Προφανώς και όλοι είμεθα ίσοι απέναντι στον νόμο. Κάποιοι βέβαια, ήταν, είναι και θα είναι λιγάκι πιο ίσοι από τους υπόλοιπους. Και το μακρινό 1995 πιο… ίσος απέναντι στον νόμο (του ποδοσφαίρου και όχι μόνο) από τον Γιώργο Βαρδινογιάννη δεν υπήρχε.
Στην πραγματικότητα υπήρχε, ή μάλλον ετοιμαζόταν να γίνει, κάποιος. Λεγόταν Σωκράτης Κόκκαλης και στωικά περίμενε την ευκαιρία του, παίρνοντας «επ’ ώμου» τις εργολαβίες με το δημόσιο και μαθαίνοντας τα «κόζια» του αθλήματος, παρακολουθώντας τους καλύτερους -ως τότε- του χώρου.
Γιώργος Βαρδινογιάννης και Δημήτρης Μελισσανίδης ήταν οι πρόεδροι με τους οποίος Παναθηναϊκός και ΑΕΚ παρουσίασαν κάποιες από τις κορυφαίες ομάδες στην ιστορία τους, αλλά παρά τα όσα πέτυχαν εντός κι εκτός γηπέδων, έμειναν κυρίως στην συλλογική μνήμη επειδή λάνσαραν την περίφημη μόδα και ομολογουμένως εξαιρετική από στυλιστική άποψη ιδέα του να φοράς σακάκι ασορτί με την εμφάνιση της ομάδας.
Η συνεισφορά των δύο ανδρών στο ελληνικό ποδόσφαιρο φυσικά δεν εξαντλείται σε πράσινα και κίτρινα κοστούμια. Άλλωστε εκείνη του «Τίγρεως» συνεχίζεται ως τις μέρες μας, αλλά και από την πλευρά του, ο βετεράνος «Ρίνγκο» (όχι δεν ονομάστηκε έτσι επειδή αγαπημένο του μέλος των Beatles ήταν ο Ρίνγκο Σταρ), έχει αφήσει κληρονομιά και παρακαταθήκη που άλλοι παράγοντες θα χρειάζονταν δυο και τρεις ζωές για να την φτάσουν.
Τόσες, δυο και τρεις ζωές δηλαδή, θα είχε χάσει και ο αστυνομικός Φώτιος Ζουμπούλης, εάν ήταν γάτα, την ημέρα που είδε όλες τις συγκυρίες να συνωμοτούν εναντίον του. Η κόντρα Βαρδινογιάννη-Μελισσανίδη έχει κορυφωθεί στον τελικό Κυπέλλου του 1995. Η υπηρεσία καλεί τον Έλληνα ένστολο στο ΟΑΚΑ. Στο ημίχρονο οι δύο ομάδες είναι 0-0, ο Σαραβάκος -με την φανέλα της ΑΕΚ έχει πετάξει πέναλτι στα πουλιά και όλοι, μα όλοι έχουν νεύρα. Ίσως επειδή ήταν νευρικό παιχνίδι…
Στη φυσούνα προς τα αποδυτήρια επικρατεί ένας μικρός συνωστισμός. Λογικό. Ο καπετάνιος, με το τσιγάρο στο χέρι να μεγαλώνει τον όγκο του, και μια… διμοιρία βαθμοφόρων της ελληνικής αστυνομίας, οδηγούν στην… μοιραία επαφή. Ο Φώτης Ζουμπούλης αγγίζει τον Γιώργο Βαρδινογιάννη. Κάποιοι λένε ότι ίσως τον έσπρωξε κιόλας από πίσω… Πέναλτι και αποβολή, δίχως άλλο, αν η φάση γινόταν εντός μεγάλης περιοχής. Επειδή όμως συνέβη στον περιβάλλοντα χώρο και μπροστά στις κάμερες της τηλεόρασης, μας έδωσε ένα από τα πλέον σπαρταριστά επεισόδια του ελληνικού ποδοσφαίρου. Αλλά και μια καλή ιδέα του τι σημαίνει «egalite» έναντι του νόμου.
Κάποιοι κακεντρεχείς θα υποστηρίξουν ότι το παραπάνω βίντεο αποτελεί ντοκουμέντο απόπειρας εκφοβισμού από έναν απλό πολίτη σε όργανο της τάξης. Χρειάζεται, όμως ένα πιο έμπειρο κι εξειδικευμένο μάτι για να δει την αλήθεια πίσω από την πρώτη εικόνα. Μόνο ένας ιδιαίτερα εξειδικευμένος ερευνητής μπορεί να διαπιστώσει τις λεπτομέρειες που μαρτυρούν τι έχει συμβεί.
Εάν ο Ζουμπούλης απαντούσε με ένα απλό «ναι» στα συνεχόμενα «κατάλαβες;» του Καπετάν Γιώργη, το θέμα θα είχε τελειώσει πριν καν γεννηθεί. Είναι φανερό όμως ότι υπάρχει πρόβλημα ακοής. Ο κατά τα άλλα ευγενικός πρόεδρος ΑΝΑΓΚΑΖΕΤΑΙ να υψώσει τον τόνο και να επαναλάβει πολλάκις την ερώτηση, διαπιστώνοντας το πρόβλημα ακοής του Ζουμπούλη. Άλλωστε το μαρτυρά ακόμη και το γεγονός ότι και ο ανώτερός του αναγκάζεται να φωνάξει δυο φορές το περίφημο «Ζουμπούλης, Ζουμπούλης», με την χαρακτηριστική προφορά που συναντά κανείς από Τρίκαλα και πάνω, για να τον πείσει ότι του φευγάτου η μάνα δεν έκλαψε ποτέ, ακόμη κι αν αυτός είναι ένστολος.
Ευτυχώς για τον Ζουμπούλη, ο πρόεδρος επιστρέφει και τον ρωτά για άλλη μια φορά αν κατάλαβε. Τότε, επιτέλους, αντιλαμβάνεται ότι έχει πρόβλημα. Ακοής. Απαντά λοιπόν «μα με έσπρωξαν κύριε πρόεδρε» για να εξηγήσει το πέσιμο στην φυσούνα και στη συνέχεια πιθανότατα βρίσκει έναν ωραιότατο Ω-Ρι-Λα για να του ξεβουλώσει τα αυτάκια.
Κανείς πρόεδρος, ούτε καν ο Κόκκαλης που ετοιμαζόταν για την δική του κυριαρχία, δεν θα χρειαζόταν να του φωνάξει ξανά. Κι έτσι, θα μπορούσε και ο ίδιος να απολαύσει την ήρεμη ζωή του αστυνομικού, ανεβαίνοντας τα αξιώματα, όπως αξίζει σε έναν άνθρωπο που αντιμετώπισε μια τέτοια κακοτοπιά στην αρχή της καριέρας του.
Κι ενώ πολλοί θα πίστευαν ότι ο πρόεδρος θα έστελνε το όργανο στο Σουφλί (που έχει καλούς γιατρούς για τα αυτιά) τίποτα τέτοιο δεν συνέβη. Ο Ζουμπούλης ακολούθησε ακριβώς τον αντίθετο από τον Παναθηναϊκό δρόμο. Όσο οι πράσινοι έπεφταν, εκείνος ανέβαινε στην ιεραρχία. Μέχρι που προήχθη στον βαθμό του ταξίαρχου παρακαλώ! Και μάλιστα όχι σε καμιά απομακρυσμένη εσχατιά της ωραιότατης ελληνικής υπαίθρου, αλλά ως διευθυντής στην Βορειοανατολική Αττική! Μεγαλεία και αποστομωτική απάντηση σε αυτούς που απέδωσαν κακές προθέσεις στον «Καπετάνιο»…