Βρες δεύτερο παίκτη εκτός από τον Γιάννη που θα έπαιζε στην Εθνική του 2006

Κι όμως, οι «πελαργοί» διαφωνούσαν για το χρώμα του μεταλλίου...

Από τη στιγμή που διασφαλίστηκε η παρουσία του Γιάννη Αντετοκούνμπο στο Παγκόμιο Πρωτάθλημα της Κίνας, οι πιο απαισιόδοξοι Έλληνες φίλαθλοι έκαναν λόγο για αποκλεισμό στο πρώτο νοκ-άουτ ματς – στη φάση των προημιτελικών δηλαδή – και οι πιο αισιόδοξοι… «πελαργοί» διαφωνούσαν μεταξύ τους για το χρώμα που θα έχει το μετάλλιο.

Η κουβέντα για την ισχύ της Εθνικής περιελάμβανε μάλιστα και συγκρίσεις με την ομάδα της τριετίας ’87-’89 και εκείνη της διετίας 2005-06, που αρχικά κατέκτησε το Ευρωπαϊκό και ένα χρόνο αργότερα το αργυρό στο Παγκόσμιο της Σαϊτάμα, υποχρεώνοντας τους Αμερικανούς στην τελευταία ήττα τους σε επίσημο παιχνίδι έως και σήμερα.

Η πραγματικότητα αποδείχτηκε τόσο δύσπεμπτη όσο το κάζο του ’91 με τους 30 πόντους του Γιαν Σβόμποντα στο Ευρωμπάσκετ της Ρώμης και εκείνο του ’99 στη Ντιζόν με τους 26 πόντους του (Τσέχου και τότε) Λούμπος Μπάρτον.

Το Μουντομπάσκετ του 2019 θα πάρει με τον καιρό τη θέση του στην μπασκετική ιστορία μας ως ένα από τα γαλανόλευκα «Βατερλό», λόγω των υψηλών προσδοκιών. Η Ελλάδα δεν βρήκε το σχέδιο αξιοποίησης του MVP του NBA, ή αν θέλετε δεν ήταν καθόλου εύκολο να το βρει, από τη στιγμή που δεν υπήρχε το αξιόπιστο περιφερειακό σουτ που θα προκαλούσε αποσυμφόρηση στην αντίπαλη ρακέτα.

«Χωρίς να θέλω να κριτικάρω κάτι, υπήρχε κάποιος καθαρός σουτέρ το 2005 που πήραμε το Ευρωμπάσκετ;», αναρωτήθηκε ο Κώστας Σλούκας μετά το ματς με τις ΗΠΑ, προσπαθώντας και ο ίδιος να βρει κουράγιο ενόψει του «τελικού» με την Τσεχία.

Μήπως όμως τελικά το φετινό φιάσκο δεν ήταν ζήτημα αγωνιστικού πλάνου και ανεπάρκειας στην τεχνική καθοδήγηση, αλλά καθαρά θέμα έμψυχου δυναμικού; Μήπως η σύγκριση με την ομάδα της Σαϊτάμα είναι εντελώς αυθαίρετη, ανεξαρτήτως του αριθμού των ικανών σουτέρ που είχε / έχει η κάθε μία στη σύνθεση της; Ποιος αλήθεια από τη σημερινή Εθνική, πέραν φυσικά του Γιάννη Αντετοκούνμπο, θα είχε θέση – όχι στην πεντάδα, αλλά – στην 12αδα της ομάδας που νίκησε τη Dream Team στη Σαϊτάμα;

Η προφανής απάντηση είναι ο Καλάθης και Σλούκας. Ναι, αλλά ο αντίλογος προβάλλει κάποιες… ενστάσεις, έστω κι αν σε αυτές δεν υποβόσκει το παραμικρό ψήγμα αμφισβήτησης για την ποιότητα των δύο εκ των κορυφαίων πλέι-μέικερ της Ευρωλίγκας. Είναι καθαρά θέμα θέσης. Εκείνη η ομάδα είχε στον «1» δύο εκ τους κορυφαίους point guard στην ιστορία της Ευρωλίγκας, τους Διαμαντίδη, Παπαλουκά. Που σημαίνει ότι αν και τώρα υπήρχαν διαθέσιμοι, θα ήταν πολύ δύσκολο για τους Καλάθη, Σλούκα να χωρέσουν στη «12αδα» – αν συνέβαινε θα έπρεπε κάποιος να ταξιδέψει στην Κίνα ως τρίτος πλέι-μέικερ.

Για τους Λαρεντζάκη και Μάντζαρη δεν το συζητάμε βέβαια καθόλου. Η Ελλάδα διέθετε τότε στο «2» τους Σπανούλη, Ζήση και Χατζηβρέττα, μαζί και την πολυτέλεια να κατεβάσει ένα σωρό διαφορετικά σχήματα στην περιφέρεια.

Το ένα από τα 12 μέλη είναι κοινό τότε και τώρα (Βασιλόπουλος), ενώ οι υπόλοιποι του 2006 ήταν οι Κακιούζης, Φώτσης, Τσαρτσαρής, Σχορτσιανίτης, Λάζαρος Παπαδόπουλος και Ντικούδης. Άπαντες, στην κατάσταση που ήταν τότε, θα έπαιζαν με κλειστά μάτια στη σημερινή Εθνική, με εξαίρεση ίσως το head to head Πρίντεζης – Ντικούδης. Ο καλός Πρίντεζης ασφαλώς θα είχε πρωταγωνιστικό ρόλο σε οποιαδήποτε version Εθνικής Ομάδας διαχρονικά, ο σημερινός όμως, στα 34 χρόνια του και προερχόμενος από μια πολύ μέτρια σεζόν, είναι ζήτημα αν θα εκτόπιζε κάποιο από τα τα «4αρια» που ταξίδεψαν στην Άπω Ανατολή προ 13 χρόνων.

Επιπλέον, μπορεί εκείνη η ομάδα να μην είχε τον ορισμό του κλασικού σουτέρ (τύπου Φραγκίσκου Αλβέρτη), όπως ισχυρίστηκε ο Κώστας Σλούκας, αλλά διέθετε ένα σωρό post shooters, από το «1» έως το «4», που στη μέρα του ο καθένας μπορούσε να «σκοτώσει» τον αντίπαλο, αν έμενε αλεπάλληλα ξεχασμένος από τη γραμμή του τριπόντου. Σκεφτείτε τον Γιάννη να έχει γύρω του, αγκυροβολισμένους για τρίποντο, τον Διαμαντίδη, έναν εκ των Σπανούλη, Ζήση, Χατζηβρέττα και τους Φώτση, Κακιούζη. Τεράστια η διαφορά από το να έχει στο πλάι του τον σημερινό Παπανικολάου και τον Παπαπέτρου.

Ο Θανάσης Σκουρτόπουλος έχει ακούσει τα εξ’ αμάξης δύο (και βάλε…) ημέρες τώρα, αλλά ίσως τελικά να είναι από τις περιπτώσεις που τα υλικά ευθύνονται περισσότερο από τη συνταγή για το αποτυχημένο αποτέλεσμα…