Πολλά από τα ευρήματά του έχουν χρησιμοποιηθεί από εισαγγελικές και διωκτικές αρχές για να φέρουν ζεστό χρήμα σε κρατικά και ομοσπονδιακά ταμεία.
Προτού ακόμα επινοηθεί το διαδίκτυο η ιστορία του θα μπορούσε να είναι σενάριο επιστημονικής φαντασίας. Για τους μεγάλους του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου το σενάριο πήρε τη μορφή… θρίλερ, καθώς η έννοια «απόρρητο» κυριεύτηκε πλήρως.
Ο Ρούι Πίντο είναι αυτός που με το ψευδώνυμο «Τζον» χάκαρε τα mail συλλόγων, παραγόντων και μάνατζερ, φέρνοντας στο φως τα περίφημα Football Leaks – τη μεγαλύτερη διαρροή στην ιστορία του αθλητισμού. Όπως έγινε αργότερα γνωστό, ο Πίντο συγκέντρωσε 70 εκατομμύρια έγγραφα και 3,4 terabytes πληροφοριών, αποκαλύπτοντας «σκοτεινές» οικονομικές συναλλαγές στον κόσμο του ευρωπαϊκού ποδοσφαίρου. Περίοπτη θέση σε αυτές κατείχαν τα φορολογικά «τρικ» που χρησιμοποιούσαν ορισμένοι από τους μεγαλύτερους σταρ για να κλέβουν την εφορία και φυσικά οι παραβιάσεις του Financial Fair Play της UEFA, όπως αυτή που οδήγησε εν τέλει στη βαριά τιμωρία της Μάντσεστερ Σίτι.
Η πρώτη μεγάλη αποκάλυψη έγινε 2015 μέσω της διαδικτυακής πλατφόρμας Football Leaks και αφορούσε παράνομες οικονομικές δραστηριότητες της Τβέντε, που είχαν ως αποτέλεσμα να την αποκλείσει για τρία χρόνια από τις ευρωπαϊκές διοργανώσεις η ολλανδική ομοσπονδία ποδοσφαίρου.
Έκτοτε τα ευρήματα των Football Leaks απέκτησαν βήμα σε ορισμένα μεγάλα brand του ευρωπαϊκού Τύπου, όπως το Der Spiegel, το Mediapart, η El Mundo, η Expresso, το Falter, η L’espresso και η Le Soir. Τα μέσα αυτά ήταν συνεργαζόμενα με το Ευρωπαϊκό Δημοσιογραφικό Ερευνητικό Δίκτυο (European Investigative Collaborations) και κατόπιν ερευνών από 60 δημοσιογράφους σε 12 χώρες υιοθέτησαν και αναπαρήγαγαν τις υποκλοπές του Ρούι Πίντο. Το Δεκέμβρη του 2016 δημοσιεύτηκαν ντοκουμέντα για την υπόθεση φοροδιαφυγής των Κριστιάνο Ρονάλντο, Ζοσέ Μουρίνιο, του ατζέντη τους Ζόρζε Μέντεζ, του Μεσούτ Οζίλ και άλλων.
Το Νοέμβριο του 2018 ξεκίνησαν οι αποκαλύψεις για τις παραβιάσεις του FFR της UEFA από την Παρί Σεν Ζερμέν και τη Μάντσεστερ Σίτι, για τη συγκάλυψη υπόθεσης ντόπινγκ από την Ρεάλ Μαδρίτης για τον Σέρχιο Ράμος, αλλά και τα σχέδια των «μεγάλων» της Ευρώπης για δημιουργία κλειστής Σούπερ Λιγκ στη Γηραιά Ήπειρο.
Ο Ρουί Πίντο θεωρείται επιπλέον ο υπεύθυνος για τη διαρροή εσωτερικών εγγράφων της Μπενφίκα που οδήγησαν σε κατηγορίες εναντίον της ομάδας για άσκηση επιρροής στους διαιτητές, αλλά και για αντίστοιχα που αφορούσαν το επενδυτικό fund «Doyen Sports» και τον ένοχο ρόλο του στην εκπροσώπηση ποδοσφαιριστών.
Αρχικά κανείς δεν ήξερε ποιος βρίσκεται πίσω από τα Football Leaks, το μόνο που είχε γίνει γνωστό σχετικά με τον εγκέφαλο των διαρροών ήταν το ψευδώνυμο «Τζον». Οι πορτογαλικές αρχές αναζητούσαν έναν άνθρωπο που περιέγραφαν ως «ιδιοφυία των computers» και η έρευνα τους ευοδώθηκε αφού κατέληξαν στον Πίντο, ο οποίος ζούσε από τα φοιτητικά χρόνια του στη Βουδαπέστη.
Τον Ιανουάριο του 2019 η ουγγρική αστυνομία συνέλαβε τον Πίντο, κατόπιν αιτήματος των πορτογαλικών αρχών για έκδοσή του. Από το Μάρτη του 2019 ο 31χρονος χάκερ βρίσκεται σε φυλακή της Λισσαβόνας, περιμένοντας να ξεκινήσει η δίκη του. Βρίσκεται αντιμέτωπος με πάνω από 90 ποινικές διώξεις και τέσσερις βασικές κατηγορίες, όπως εκβιασμός, πειρατεία, σαμποτάζ και απάτη. H «Doyen Sports» τον κατηγορεί ότι απαίτησε 500.000 ευρώ προκειμένου να μην διοχετεύσει ευαίσθητες πληροφορίες σχετικά με τους παίκτες που εκπροσωπούσε το γραφείο. Ο ίδιος επιμένει κατηγορηματικά ότι δεν έχει ζητήσει ποτέ ούτε σεντ.
Η UEFA έχει εισπράξει μεγάλα ποσά και παλαιότερα από τη Μάντσεστερ Σίτι με τη μορφή κυρώσεων, ενώ έχει κάνει φύλο και φτερό τα οικονομικά της Παρί. Επιπλέον τα έγγραφα του άνοιξαν τα μάτια στις οικονομικές αρχές αρκετών χωρών, που άρχισαν να ερευνούν τις περιπτώσεις φοροδιαφυγής διάσημων προσωπικοτήτων του ποδοσφαίρου. «Ενώ όμως αυτοί αποδείχτηκαν ένοχοι και τη γλίτωσαν με κάποια πρόστιμα εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, ο ίδιος βρέθηκε στη φυλακή», λένε οι δικηγόροι του, καταγγέλοντας υποκρισία και παραλογισμό.
«Δεν αυτοαποκαλούμαι χάκερ, αλλά ένας πολίτης που ενεργεί για το δημόσιο συμφέρον. Η μοναδική πρόθεση μου ήταν να αποκαλύψω παράνομες πρακτικές που επηρεάζουν τον κόσμο του ποδοσφαίρου. Γνώριζα από την αρχή τους κινδύνους. Ήξερα ότι οι πορτογαλικές αρχές διώκουν τους καταγγέλλοντες, οπότε έπρεπε να είμαι έτοιμος. Κάποια στιγμή, με εισαγγελική απόφαση, μπήκαν στο κελί και μου πήραν το notebook που έγραφα σημειώσεις για την υπόθεση. Ο δικηγόρος μου ήταν μπροστά και τους είπε ότι αυτό είναι παράνομο, αλλά τον αγνόησαν. Μου επέστρεψαν το Notebook ύστερα από ένα μήνα», είχε δηλώσει παλαιότερα στο «Der Spiegel» ο Πίντο, του οποίου η έφεση για αποφυλάκιση απορρίφθηκε την Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου.
Μια μέρα αργότερα, παράλληλα με την είδηση για την τιμωρία της Μάντσεστερ Σίτι, έγινε trend στο twitter το hashtag #freePinto.
Στον περσινό αγώνα του Τσάμπιονς Λιγκ με την Τότεναμ οπαδοί της Ντόρτμουντ ανάρτησαν πανό ζητώντας την απελευθέρωση του Πίντο και καταγγέλλοντας τη «μαφία» της UEFA. Σε ανάλογες εκδηλώσεις έχουν προβεί οπαδοί της Φράιμπουργκ («stay strong Pinto») και της Πάντερμπορν, ενώ όπως αποτυπώνεται στα social media το κίνημα υπεράσπισης του Πίντο φουντώνει πια σε όλη την Ευρώπη, μετά και την καταδίκη της Μάντσεστερ Σίτι, χάρη σε μια διαδικασία που ξεκίνησε από τις δικές του αποκαλύψεις.
Ο Πίντο ισχυρίζεται ότι δέχεται απειλές για τη ζωή του, κυρίως από οπαδούς της Μπενφίκα και ότι φοβάται πώς αν κλειστεί τελικά σε φυλακή της Λισσαβόνας δεν θα βγει από εκεί μέσα ζωντανός.
«Μου φαίνεται εξαιρετικά περίεργο που οι αρχές χρειάστηκαν τρία χρόνια για να βρουν κάποιον του οποίου είχαν την εικόνα και γνώριζαν που έμενε. Για μένα ο Πίντο δεν είναι εγκληματίας, αλλά ένας τολμηρός άνδρας που πρέπει να προστατευθεί με κάθε κόστος», λέει ο Πίπο Ρούσο, καθηγητής κοινωνιολογίας στο Πανεπιστήμιο της Φλωρεντίας, με ειδίκευση τις ποδοσφαιρικές business.
Το διακύβευμα μοιάζει να είναι πολύ σημαντικότερο από την ελευθερία ενός ανθρώπου. Πολλοί άνθρωποι του ποδοσφαίρου θέλουν να δουν τον Ρούι Πίντο να σαπίζει σε μια φυλακή. Η περίπτωση του αποτελεί ορόσημο. Θα κρίνει αν οι μελλοντικοί επίδοξοι μιμητές του θα τολμήσουν να καταγγείλουν τη διαφθορά χωρίς το φόβο να διωχθούν από το σύστημα.