Κόουτς Μπλατ θα μας λύσεις δύο απορίες;

Από τα εφτά ματς (στα τελευταία 9) που έχει χάσει ο Ολυμπιακός διεκδίκησε μόνο το ένα. Και το χειρότερο για αυτόν είναι ότι για τη Ζαλγκίρις... τρώγοντας έρχεται η όρεξη

Εφτά ήττες στα έννια τελευταία ματς. Οι μοναδικές που δεν έχουν νικήσει τον Ολυμπιακό τους δύο τελευταίους μήνες είναι η Μπούντουτσνοστ και η Μπάγερν. Αν αυτό ακούγεται μίζερο, υπάρχει κάτι που αγγίζει τα όρια του… καταθλιπτικού.

Από αυτά τα εφτά χαμένα ματς, ο Ολυμπιακός διεκδίκησε μόνο το ένα, αυτό στο Τελ Αβίβ με τη Μακάμπι. Η καμπούρα «γράφει» -21 και -16 στο «ΣΕΦ» με Μπάρτσα και ΤΣΣΚΑ αντίστοιχα, -25 αθροιστικά στα δύο ματς στην Πόλη με Φενέρ, Εφές, το black out του δευτέρου ημιχρόνου στο Μιλάνο και ως αποκορύφωμα το χθεσινό αποκρουστικό -23 στα Κανάρια Νησιά.

Η ομάδα που έγινε συνώνυμο της refuse to lose νοοτροπίας τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη, δείχνει πια μοιρολατρικά συμβιβασμένη με την ήττα, στερούμενη κάθε έννοια «plan B» όταν το πράγμα στραβώνει.

Κάποτε ο κόουτς Λάσο εξύμνησε το DNA του Ολυμπιακού, λέγοντας ότι το μεγαλύτερο πρόβλημα με αυτόν είναι ότι «πρέπει να τον κερδίσεις δύο φορές μέσα στο ίδιο παιχνίδι».

Τώρα, έχει καταντήσει να απορούν ακόμα και οι αντίπαλοί του με τον soft χαρακτήρα του. Μια διψήφια διαφορά αρκεί για να πετάξει λευκή πετσέτα. Ακόμα και πέρσι, που οι τραυματισμοί στην τελική ευθεία της σεζόν στοίχισαν τον αποκλεισμό από τη Ζαλγκίρις, οι ερυθρόλευκοι είχαν πάρει διά περιπάτου το πλεονέκτημα έδρας, κάνοντας το 4/4 μέσα στη σεζόν κόντρα σε Ρεάλ και Φενερμπαχτσέ.

Δεν είναι ντροπή να χάνεις στο γήπεδο μιας ισπανικής ομάδας, παίζοντας δεύτερο ματς σε 48 ώρες χωρίς τους δύο πιο δημιουργικούς σου γκαρντ και με rotation μόλις 7-8 παικτών. Ντροπή είναι να παρουσιάζεις από το 7ο λεπτό εικόνα παράδοσης. Να σου λείπουν ακόμα και τα στοιχειώδη –ενέργεια, σφυγμός, εγωισμός- για ένα τόσο κρίσιμο ματς. Αν κάποιος έπεφτε ουρανοκατέβατος στις εξέδρες της «Γκραν Κανάρια Αρένα» θα ορκιζόταν ότι η ομάδα που έχει απόλυτη ανάγκη τη νίκη είναι αυτή με τα κίτρινα.

Ο Ντέβιντ Μπλατ κρύφτηκε πίσω από το δάχτυλο του, ρωτώντας τους δημοσιογράφους στη συνέντευξη Τύπου τι θα μπορούσε να κάνει οποιαδήποτε ομάδα της διοργάνωσης χωρίς τους δύο βασικούς της γκαρντ.

Χώρια του ότι η Μπασκόνια για παράδειγμα επέστρεψε από το -23 κόντρα στον Παναθηναϊκό χωρίς Σενγκέλια, Γκρέιντζερ και Τζάνινγκ, είναι λάθος το μήνυμα που περνάει στους παίκτες του. Σα να τους λέει «ξεχάστε το, θα ηττηθούμε και από τη Ζαλγκίρις την ερχόμενη Παρασκευή».

Παρεμπιπτόντως, αν οι Λιθουανοί νικήσουν (που θα νικήσουν) σήμερα την Νταρουσάφακα θα πλησιάσουν στη -1 νίκη τον Ολυμπιακό και θα έρθουν με φιλοδοξίες πρόκρισης στην Αθήνα την επόμενη εβδομάδα, προερχόμενοι από τέσσερις σερί επιτυχίες.

Οι απουσίες των Σπανούλη και Στρέλνιεκς μπορούν να αποτελέσουν άλλοθι για την ήττα, όχι και για την άθλια εμφάνιση. Είναι παράδοξο που ένας τόσο έμπειρος και φειδωλός στις δικαιολογίες προπονητής κατέφυγε σε αυτό ύστερα από ένα παιχνίδι στο οποίο η διαφορά με την 14η ομάδα της ACB έφτασε στους 26 πόντους. Αλλά είναι αρκετές οι απορίες που έχουν μαζευτεί το τελευταίο διάστημα με ευθύνη του κόουτς Μπλατ.

Η ομάδα, ακόμα και με παρόντες τους Σπανούλη, Στρέλνιεκς, «φώναζε» ότι χρειάζεται ενίσχυση στο μακρινό σουτ. Ο Ολυμπιακός έβαλε 67 πόντους χθες, 57 με την Αρμάνι, 65 με την Εφές, 64 με τη Μακάμπι και 55 με την Μπαρτσελόνα. Σε αυτά τα παιχνίδια είχε 20/99 τρίποντα αθροιστικά, οριακά δηλαδή 20%.

Ο Μπριάντε Ουέμπερ είναι ένας χρήσιμος παίκτης, που μπορεί να κάνει πολλές δουλειές στο παρκέ, αλλά σε αυτό τον τομέα δεν μπορεί να προσφέρει βοήθεια (κι ας είχε με την Μπάγερν 2/3). Το μακρινό σουτ ήταν το αδύναμο σημείο του παιχνιδιού του στην καριέρα του στις ΗΠΑ και αυτό το ήξερε φυσικά πολύ καλά ο Αμερικανοισραηλινός προπονητής.

Αλλά οκ., ας δέχτουμε χάριν της συζήτησης ότι ο Μπλατ επέλεξε με αυτή την κίνηση να σκληρύνει την άμυνα της ομάδας. Το αποτέλεσμα ουδόλως τον έχει δικαιώσει. Η ΤΣΣΚΑ έβαλε 97 στο «ΣΕΦ», ο Μάικ Τζέιμς μόνος του 29 και η Γκραν Κανάρια έκανε κυριολεκτικά ό,τι ήθελε σε περιφέρεια και ζωγραφιστό.

Ο προπονητής δεν μπορεί να μάθει στους παίκτες του να σουτάρουν και δεν έχει εξ’ ολοκλήρου την ευθύνη για την όποια έλλειψη επιθετικού ταλέντου στο ρόστερ. Είναι δική του δουλειά όμως να μεταδώσει στην ομάδα τα στοιχεία που απαιτεί μια σκληροτράχηλη άμυνα: πειθαρχία, αυτοσυγκέντρωση και το μάξιμουμ θέλησης και προσπάθειας. Αυτά δηλαδή που έμοιαζαν δεδομένα και αφετηρία όλων των επιτυχιών τα προηγούμενα χρόνια.

Οποιοσδήποτε Έλληνας τεχνικός στη θέση του Ντέιβιντ Μπλατ θα είχε πιθανότατα… απολυθεί εδώ και μερικά παιχνίδια. Η στήριξη σε έναν προπονητή τόσο εγνωσμένων ικανοτήτων είναι βέβαια το πιο φυσιολογικό πράγμα του κόσμου. Τζογάρεις και περιμένεις να σου γυρίσει το φύλλο. Και όπως έχουν έρθει τα πράγματα, το τελευταίο που χρειάζεται ο Ολυμπιακός ενόψει του τελικού της ερχόμενης Παρασκευής είναι να αμφιβάλλει για τον τεχνικό ηγέτη του, ή ακόμα χειρότερα να αμφιβάλλει εκείνος για την ίδια του την ομάδα.