Το βράδυ που τον σταμάτησαν μόνο οι γκρι: Το καταραμένο ματς που δεν θα ξεχάσει ποτέ ο Βασίλης Σπανούλης

Όσα χρόνια και αν περάσουν

Ο ημιτελικός του Ευρωμπάσκετ με τη Γαλλία το 2005 έχει μείνει στη μνήμη μας ως μια ανατροπή εμπνευσμένη από το σοβιετικό έπος στο Μουντομπάσκετ του 1986.

Ήταν η πρώτη μιας σειράς τέτοιων από την Εθνική Ελλάδας, που δύο χρόνια αργότερα, στη Μαδρίτη, πήρε το… διδακτορικό της στη νοοτροπία «refuse to lose» με το ακόμη πιο εντυπωσιακό come back απέναντι στη Σλοβενία. Ήταν ο προημιτελικός του Ευρωμπάσκετ του 2007 και με μόλις 150 δευτερόλεπτα να απομένουν έμοιαζε δεδομένο ότι η πρωταθλήτρια Ευρώπης παρέδιδε άδοξα τον τίτλο της. Έχοντας παίξει άθλιο μπάσκετ, βρέθηκε με τρίποντο του Λάκοβιτς στο -12 (49-61) και απέμεναν τα διαδικαστικά για να σφραγιστεί μια παταγώδης αποτυχία μόλις ένα χρόνο μετά το θαύμα της Σαϊτάμα.

Τα διαδικαστικά για εκείνη την ομάδα βέβαια δεν ήταν… ίδια με όλες τις υπόλοιπες. Αν κάποιοι πίστευαν ότι υπήρχε επιστροφή από το 58-42 του 34’ ήταν (μόνο) ο Παναγιώτης Γιαννάκης και οι παίκτες του, που στα τελευταία 150’’ έτρεξαν σερί 14-1 και με αυτό το συγκλονιστικό τρόπο πήραν την πρόκριση στα ημιτελικά (63-62).

Έτσι, ο ένας από τους δύο ημιτελικούς της 15ης Σεπτεμβρίου μετατράπηκε σε blockbuster – μια αναμέτρηση ανάμεσα στην πρωταθλήτρια Ευρώπης και την πρωταθλήτρια κόσμου Ισπανία. Ντέρμπι με ξεκάθαρο φαβορί βέβαια, καθώς η παρέα των Γκασόλ, Ναβάρο, Καλδερόν, Ρούντι, Γκαρμπαχόσα και Ρέγες έπαιζε στην έδρα της. Στο μεταξύ τους παιχνίδι στον όμιλο η Ελλάδα επιζητούσε ρεβάνς για τον τελικό της Σαϊτάμα, αλλά ηττήθηκε με κάτω τα χέρια (58-76).

«Αυτή τη φορά το παιχνίδι θα είναι τελείως διαφορετικό», προεξόφλησε ο Παναγιώτης Γιαννάκης και όσοι… ήξεραν δεν είχαν καμία αμφιβολία ότι σοβαρολογούσε.

Σε εκείνο το ματς η Εθνική μας δεν περίμενε τα τελευταία λεπτά του αγώνα για να δείξει τα δόντια της. Είχε από την αρχή έως το τέλος το προφίλ της μεγάλης ομάδας, αυτής που αρνείται να λυγίσει. Και πιθανότατα δεν θα είχε λυγίσει ποτέ αν οι τρεις διαιτητές, ο Ουκρανός Ντραμπικόβσκι, ο Σέρβος Μπελόσεβιτς και ο Πολωνός Ζιεμπλίτσκι, δεν ήταν αποφασισμένοι να στείλουν στον τελικό την Ισπανία.

Από το ξεκίνημα του αγώνα ήταν ξεκάθαρα τα δύο μέτρα και δύο σταθμά στον τρόπο που προσέγγιζαν τις επαφές στις άμυνες των δύο ομάδων. Τα «δώρα» – φάουλ υπέρ της Ισπανίας τα ένιωσαν πρώτοι στο πετσί τους οι Λάζαρος Παπαδόπουλος και Θοδωρής Παπαλούκας, ο οποίος φορτώθηκε με τρία από το πρώτο ημίχρονο, τα δύο εκ των οποίων ανύπαρκτα.

Οι γηπεδούχοι προηγήθηκαν με 35-26 στο 15’, αλλά η ελληνική άμυνα ήταν καταπληκτική εκείνο το βράδυ και ο Βασίλης Σπανούλης σεληνιασμένος. Σε μια ραψωδία από… deflections, οι διεθνείς μας έβαζαν διαρκώς χέρια πάνω και στην πορεία της μπάλας, υποχρεώνοντας σε 16 λάθη τους Ισπανούς, τα 11 εκ των οποίων κλεψίματα! Θα ήταν περισσότερα αν οι Ισπανοί δεν είχαν σε κάποιες περιπτώσεις εξόφθαλμη διαιτητική βοήθεια, όπως σε αυτήν εδώ:

Ή σε αυτήν, που η τάπα του Λάζο στον Ρέγιες μετατράπηκε σε δύο βολές υπέρ του Ισπανού φόργουορντ.

Ακόμα κι έτσι, η Εθνική δε είχε καμία διάθεση να παραδώσει τα όπλα. Με εννιά πόντους του Σπανούλη μετά το 15’ η διαφορά έφτασε με τη λήξη του ημιχρόνου στο καλάθι (41-39). Ο Kill Bill έκανε ίσως το μεγαλύτερο παιχνίδι του με τη γαλανόλευκη φανέλα, σταματώντας στους 24 πόντους (10/14 εντός πεδιάς) και τις 5 ασίστ. Έστω κι αν οι ρέφερι προσπάθησαν να βγάλουν και αυτόν εκτός ρυθμού, ανακαλύπτοντας αυτό το απίθανο φάουλ.

Οι προκλήσεις των Ισπανών με τους θεατρινισμούς τους, τις υποκριτικές πτώσεις και τα… τινάγματα είναι μια δυνατή ανάμνηση για όλους τους Έλληνες από εκείνο το παιχνίδι. Στη φάση με τον Σπανούλη ο Ρούντι «σκηνοθετεί» μόνος του το φάουλ και αφού ξεγελάει τους διαιτητές ζητάει κι από πάνω αντιαθλητικό. Αλλά το αποκορύφωμα της παντελούς απώλειας… αξιοπρέπειας των γηπεδούχων σε εκείνο το παιχνίδι είναι αυτό το «έπος» του Χοσέ Μανουέλ Καλδερόν.

Αν υπήρχε από τότε ο κανονισμός του flopping, οι Έλληνες θα έπρεπε υπό φυσιολογικές συνθήκες να εκτελέσουν καμιά δεκαριά βολές. Αντ’ αυτού, στη συγκεκριμένη φάση ο Κώστας Τσαρτσαρής χρεώθηκε και με αντιαθλητικό, πέφτοντας, εκνευρισμένος ων, στην παγίδα των αντιπάλων του. Με ένα σπρώξιμο στον Γκαρμπαχόσα, ο οποίος ζήλεψε τη χάρη του συμπαίκτη του, κάνοντας μπλονζόν… αλά τερματοφύλακας.

Το μοναδικό αποτέλεσμα που είχαν οι διαμαρτυρίες του ελληνικού πάγκου και του Τσαρτσαρή προσωπικά ήταν να χρεώσουν με το τέταρτο φάουλ τον Έλληνα φόργουορντ στην αμέσως επόμενη φάση. Για την ακρίβεια να εφεύρουν το τέταρτο φάουλ για αυτή την άμυνα στον Καλδερόν.

Το 59-60 έγινε 65-60 στο 34’, αλλά η Ελλάδα πέρασε μπροστά με 65-67 και στα 4’:30’’ πριν το τέλος ο Παπαλουκάς είχε ανοιχτό τρίποντο για το 65-70. Τελικά αυτό ήρθε από την άλλη πλευρά (Καλδερόν), η Εθνική κόλλησε στους 67 πόντους και έμεινε ζωντανή στο τέλος με drive του Σπανούλη (74-70) και τρίποντο του Βασιλόπουλου στα 36’’ (76-73). Οι Ισπανοί ήταν όμως εύστοχοι στις βολές, για να γραφτεί το τελικό 82-77 και να πάρουν την πρόκριση στο μεγάλο τελικό.

Παρά τις εξαιρετικά αντίξοες συνθήκες, η Εθνική δεν θα είχε πιθανότατα ηττηθεί αν η Ισπανία δεν είχε διαολεμένη ευστοχία στις βολές (28/29) ή αν ο Ναβάρο δεν έβλεπε σαν βαρέλι το καλάθι από τη γραμμή του τριπόντου (5/6), ακόμα και σε σουτ που πήρε υπό πίεση. Ή αν έστω οι Διαμαντίδης, Παπαλουκάς ήταν λίγο πιο αποτελεσματικοί επιθετικά εκείνο το βράδυ (9 πόντοι αθροιστικά με 2/13).

Ο τρόπος με τον οποίο γκρεμίστηκε το όνειρο για το back to back έκανε τους Έλληνες φιλάθλους να πανηγυρίσουν σα να ήταν… δικό μας το buzzer beater του Τζέι Αρ Χόλντεν στον τελικό. Ο Πάου Γκασόλ είχε στον ημιτελικό 7/10 δίποντα και 9/10 στις βολές, αλλά δυο μέρες αργότερα «πάτωσε», με 3/11 και 5/12 αντίστοιχα! «Άδεια» η Ισπανία από την υπερπροσπάθεια στον ημιτελικό, έμεινε στους 59 πόντους και ο απρόσμενος θρίαμβος της ομάδας του Ντέιβιντ Μπλατ υπενθύμισε σε όλη την Ελλάδα ότι οι ορθόδοξοι Ρώσοι είναι αδέρφια μας…