Με τιμές… ολύμπιου Θεού συμπεριφέρονται στον Ταξιάρχη Φούντα οι άνθρωποι της Ραπίντ Βιέννης, αφού στο πρόσωπό του βρήκαν τον πιο παραγωγικό επιθετικό των τελευταίων 30 χρόνων.
Σε γενικές γραμμές, το «πείραμα» του Τζόν Φαν’τ Σιπ για ανανέωση στην Εθνική ομάδα θεωρείται ότι -ως τώρα- έχει πετύχει. Στις λίγες, πραγματικά, «ανορθογραφίες» που μπορεί να βρει κανείς σχετικά με τις πρόσφατες κλήσεις του Ολλανδού, μία ειδικά μοιάζει να ξεχωρίζει.
Είναι η περίπτωση του Ταξιάρχη Φούντα, που αν αγωνιζόταν σε λίγο πιο… βορεινό πρωτάθλημα (βλέπε Eredivisie) και όχι στην Αυστρία, σίγουρα θα είχε πάρει μια ευκαιρία στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα.
Οι επιδόσεις του πρώην παίκτη του Πανιωνίου, του Αστέρα Τρίπολης και της ΑΕΚ με τη φανέλα της Ραπίντ Βιέννης «ζαλίζουν», με τον ίδιο τρόπο που θα ζαλιζόταν κάποιος που θα κοίταζε τον κόσμο από την κορυφή του Ολύμπου, του βουνού-κατοικίας των Θεών, μεταξύ των οποίων κατατάσσουν πια τον Έλληνα επιθετικό!
Με 8 γκολ σε 11ματς πρωταθλήματος και 1 σε δύο ματς Κυπέλλου, έχει συνολικά 9 τέρματα σε 13 επίσημα παιχνίδια, πραγματοποιώντας μια εκκίνηση που οι άνθρωποι της ομάδας είχαν δεν μόνο άλλες δύο φορές τα τελευταία 30 χρόνια. Κι όλα αυτά από έναν παίκτη που πολλές φορές στο παρελθόν (παρά το γεγονός ότι είναι μόλις 24 ετών) έμοιαζε «τελειωμένος» και αντιμετωπίστηκε ως τέτοιος, κυρίως εξαιτίας των σοβαρών τραυματισμών του, που έβαζαν «νάρκες» στην καριέρα του.
Τον περασμένο Μάρτιο ένιωσε ξανά την αμφισβήτηση. Ένα πρόβλημα στον ώμο ήταν ο λόγος για τον οποίο έχασε το φινάλε της προηγούμενης σεζόν και αυτό, σε συνδυασμό με το όχι και τόσο εντυπωσιακό στατιστικό των τεσσάρων τερμάτων σε 22 ματς με την Σεντ Πέλτεν, αλλά και τα οικονομικά προβλήματα της ομάδας, τον οδήγησε στην πόρτα της εξόδου.
Η ομάδα, αν και θα μπορούσε εύκολα να ανανεώσει το συμβόλαιό του για ακόμη ένα χρόνο, αποφάσισε να κάνει πίσω και να τον αφήσει ελεύθερο. Λογικά ο άνθρωπος που σήκωσε το βάρος μιας τέτοιας απόφασης, τώρα χτυπά το κεφάλι του στον τοίχο των αποδυτηρίων, ενώ από την άλλη, οι παράγοντες της Ραπίντ νιώθουν την ευτυχία που βιώνει κανείς όταν πιάνει τον πρώτο αριθμό του λαχείου και μάλιστα με λαχνό που βρήκε πεταμένο στον δρόμο, αφού κάπως έτσι ήταν η κατάσταση με τον παίκτη την 1η Ιουλίου, όταν εντασσόταν επίσημα στο ρόστερ της.
Άλλωστε, η αλήθεια είναι πως από την ημέρα που έμεινε ελεύθερος από την ΑΕΚ, η καριέρα του βρέθηκε σε πτώση και οι πιθανότητες ανάκαμψης δεν έμοιαζαν να είναι με το μέρος του. Αποκτήθηκε μεν από την Σάλτσμπουργκ, αλλά οι συνεχόμενοι δανεισμοί δεξιά κι αριστερά και οι συχνές επισκέψεις στους γιατρούς, δεν ήταν στοιχεία που θα έκαναν κάποιον να ποντάρει εύκολα τα λεφτά του πάνω του.
Το ποδόσφαιρο, όμως, όπως και η ίδια η ζωή, είναι γεμάτο εκπλήξεις. Γεμάτο ιστορίες ανθρώπων που τα έβαλαν με τους δαίμονές τους και αρνήθηκαν να υποταχτούν στο «μοιραίο». Που δημιούργησαν στον εαυτό τους τις συνθήκες ώστε να διεκδικήσουν ακόμη μία ευκαιρία, πιστεύοντας στις δυνατότητές τους, ακόμη και εάν δεν υπάρχουν άλλοι που συντάσσονται με αυτούς. Τέτοια είναι η περίπτωση του Ταξιάρχη Φούντα, που συνεχίζει να «τρελαίνει» την Αυστρία, να γίνεται πρωτοσέλιδο στις εφημερίδες και σύνθημα στα χείλη των οπαδών της Ραπίντ.
Μέχρι σήμερα, αυτές οι φωνές από την Αυστρία δεν φαίνεται να έχουν φτάσει μέχρι τα αυτιά του Τζόνι Φαν’τ Σιπ, παρά το γεγονός ότι σε αντίστοιχες περιπτώσεις (όπως του Βρουσάι ή του Παυλίδη στην επίθεση ή του Χατζηδιάκου στην άμυνα) δείχνει να έχει τον νου του για τέτοια «ξεχασμένα διαμαντάκια).
Αν έπαιζε για λογαριασμό της Άλκμααρ, της Ουτρέχτης ή της Φίτεσε και έκανε τα ίδια πράγματα (ή και λιγότερα), μάλλον θα είχε κερδίσει ήδη τον Ολλανδό προπονητή της Εθνικής ομάδας, τουλάχιστον μέχρι του σημείου μιας απλής κλήσης στο αντιπροσωπευτικό συγκρότημα. Φαίνεται πως κάτι τέτοιο είναι απλά θέμα χρόνου να συμβεί. Είναι το μόνο που περιμένει πλέον ο Φούντας για να επιβραβευτεί έμπρακτα για την απίθανη πρόοδό του, η οποία τον φέρνει ξανά στο κατώφλι της «γαλανόλευκης», τέσσερα ολόκληρα χρόνια από τότε που ο Σέρχιο Μαρκαριάν ως ομοσπονδιακός τεχνικός τον είχε καλέσει για τελευταία φορά…