Η υπογραφή που λέρωσε την ωραία ιστορία του Μάντζαρη στον Ολυμπιακό

Αυτό που τελικά συνέβη ήταν το σενάριο που εξ’ αρχής θα έπρεπε να μας είχε φανεί το πιο πιθανό

Πάνε δύο χρόνια από τότε που η διοίκηση του μπασκετικού Ολυμπιακού έπαιξε τα ρέστα της για την παραμονή του Βαγγέλη Μάντζαρη στην ομάδα, διπλασιάζοντας τις αποδοχές του (2,6 εκατ. ευρώ για τρία χρόνια), προ του κινδύνου να αποδεχτεί την πρόταση του Δημήτρη Γιαννακόπουλου και να υπογράψει στον Παναθηναϊκό.

Ο Μάντζαρης είχε παίξει τότε σαν μετρ του είδους τα χαρτιά του, εξαργυρώνοντας με ένα τεράστιο για τις ικανότητες του συμβόλαιο τόσο το ενδιαφέρον του αιωνίου αντιπάλου, όσο κυρίως την τύχη να συνδέσει το όνομα του με το έπος της Πόλης ως rookie στον Ολυμπιακό.

Η συμμετοχή του στην πεντάδα που επέστρεψε από το -19 κόντρα στην ΤΣΣΚΑ (στο Λονδίνο δεν έπαιξε λόγω τραυματισμού) ήταν το αντίστοιχο Οσκαρ Β’ ανδρικού ρόλου για έναν πρωτοεμφανιζόμενο ηθοποιό, που δεν είχε φανταστεί καν ότι θα βίωνε τόσο νωρίς το πρώτο μεγάλο milestone της καριέρας του.

Ο Μάντζαρης βέβαια δεν ήταν χθεσινός – το παλμαρέ του περιελάμβανε δύο χρυσά μετάλλια στα Ευρωμπάσκετ u18 (2008) και u19 (2009), καθώς και δύο ασημένια στο Παγκόσμιο του u19 (2009) και στο Euro u20 (2010) – αλλά στο υψηλότερο ευρωπαϊκό επίπεδο έγινε εκείνο το βράδυ από παιδί άνδρας. Περιλουσμένος με τη δόση αστερόσκονης που του αναλογούσε από τον απρόσμενο θρίαμβο της κατάκτησης του ευρωπαϊκού τίτλου.

Για πολλούς οπαδούς του Ολυμπιακού η δόση αυτή εξελίχθηκε με τα χρόνια σε μεγαλύτερη απ’ ότι του αναλογούσε. Αποκρυσταλλώθηκε σε προνομιακή μεταχείριση, που οι επιδόσεις του στο παρκέ δεν δικαιολογούσαν. Όσοι χάρηκαν το ’17 με την «επικοινωνιακή νίκη» των αδελφών Αγγελόπουλου στη διεκδίκηση της υπογραφής του, άλλοι τόσοι απόρησαν με την ανάδειξη του σε τρίτο πιο ακριβοπληρωμένο παίκτη της ομάδας, όταν για παράδειγμα η προσφορά προς τον Κώστα Σλούκα το καλοκαίρι του ’15 δεν έφτασε ποτέ σε αυτά τα επίπεδα.

Ο Μάντζαρης ήταν πράγματι στις καλές βραδιές του ένας πολύ χρήσιμος παίκτης – ένα «κακό σπυρί» για τον αντίπαλο shooting guard και ένας ιδιαίτερα αξιόπιστος σουτέρ από τα 6,75μ. Αυτό όμως δεν αρκούσε όταν ξαφνικά πλησίασε σε απολαβές το 1 εκατ. ευρώ ετησίως. Οι καλές βραδιές έπρεπε να είναι ο κανόνας και όχι με όσες πιθανότητες έχει το στρίψιμο ενός νομίσματος, ενώ θα ήταν πλέον απαραίτητο να εμπλουτίσει το επιθετικό ρεπερτόριο του και να βγάλει ηγετικά χαρακτηριστικά, ανάλογα του (αποτυπωμένου πια και σε νούμερα) status που απολάμβανε εντός της ομάδας.

Αυτό που τελικά συνέβη ήταν το σενάριο που εξ’ αρχής θα έπρεπε να μας είχε φανεί το πιο πιθανό. Δεν είμαι της άποψης ότι βολεύτηκε και άραξε πάνω στο συμβόλαιο του – τουλάχιστον όχι συνειδητά. Το βάρος της ευθύνης όμως γύρισε μπούμερανγκ. Το διογκωμένο κασέ και οι αυξημένες υποχρεώσεις που το συνόδευαν πια θα έπρεπε να είχε διαβλέψει και ο ίδιος ότι ήταν δύσκολο να φανεί αντάξιος τους.

Οι προσδοκίες βάρυναν απότομα και η γκρίνια από την εξέδρα ήταν το φυσικό επακόλουθο. Σε συνδυασμό με κάποια προβλήματα προσωπικής φύσης έγιναν το παράσιτο που απομυζούσε κομμάτι – κομμάτι την αυτοπεποίθηση του. Την περσινή σεζόν στη Euroleague την έκλεισε με 8/38 τρίποντα (21,1%), 1,4 πόντους και 1,2 ασίστ κατά μέσο όρο σε 11:55 συμμετοχής. Το απίθανο είναι ότι σούταρε μόνο 10 δίποντα και 6 βολές όλη τη χρονιά, αποφεύγοντας όπως ο διάβολος το λιβάνι να πάει στο drive και στην προσωπική επαφή.

Ναι, ο Ντέβιντ Μπλατ δεν τον περιέβαλε με εμπιστοσύνη, αλλά κι εκείνος δεν έκανε πολλά για να την κερδίσει. Όταν έχεις μένεις στο παρκέ περίπου 325 λεπτά σε μια σεζόν και (ως γκαρντ) έχεις 10 προσπάθειες για δίποντο, με όλα και όλα 15 κερδισμένα φάουλ (λιγότερα και από τον Μπριάντε Ουέμπερ, που έπαιξε 8 ματς), τότε δεν δικαιούσαι να ισχυρίζεσαι ότι αδικήθηκες.

Είναι κρίμα, με καθαρά αθλητικό και ανθρώπινο κριτήριο, ιστορίες που έχουν ξεκινήσει τόσο ωραία όπως αυτή του Μάντζαρη στον Ολυμπιακό, να έχουν αυτό το τέλος. Αντί να εισπράξει στον τρίτο χρόνο συμβόλαιου του το προγραμματισμένο ποσό των 900.000 ευρώ, πήρε 200.000 ευρώ μόνο και μόνο για να φύγει. Έτσι όπως είχαν εξελιχθεί βέβαια τα πράγματα η συμφωνία μόνο ως win-win μπορεί να χαρακτηριστεί για τις δύο πλευρές. Οι ερυθρόλευκοι εξασφάλισαν ένα καλό ποσό για την προσθήκη ενός ακόμη γκαρντ και ο Μάντζαρης, προτού το κλίμα στο ΣΕΦ γίνει πραγματικά ανυπόφορο, θα επιχειρήσει υπό τις οδηγίες του Δημήτρη Πρίφτη να κάνει το restart.

Με εφόδιο την επίγνωση ότι για να βρει τον εαυτό του θα πρέπει να αφοσιωθεί στους βοηθητικούς ρόλους που αποδεδειγμένα μπορεί να υποστηρίξει, αποφεύγοντας να θαμπωθεί ξανά από το φιαγμένο για φίρμες κόκκινο χαλί.