Ήταν περίπου τέτοιες μέρες (για την ακρίβεια 9 Δεκεμβρίου) του μακρινού 1987 όταν ο Παναθηναϊκός επικρατούσε με 5-1 της Χόνβεντ και ολοκλήρωνε έτσι μία από τις μεγαλύτερες ανατροπές στην ιστορία των ελληνικών ομάδων στα κύπελλα Ευρώπης.
Ο Δημήτρης Σαραβάκος δεν είδε το δικό του όνομα μεταξύ των σκόρερ (άσχετα αν σε κάποια σχετικά αφιερώματα θα το δείτε γραμμένο από κάποιο λάθος που απλά αναπαράγεται). Τα γκολ εκείνης της βραδιάς σημείωσαν οι Βλάχος (2), Αντωνίου, Μαυρίδης και Μπατσινίλας, με τον «μεγάλο μικρό», πάντως, να έχει άμεση συμμετοχή σχεδόν σε όλα.
Σε κάθε περίπτωση η συνεισφορά του σε αυτήν την επική πρόκριση δεν περιορίστηκε σε εκείνες τις ασίστ, αλλά ουσιαστικά ήταν εκείνος που προετοίμασε τον δρόμο για το «θαύμα του ΟΑΚΑ», βάζοντας τις βάσεις 15 βράδια νωρίτερα στην Ουγγαρία.
Αν με ρωτήσεις, θα σου πω (βασικά θα σου πω, ρωτήσεις-δεν με ρωτήσεις) ότι ο Σαραβάκος και ο Διαμαντίδης, αντίστοιχα, είναι οι μεγαλύτεροι παίκτες που έχουν φορέσει ποτέ τη φανέλα με το τριφύλλι σε οποιοδήποτε άθλημα. Τουλάχιστον από όσους έχω παρακολουθήσει αγωνιζόμενους. Και το κοινό τους χαρακτηριστικό δεν είναι φυσικά μόνο το… βαφτιστικό τους όνομα ούτε τα υποκοριστικά του, με τα οποία έμειναν στο μυαλό των οπαδών ως «Μήτσος» και «Μητσάρας».
Εκείνο που συνδέει τους δύο Δημήτρηδες είναι η αίσθηση της υπερβατικής φύσης τους, έτσι όπως αυτή σμιλεύτηκε μέσα από την παρουσία και την καριέρα τους. Αυτή η βεβαιότητα πως τίποτα δεν τελείωνε πριν «μιλήσουν» εκείνοι στο γήπεδο. Η σιγουριά πως όσο στραβά κι αν είχαν εξελιχθεί τα βράδια, είχαν την ικανότητα ως από μηχανής θεοί να αλλάξουν τη ρότα μιας αναμέτρησης και επαγωγικά τον τρόπο που γράφεται ιστορία.
Ο μύθος του Σαραβάκου γιγαντώθηκε μέσα από νύχτες σαν εκείνη…
Ο Παναθηναϊκός του Βασίλη Δανιήλ είχε μια δύσκολη σεζόν στην Ελλάδα, αλλά στην Ευρώπη είχε ήδη αποκλείσει την γαλλική Οσέρ (νίκη 2-0 στο ΟΑΚΑ, ήττα 3-2 εκτός έδρας, με τον νεαρό τότε Ερίκ Καντονά να βρίσκει δίχτυα) και αμέσως μετά από αυτή την υπέρβαση, βρέθηκε ενώπιος ενωπίω με μια άλλη, ακόμη μεγαλύτερη.
Η Γιουβέντους έμοιαζε εμπόδιο αξεπέραστο, αλλά για κάτι τέτοια είχε γεννηθεί ο Σαραβάκος. Στα ματς με την «βέκια σινιόρα» κάνει σμπαράλια την ιταλική άμυνα, πετυχαίνοντας ένα φανταστικό γκολ με τρομερό σουτ στο 1-0 της Αθήνας και ένα επίσης υπέροχο με ατομική ενέργεια στο 3-2 του «Κομουνάλε» που χάρισε την πρόκριση και έμεινε για τους υπερόπτες «μπιανκονέρι» στην ιστορία ως το περίφημο «caso Saravakos» και αναγκάζοντάς τους να ενδιαφερθούν για την απόκτησή του. Ένα ενδεχόμενο που απέρριψε δίχως πολλή σκέψη τότε ο Γιώργος Βαρδινογιάννης.
Όταν η κληρωτίδα έφερε αντίπαλο στον γ’ γύρο την Χόνβεντ, η υπεροψία πέρασε στο πράσινο στρατόπεδο. Σε μια εποχή που η πρόσβαση στην πληροφόρηση ήταν απείρως δυσκολότερη σε σχέση με σήμερα, οι ομάδες δεν είχαν πάντα πλήρη εικόνα για την δυναμική και τις ικανότητες των αντιπάλων τους. Η Χόνβεντ θεωρήθηκε μια πιο διαχειρίσιμη και εύκολη αποστολή, με αποτέλεσμα πριν καλά-καλά μπει το τριφύλλι στο γήπεδο να χάνει 1-0, με γκολ στο 3ο λεπτό! Ο Κόβακς, που είχε ανοίξει το σκορ, σημείωσε εκείνο το βράδυ συνολικά τέσσερα τέρματα, άλλο ένα πέτυχε ο Φόντορ με πέναλτι και στο 62’ οι Μαγυάροι είχαν ένα υπέρ τους 5-0 που έμοιαζε ανυπέρβλητο…
Και τότε μίλησε η θεία και υπερβατική διάσταση του Δημήτρη Σαραβάκου. Του ποδοσφαιριστή με την μοναδική ικανότητα να μετατρέπεται σε σούπερ ήρωα, σε υπεράνθρωπο που μπορεί να μην έσωζε ολόκληρο τον πλανήτη, αλλά για τον Παναθηναϊκό έφτανε και παρα-έφτανε κάθε φορά που φορούσε την μαγική, πράσινη στολή του.
Τρία λεπτά χρειάστηκε όλα κι όλα για να βάλει την προσωπική σφραγίδα του στο ματς και να μετατρέψει μια κηδεία (κι ενδεχομένως ένα τελικό σκορ που θα δημιουργούσε ήττα-ρεκόρ πιο ντροπιαστική κι από το 7-0 του Ολυμπιακού από την Γιουβέντους) σε λόγο για να γεμίσει από 75.000 κόσμου δύο εβδομάδες αργότερα το ΟΑΚΑ.
Ο λαός του Παναθηναϊκού ίσως να μην πίστευε τόσο στην ομάδα, που συνέχιζε να έχει προβληματική απόδοση στις εγχώριες διοργανώσεις. Διατηρούσε όμως την ακλόνητη πίστη της στον «Μητσάρα». Αυτή η πίστη είναι που οδήγησε και τους υπόλοιπους και αποδείχτηκε η δύναμη που άλλαξε τα πάντα.
Ο Σαραβάκος δεν σκόραρε στο επικό 5-1 του Ολυμπιακού Σταδίου. Κι ας επιμένουν να του πιστώνουν το τέταρτο γκολ το οποίο σημείωσε ο Μαυρίδης. Εκείνος απλά είχε βγάλει τη συστημένη σέντρα στο κεφάλι του διεθνούς λίμπερο, όπως από δική του εκτέλεση φάουλ είχε προέλθει το τέρμα που άνοιξε τον δρόμο προς τον θρίαμβο. Και φυσικά από δική του ενέργεια προήλθε και το 3-0 που σημείωσε ο Αντωνίου, βάζοντας το τριφύλλι σε τροχιά πρόκρισης, ενώ από δική του επέλαση προήλθε και το τελικό 5-1 από τον Μπατσινίνα, με το οποίο επισφραγίστηκε ο θρίαμβος.
Όταν οι πράσινοι βρέθηκαν ξανά στα ευρωπαϊκά σαλόνια δεν είχαν αλλάξει μόνο οι εμφανίσεις, αφού οι αγώνες των προημιτελικών έγιναν Μάρτιο. Η μέτρια πορεία στο πρωτάθλημα είχε κοστίσει στον Βασίλη Δανιήλ τη θέση του και πλέον στον πάγκο καθόταν ο Γκίντερ Μπένγκτσον, ένας τεχνικός με περγαμηνές και… κάτοχος του τίτλου αφού μόλις την προηγούμενη σεζόν είχε οδηγήσει την… πελάτισσα του Παναθηναϊκού, Γκέτεμποργκ, στην κατάκτηση του UEFA.
Δυστυχώς ο Σουηδός ήταν γραφτό να μην γευτεί ανάλογη επιτυχία με το τριφύλλι, αφού στους «8» απέναντί του βρέθηκε ο δικός του «κακός δαίμονας». Η Μπριζ των Κέλεμανς, Φαν ντερ Ελστ, Ντεγκρίζ και άλλων μελών της κορυφαίας εθνικής Βελγίου πριν τη σημερινή, ήταν εκείνη που χαμογέλασε, παρά το γεγονός ότι και πάλι ο Σαραβάκος φώναξε «παρών» ανοίγοντας το σκορ στο 2-2 του πρώτου ματς, αλλά το 1-0 της ρεβάνς έβαλε τέλος στα πράσινα όνειρα για μια ακόμη μεγαλύτερη ευρωπαϊκή διάκριση…