Το ημερολόγιο έγραφε 25 Ιανουαρίου 1995. Η Κρίσταλ Πάλας υποδεχόταν την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ, η οποία διεκδικούσε το τρίτο σερί πρωτάθλημά της. Ο Ερίκ Καντονά, αδιαφιλονίκητος ηγέτης των «Κόκκινων Διαβόλων και ο άνθρωπος που άλλαξε την ποδοσφαιρική ιστορία της Γιουνάιτεντ, μόλις είχε δεχθεί κόκκινη κάρτα και στραβωμένος κατευθυνόταν στα αποδυτήρια.
Ο Μάθιου Σίμονς παρακολουθούσε με ικανοποίηση το σκηνικό από τις κερκίδες του γηπέδου. Δεν ήταν μόνο η οπαδική του ιδιότητα -αυτή του φίλου της Κρίσταλ Πάλας- που ικανοποιούταν από το γεγονός ότι ο Καντονά αποβαλλόταν. Ήταν και η πολιτική του ταυτότητα που ηδονιζόταν: ενεργό μέλος του εθνικιστικού BNP έβλεπε τον μισητό ξένο από τη Γαλλία που την είχε δει βασιλιάς στη χώρα του, να τιμωρείται. Αυθόρμητα, κατέβηκε μερικές σειρές στις κερκίδες για να ξεπροβοδίσει τον Καντονά από τον αγωνιστικό χώρο του γηπέδου της ομάδας του.
Τα ξενοφοβικά σχόλια του Σίμονς προς τον τσαντισμένο Καντονά -«γαμ…ενε ξένε» και άλλες τέτοιες ομορφιές εκτοξευόντουσαν προς το πρόσωπο του ηγέτη της Μάντσεστερ- διακόπηκαν με ένα τρόπο που κανείς δεν μπορούσε να προβλέψει. Ο «Βασιλιάς Έρικ» πήρε φόρα, όρμησε στον Σίμονς και με μια καρατιά τον χτύπησε με τις τάπες στο πρόσωπο. Το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο: ποτέ μην εκνευρίζεις τον Ερίκ Καντονά. Τουλάχιστον αν δεν υπάρχει μια απόσταση ασφαλείας ανάμεσα σε εσένα και εκείνον.
25 χρόνια μετά από εκείνη την κίνηση, με την Premier League να έχει γυαλίσει μέχρι εκεί που δεν πάει το προϊόν της και διαφόρων ειδών τέτοιες συμπεριφορές να αποτελούν δημόσια αντιπαραδείγματα, μοιάζει πολύ δύσκολο να γίνει κατανοητή η σημασία εκείνης της κίνησης. Το αγγλικό ποδόσφαιρο έβγαινε από μια μεγάλη περίοδο εσωστρέφειας, από εκείνη την περίοδο αυτοαποκλεισμού από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις. Βρισκόταν σε μια διαδικασία ανάδειξης της νέας μορφής του. Η κίνηση του Καντονά, oldschool και θαρρείς βγαλμένη από τις γειτονιές των χουλιγκάνων, χαλούσε τη βιτρίνα του αγγλικού ποδοσφαιρικού προϊόντος.
Η πολιτική ταυτότητα του δράστη και τα όσα είχε σούρει στον Καντονά προτού αυτός τα πάρει στο κρανίο και του επιτεθεί αποσιωποιήθηκε εντελώς. Ο Γάλλος τιμωρήθηκε με ετήσιο αποκλεισμό, μετουσιώθηκε επικοινωνιακά σε αλήτη που χαλάει την αγγλική γιορτή. Ειρωνεία: ο ποδοσφαιριστής που με αυτό το πρωτόγνωρο μείγμα τσογλανιάς και ποιότητας αποτέλεσε μερικά χρόνια πριν το βασικό όχημα απεγκλωβισμού της Premier League από την εσωστρέφεια που την είχαν ρίξει οι τιμωρητικές πολιτικές της Θάτσερ, αυτός ήταν και εκείνος που μερικά χρόνια αργότερα μετατρεπόταν σε αποδιοπομπαίος τράγος.
Η Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ έχασε το πρωτάθλημα από τη Μπλάκμπερν, δεν κατάφερε να ξεπεράσει σε κανένα σημείο του υπολοίπου της σεζόν την απουσία του «Βασιλιά». Η περιρρέουσα ατμόσφαιρα ωθούσε τον Γάλλο να δεχθεί με στωικότητα την τιμωρία και με αυτοκριτική διάθεση την πράξη του. Ένας άλλος ποδοσφαιριστής, ίσως να αποδεχόταν αυτή την προοπτική, ίσως να έκανε τη μια δήλωση μεταμέλειας μετά την άλλη, ίσως να ζητούσε συγγνώμη σε όλους τους τόνους. Αλλά ο Κάντονα δεν ήταν απλά ένας ποδοσφαιριστής.
«Όταν οι γλάροι ακολουθούν την τράτα, είναι γιατί νομίζουν πως θα πεταχτούν σαρδέλες στη θάλασσα», λέει ο Καντονά στο δικαστήριο με υποτιθέμενο νόημα αλλά στην πραγματικότητα απλά τρολάρει τη διαδικασία. Στο διάστημα που θα ακολουθήσει όχι απλά δεν δηλώνει μετανοημένος για την κίνησή του αλλά την υπερασπίζεται κι’ όλας.
«Ήταν σωστή η τιμωρία μου, έτσι έπρεπε να γίνει», θα πει σε μια συνέντευξή του μετά από λίγο καιρό. «Άρα μετανιώνεις για αυτό που έκανες;», θα ρωτήσει διευκρινιστικά ο δημοσιογράφος. «Όχι βέβαια, δεν μετανιώνω. Έπρεπε να τιμωρηθώ βάση κανονισμού, αλλά δεν μετανιώνω. Θα το έκανα ξανά», τονίζει ο μεγάλος Καντονά.
Ήταν η πρώτη από μια σειρά περιπτώσεων που ο Καντονά αρνούνταν να προσαρμόσει τις απόψεις του σε αυτό που του έλεγε πως «πρέπει» να πει το κοινωνικό του περιβάλλον, ουσιαστικά επρόκειτο για την απαρχή του μύθου του. Τι κι αν ολόκληρο το αγγλικό ποδόσφαιρο τον όρισε ως θύτη; Εκείνος ήξερε πως όταν κάποιος δέχεται ρατσιστικούς χαρακτηρισμούς είναι θύμα, έπραξε αναλόγως και ποτέ δεν δέχθηκε πως ήταν λάθος. 25 χρόνια μετά, με τον ρατσισμό και την ξενοφοβία να γιγαντώνονται και -κυρίως- να σχετικοποιούνται, η αδιαλλαξία του Καντονά παραμένει ένα είδος φάρου.