Ο Νίκος Ζήσης περπατάει πια στα 37.
Παραμένει παίκτης υψηλού επιπέδου, αλλά τα σπουδαία χρόνια της καριέρας του είναι πίσω του.
Δεν πρόκειται να έρθει και να κάνει αυτομάτως την ΑΕΚ ομαδάρα, ούτε η παρουσία του μπορεί να της εγγυηθεί ότι θα πετύχει τους στόχους της.
Σκέφτεται λοιπόν κάποιος αυτά τα (ρεαλιστικά αν μη τι άλλο) δεδομένα και αναρωτιέται:
Γιατί οι ΑΕΚτζήδες κάνουν σαν παλαβοί που θα τον ξαναδούν με τη φανέλα της ομάδας τους;
Είναι πολύ απλό…
Γιατί ο Ζήσης δεν είναι απλά ένα τεράστιο όνομα. Ένα κεφάλαιο για το ελληνικό μπάσκετ. Ένα δικό της παιδί που μεγάλωσε (μπασκετικά και ηλικιακά) στην αγκαλιά της.
Είναι μια προσωπικότητα, μια ιδιοσυγκρασία, μια νοοτροπία που (εντός κι εκτός) γηπέδου πλησιάζει όσο ελάχιστοι αθλητές στην ιστορία των τμημάτων της σε αυτό που θέλει να πρεσβεύει η ΑΕΚ:
Έχει ήθος σπάνιο. Χαρακτήρα που αναγνωρίζεται απ’ όλους. Σεμνότητα που δύσκολα συναντάς σε παίκτη με τα δικά του επιτεύγματα.
Καλλιέργεια ασυνήθιστη για αθλητή και άριστη εξωγηπεδική ζωή (όπου είναι υπόδειγμα οικογενειάρχη).
Δεν του χαρίστηκε ποτέ τίποτα, κέρδισε τα πάντα στην καριέρα του με το σπαθί του, δεν συζητήθηκε ποτέ για οτιδήποτε άλλο πέρα από τα αγωνιστικά του κατορθώματα.
Μα πιο πολύ… ΑΕΚ απ’ όλα είναι ο τρόπος που πάντα αγωνιζόταν μες στο παρκέ:
Με πάθος ασίγαστο. Με σπίθα στα μάτια. Με άρνηση να παραιτηθεί ανεξαρτήτως συνθηκών και αντιπάλου.
Και με ψυχή τέτοια που του επέτρεψε (ακόμα και αν δεν ήταν το σούπερ εντυπωσιακό ταλέντο) να καλύπτει οποιοδήποτε χάντικαπ και να γίνει ο παίκτης που είναι σήμερα.
Ποιος μπορεί να ξεχάσει ότι το ιστορικό τρίποντο με την Εφές (που ακόμα και σήμερα αποτελεί ονείρωξη των ΑΕΚτζήδων) το πέτυχε με σπασμένη μύτη;
Ποιος μπορεί να ξεχάσει ότι την επόμενη μέρα από τη δολοφονική αγκωνιά του Βαρεζάο που του παραμόρφωσε το πρόσωπο ήταν εκείνος που παρηγορούσε τους συμπαίκτες του (και όχι το αντίθετο) λέγοντας «παιδιά, μην κάνετε έτσι, θα μου περάσει»;
Όλα τους αποδείξεις/επιβεβαιώσεις πώς πάντοτε έπαιζε λυσσασμένα και (ακόμη και μετά τον σοβαρό τραυματισμό του) έμπαινε σε όλες τις φάσεις με χίλια.
Μα κι αν υπήρχε οποιαδήποτε αμφιβολία για το πόσο εκφράζει τον ΑΕΚτζή και πόσο μπορεί ν’ ακουμπήσει τον ψυχισμό του, αυτή διαλύθηκε με το μήνυμα που έστειλε μετά την ανακοίνωση της επιστροφής του.
Με το ύφος που απευθύνθηκε στον κόσμο, δηλώνοντας σαστισμένος από την αγάπη του.
Με την ειλικρίνεια που του μίλησε, παραδεχόμενος ότι δείλιασε να γυρίσει προ τριετίας κι ότι το είχε πάρει απόφαση πως δεν θα φορούσε ποτέ ξανά τα κιτρινόμαυρα.
Με τον ρομαντισμό που έβγαλε με τη διαπίστωση πως ήταν γραφτό της μοίρας του να επιστρέψει στην «Ένωση».
Και με την υπόσχεση πως δεν έρχεται απλώς για να εκπληρωθεί ένα απωθημένο και να καμαρώνει «περασμένα μεγαλεία», αλλά για να ζήσει με τους ΑΕΚτζήδες στιγμές όπως ο γύρος του θριάμβου εκείνο το μαγικό βράδυ στο Γαλάτσι…