονο.

Επέλεξε κάλλιο πέντε και στο χέρι (παράταση), ελπίζοντας να του «κάτσει» η μία φάση για να τελειώσει το ματς. Αλλά απέναντι στη Γιουβέντους τέτοια πράγματα δεν έρχονται από μόνα τους, πρέπει να το έχεις δουλέψει για να σου «κάτσει». Και στον τομέα δημιουργία απέναντι σε οργανωμένη άμυνα η Ατλέτικο πρέπει να είναι η χειρότερη μεγάλη ομάδα της Ευρώπης (μετά και την απόλυση του Ζοσέ από τη Γιουνάιτεντ).

Σχεδόν αρνείται να παράξει ακόμα και όταν οι συνθήκες το απαιτούν. Δικαιολογία για περιορισμένο μπάτζετ και έλλειψη παικτών δεν στέκει φυσικά. Χάρη στις ευρωπαϊκές πορείες των τελευταίων ετών – μιλάμε άλλωστε για την εστεμμένη κάτοχο του Γιουρόπα Λιγκ – οι «ροχιμπλάνκος»  μπορούν να ψωνίζουν από το πάνω ράφι.

Και πράγματι φέτος αποκτήθηκαν οι Μοράτα και Λεμάρ, αφήνοντας υποψίες ότι κάτι διαφορετικό – πιο τολμηρό και θεαματικό – ετοιμάζει ο Σιμέονε στον τομέα της τακτικής. Φευ. Όσο ανέμπνευστη ήταν επιθετικά η ομάδα χωρίς αυτούς τόσο είναι και με αυτούς.

Στο ισπανικό πρωτάθλημα η Ατλέτικο έχει βάλει 39 γκολ σε 27 ματς, τρία περισσότερα από τη Χετάφε και τέσσερα από την Εϊμπάρ. Αλλά ας δεχτούμε ότι εκεί η δουλειά γίνεται με κάποιο τρόπο και η θέση της στην πρώτη τριάδα είναι αδιαπραγμάτευτη.

Στο Τορίνο η άμυνα δεν ήταν αρκετή. Η παθητική έως φοβική προσέγγιση σε ακόμα ένα μεγάλο ματς του Τσάμπιονς Λιγκ δείχνει ότι μάλλον η Ατλέτικο κάνει πια βήματα πίσω αντί μπροστά με τον Σιμεόνε στον πάγκο. Τα τόσο επίκαιρα… cojones δεν φαίνονται μόνο στην ανασταλτική αυταπάρνηση, αλλά και στα ρίσκα που είναι διατεθειμένη (και εκπαιδευμένη) να πάρει μια ομάδα.

Στον ημιτελικό του 2017 με τη Ρεάλ μπήκε αξέχαστα στο γήπεδο φτύνοντας σίδερα και προηγήθηκε 2-0 μόλις στο 16’. Η αντίπαλος παρέπαιε, έμοιαζε ζαλισμένη από τον αιφνιδιασμό που είχε υποστεί, αλλά ο Αργεντίνος έπελεξε να γυρίσει την ομάδα μαζικά πίσω, μολονότι χρειαζόταν ένα ακόμη γκολ για να στείλει το ματς στην παράταση. Η Ρεάλ πήρε την κατοχή, έκανε το παιχνίδι της στο μισό γήπεδο και σκόραρε στο 41’, παίρνοντας με χαρακτηρική άνεση την πρόκριση.

Το ίδιο είχε συμβεί πάνω – κάτω στον προημιτελικό του 2015, ξανά κόντρα στη Ρεάλ. Μετά το 0-0 στην έδρα της, η Ατλέτικο πήγε στο «Μπερναμπέου» στοχεύοντας σε δύο αποτελέσματα. Λάθος. Δεν στόχευσε ποτέ στο διπλό. Σε ένα ολόκληρο 90λεπτο έκανε δύο τελικές προσπάθειες, επέδειξε αλλεργία στις επαφές με την μπάλα και τιμωρήθηκε από την κατά πολύ ανώτερη συμπολίτισσα με γκολ στο 88’.

Όταν μια ομάδα έχει νικήσει στο πρώτο ματς με καθαρό σκορ, το δεύτερο διαρκεί συνήθως έως ότου βρει το γκολ που θα αποκαρδιώσει την αντίπαλο. Η Ατλέτικο δεν το έψαξε ποτέ αυτό το γκολ. Ή μάλλον, ακόμα χειρότερα, δεν ήξερε πώς να το ψάξει. Και αυτό είναι το κουσούρι που, δίπλα σε όλα τα καλά, θα κληροδοτήσει στο διάδοχό του ο Σιμεόνε.

Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ο Αργεντίνος θα φύγει από το «Μετροπολιτάνο» με τις τιμές ενός θρύλου, ως ο άνθρωπος που γιγάντωσε το σύλλογο. Την ίδια ώρα όμως θα πάρει, φεύγοντας, μαζί του και την αρνητική αύρα του λιπόψυχου, του προπονητή που λησμόνησε να λάβει μαθήματα θάρρους απέναντι στους παραδοσιακούς γίγαντες του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου.