Άμυνα. Η αγαπημένη λέξη της ελληνικής σχολχαχαχαχα μπάσκετ. Όταν είσαι πρακτικά ανίκανος να ανταποκριθείς στις απαιτήσεις του παγκόσμιου κι ελληνικού μπάσκετ, το γυρίζεις στο γιουρούσι και την άμυνα. Σε οποιοδήποτε άθλημα.
Αυτός ήταν και ο δρόμος που επέλεξε η Εθνική και ο προπονητής της στο ματς με τους Αμερικάνους. Ήθελαν να κατεβάσουν το ματς χαμηλά για να έχουν ελπίδες. Μόνο που αυτό το πλάνο ήταν εξ αρχής καταδικασμένο να αποτύχει. Όπως κι έγινε.
Όλοι λένε ότι η Ελλάδα έπαιξε πολύ καλή άμυνα διαβάζοντας μόνο τους αριθμούς. Ότι δηλαδή οι ΗΠΑ που είχαν 93 πόντους μ.ο. στα ματς της πρώτης φάσης, τώρα πέτυχαν 69, άρα είναι επιτυχία. Μια πολύ επιφανειακή ανάγνωση που προέρχεται από ανθρώπους που καμώνονται ότι ξέρουν μπάσκετ, αλλά δεν ξέρουν τίποτα. Γιατί η άμυνα δεν ήταν καλή άμυνα, ήταν αφελής άμυνα.
Πώς ήρθαν αυτοί οι 69 πόντοι; Έκατσε κανείς να το αναλύσει; Ήταν απόρροια του τι έδινε η ελληνική άμυνα στην αμερικάνικη επίθεση ή απλά ζήτημα ημέρας; Προσωπικά τείνω σε μια ενδιάμεση κατάσταση.
Κατ΄αρχάς να ξεκαθαρίσουμε κάτι. Το «καλή άμυνα» διαφέρει ανάλογα με τον αντίπαλο. Καλή άμυνα απέναντι στο Μαυροβούνιο σημαίνει να φας το πολύ 65 πόντους. Καλή άμυνα απέναντι στην Αμερική σημαίνει να φας μέχρι 80-82. Κι αυτό γιατί το επιθετικό ταλέντο είναι τόσο μεγάλο που όσο καλός κι αν είσαι, δε μπορείς να τους πας παρακάτω. Η καλύτερη επίθεση κερδίζει πάντα την καλύτερη άμυνα. Άσχετα που στην Ελλάδα το έχουμε αντιστρέψει. Υπάρχει ένας τρόπος να παίξεις άμυνα και πολλοί να παίξεις επίθεση.
Οι ΗΠΑ λοιπόν έμειναν στους 69 γιατί ήταν άστοχοι ή δεν αναζητούσαν πάρα πολλές φορές το ελεύθερο σουτ. Δεν γυρνούσαν τη μπάλα μέχρι τα τελευταία 5 δευτερόλεπτα για να βρουν ανισορροπία ή δεν είχαν τόσα screen και κίνηση. Αυτό σημαίνει ότι έπαιξαν στο ρελαντί. Αν είχαν ένα ποσοστό τριπόντων στο 35%, τότε θα μιλούσαμε για 30 πόντους.
Κάποιος θα μπορούσε να ισχυριστεί το ίδιο και για την Ελλάδα. Μόνο που στην Ελλάδα το πρόβλημα δεν ήταν οι ατομικές επιλογές στην επίθεση. Η Ελλάδα έψαχνε την έξτρα πάσα σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό. Ο λόγος που δεν ήρθε το επιθυμητό αποτέλεσμα δεν είναι μόνο η έλλειψη καλών σουτέρ. Είναι και η σωματική κούραση.
Οι Αμερικάνοι είναι όλοι τους χτιστοί. Ο άσος τους μπορεί για πλάκα να μαρκάρει τους περισσότερους ψηλούς ευρωπαϊκών ομάδων. Ο Μπουρούσης και ο Παπαγιάννης ή ο Πρίντεζης δε μπορούν να παίξουν με πλάτη ούτε τους κοντούς της Αμερικής, γιατί δεν έχουν δύναμη να τους σπρώξουν. Εδώ δε μπορούσε ο Γιάννης να σπρώξει τον Γκαρσία της Βραζιλίας…
Αυτό ισχύει και για την επίθεση και για την άμυνα. Αν υπάρχει μια επαφή και μια τριβή σωμάτων και στις δύο πλευρές του γηπέδου, ο λιγότερο γυμνασμένος και λιγότερο δυνατός θα πονάει περισσότερο στα κόκαλα από τον πιο δυνατό. Αυτός που πονάει περισσότερο, φθείρεται περισσότερο, άρα έχει πολύ πιο θολωμένη κρίση στην επίθεση, λιγότερη αντοχή για καλύτερο άλμα και για καλύτερη μηχανική στο σουτ, λιγότερη αντοχή προϊόντος του χρόνου να ελιχθεί για να ξεμαρκαριστεί.
Δεν υποστηρίζω ότι ξαφνικά ο Καλάθης ή ο Παπανικολάου θα σουτάρουν με 40%. Λέω όμως ότι με μια λιγότερο δυνατή άμυνα, θα υπήρχε περισσότερη αντοχή μπροστά για να έχει ο κάθε παίχτης ένα 3-4% περισσότερες πιθανότητες να σκοράρει από μέση και μακρινή απόσταση και σίγουρα περισσότερη αντοχή για να τρέξει.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι ο Πρίντεζης. Αν δείτε, όλες του οι επιθετικές προσπάθειες ήταν καλές. Έκανε όμως 3-4 προσποιήσεις για να ξεμαρκαριστεί. Αυτό σήμαινε περισσότερη κούραση. Αυτομάτως μείωνε τις πιθανότητες για να έχει καλύτερο πεταχτάρι. Έχασε πολλά lay up που τα έχει. Αυτό έγινε γιατί είναι 34 ετών, σε έναν ούτως ή άλλως καταπονημένο οργανισμό, που καταπονήθηκε περισσότερο από τα διπλά και τριπλά μαρκαρίσματα των Αμερικάνων που έκλειναν στη ρακέτα.
Αν συνυπολογίσουμε σε όλα τα παραπάνω κι ότι οι περισσότεροι παίχτες της Εθνικής είναι αγύμναστοι, τότε γίνεται πολύ πιο κατανοητό ότι η επιλογή να παίξουμε τους Αμερικάνους στην άμυνα κι όχι να ποντάρουμε παραπάνω σε επιθετικό πλάνο, που ήταν εμφανώς ανύπαρκτο, ήταν λάθος.
Ο Παπανικολάου, ο Μπουρούσης, ο Παπαγιάννης, ο Μάντζαρης που έπαιξε λίγο, ο Καλάθης και ο Σλούκας σε ένα βαθμό, δεν έχουν τη μυική μάζα των Αμερικάνων. Οι τέσσερις πρώτοι δεν έχουν τη μυική μάζα ούτε μιας σοβαρής ευρωπαϊκής ομάδας.
Γι΄αυτό είδαμε ότι ο Σλούκας έτρεχε περισσότερο κι έκανε περισσότερες προσποιήσεις για να αποφύγει τη σωματική σύγκρουση. Γι΄αυτό χάθηκαν μερικά εύκολα ριμπάουντ στην άμυνα στα οποία στάθηκε ο κύριος Σκουρτόπουλος.
Αυτό είναι κάτι που προσωπικά αμφιβάλλω αν το σκέφτηκαν διεξοδικά στον ελληνικό πάγκο ή αν προετοιμάστηκαν στο διάστημα πριν το Παγκόσμιο για να τονώσουν τη μυική μάζα των αθλητών. Σαφώς είναι και μια δική τους ευθύνη. Δε νοείται δηλαδή να είσαι ο Παπαγιάννης των 2.18 και να έχεις αυτό το σώμα.
Επομένως, θα πρέπει να πάψουμε να ζούμε και να πεθαίνουμε από την άμυνα. Γιατί όλες οι υπόλοιπες χώρες αναπτύσσουν 2 τουλάχιστον παίχτες σε κάθε γενιά που καμία άμυνα δεν τους σταματά στην καλή τους μέρα.