Δύο ήταν οι βασικοί λόγοι που δεν άφησαν τον Χοσέ Πικουλίν Ορτίθ να κάνει καριέρα ακόμη μεγαλύτερη από αυτήν που είχε καταγραφεί στο βιογραφικό του όταν κάποια στιγμή «κρέμασε» τα παπούτσια του.
Ο πρώτος δεν είναι άλλος από την πληθώρα ποιοτικών ψηλών που βρήκε μπροστά του όταν έκανε το -αναμενόμενο με βάση τις επιδόσεις του στο κολλέγιο- βήμα για το ΝΒΑ και ο δεύτερος οι προσωπικοί εθισμοί του και η σχέση του με λογιών-λογιών ουσίες.
Και στην Ελλάδα η κοινή γνώμη έλαβε γνώση για πρώτη φορά για αυτές το καλοκαίρι του 1997.
Ο Ορτίθ (που μάθαμε να τον αποκαλούμε έτσι αν κανονικά προφέρεται Ορτίς) μόλις είχε συμπληρώσει μια σούπερ χρονιά με την φανέλα του Άρη, έχοντας συνδυάσει τις μέρες του στο «Αλεξάνδρειο» με την κατάκτηση του Κυπέλλου Κόρατς μέσα στην Προύσα. Ο Πορτορικανός, που είχε δημιουργήσει μαζί με τον Σάκλφορντ ένα καταπληκτικό δίδυμο ρακέτας, είχε βάλει τους Τούρκους στα… καλάθια. Στον πρώτο τελικό της Θεσσαλονίκης, παρά την ήττα, είχε σημειώσει 19 πόντους, αλλά στον επαναληπτικό ήταν από… άλλον μπασκετικό πλανήτη. Με 25 πόντους (8/10 δίποντα) και 7 ριμπάουντ είναι ο μπροστάρης της ανατροπής και βλέπει ξανά την καριέρα του να απογειώνεται, μετά από μια σειρά ετών όπου είχε αγωνιστεί σε ομάδες που (με κάθε σεβασμό) υπολείπονταν των δικών του ικανοτήτων.
Εκείνο το καλοκαίρι όμως, ο… γείτονας ΠΑΟΚ θαμπωμένος από τις δαντελένιες κινήσεις του Πικουλίν και τις ποιοτικές εμφανίσεις του, του κάνει μια προσφορά την οποία ο Πικουλίν δεν θα μπορούσε να αρνηθεί. Κλειστό διετές συμβόλαιο, με αποδοχές που φτάνουν στο 1.000.000 δολάρια τον χρόνο. Μετά από ένα… ταξίδι χαμηλού μπάτζετ και ενδιάμεσους σταθμούς ομάδες όπως η Ανδόρρα, η Ουνικάχα, η Λάρισα και το Ηράκλειο, ο Ορτίθ επιστρέφει στο επίκεντρο και αντιμετωπίζεται ξανά με σεβασμό που αρμόζει σε έναν παίκτη του διαμετρήματός του. Ίσως όχι σε εκείνον που ανάγκαζε μία δεκαετία νωρίτερα τους Γιούτα Τζαζ να τον επιλέξουν στο νούμερο 15 του draft του NBA, αλλά τουλάχιστον σε αυτόν που στη συνέχεια είχε φορέσει φανέλες μεγάλων συλλόγων, σαν της Ρεάλ Μαδρίτης και της Μπαρτσελόνα.
Όμως, δεν ήταν γραφτό να συμβεί αυτό… Σε έλεγχο ντόπινγκ ο Ορτίθ βρίσκεται θετικός στην ουσία στανοζολόλη, με αποτέλεσμα ο δικέφαλος του βορρά να καταγγείλει την σύμβαση. Ο ίδιος επιμένει ότι το «κακό» είχε γίνει λόγω της λήψης ενός φαρμάκου για την καταπολέμηση μιας λοίμωξης, σχίζει τα… ρούχα του για την αθωότητά του, αλλά όταν τελικά αυτή θα αποδειχθεί, εκείνος έχει «πετάξει» ήδη για άλλες πολιτείες, αλλά και την ευκαιρία του.
Στα 34 χρόνια του πια, επιστρέφει στο Πουέρτο Ρίκο, αγωνιζόμενος για λογαριασμό ομάδων της πατρίδας του και λίγα χρόνια αργότερα αποκαλύπτεται ο κύριος λόγος για τον οποίο ο Ορτίθ δεν άγγιξε ποτέ το «ταβάνι» του.
Το 2011 ολόκληρος ο μπασκετικός πλανήτης μένει με το στόμα ανοιχτό στο άκουσμα της είδησης ότι ο ύψους 2,11 πρώην μπασκετμπολίστας συλλαμβάνεται στο σπίτι του, το οποίο έχει μετατρέψει σε… φάρμα καλλιέργειας μαριχουάνας. Οι Αρχές βρίσκουν 218 δέντρα, η αξία των οποίων εκτιμάται στις 150.000 δολάρια, αλλά και σφαίρες πυροβόλου όπλου AR-15. Το σοκ είναι τεράστιο και παίρνει ακόμη μεγαλύτερες διαστάσεις όταν ο άνθρωπος που είχε πάρει μέρος σε τέσσερις Ολυμπιακούς Αγώνες με την εθνική ομάδα της χώρας του (η τελευταία μάλιστα ως αρχηγός στα 41 χρόνια του), δεν διέθετε χρήματα για δικηγόρο και του παραχωρήθηκε ένας με έξοδα του δημοσίου.
Σε όλη την διάρκεια της σύλληψης, της ανάκρισης, αλλά και ενώπιον του δικαστηρίου ο Ορτίθ δεν αλλάζει την ιστορία του. Δηλώνει εξ αρχής ότι η μαριχουάνα είναι για προσωπική χρήση του, δεν δίνει το όνομα κανενός συνεργάτη του και δεν αλλάζει στάση ακόμη κι όταν συνειδητοποιεί ότι η βαρύτητα των κατηγορών που του απαγγέλλονται είναι τέτοια που θα μπορούσε να τον οδηγήσει ακόμη και για 40 χρόνια στην φυλακή.
Κατά την ακροαματική διαδικασία ο Ορτίθ βρίσκει επιτέλους την δύναμη για να ανοίξει την ψυχή του και μετατρέπει την απολογία του σε προσωπική εξομολόγηση. Μιλά για πρώτη φορά ανοιχτά για τα δικά του «ζιζάνια». Τα ψυχολογικά προβλήματα, την κατάθλιψη και την εξάρτησή του από ναρκωτικές ουσίες και αλκοόλ και μια κατάσταση που επιδεινώθηκε όταν σταμάτησε να παίζει μπάσκετ, έκανε λανθασμένες επιχειρηματικές επιλογές και είδε και τον γάμο του να διαλύεται…
Ίσως και εξαιτίας αυτής της ειλικρινούς στάσης, σε συνδυασμό με το βάρος του ονόματός του για τον αθλητισμό της χώρας, το δικαστήριο δείχνει μεγάλη επιείκεια. Τον καταδικάζει μόνο σε εξάμηνη φυλάκιση και παράλληλα τον υποχρεώνει σε 600 ώρες κοινωνικής εργασίας, με την υποχρέωση –παράλληλα- να πάει σε κλινική αποτοξίνωσης.
Όμως πέντε χρόνια αργότερα –και μη έχοντας εκπληρώσει ακόμη τους όρους που του τέθηκαν- βρίσκεται ξανά ενώπιον δικαστηρίου κι αντιμέτωπος με το φάσμα του εγκλεισμού. Παρά τις δικαιολογίες που ψελλίζει και την προσπάθειά του να μετακυλήσει τις ευθύνες αλλού, ο Χοσέ Πικουλίν Ορτίθ αυτή την φορά δεν μπορεί να τους πείσει και επιστρέφει (για ένα μικρό διάστημα) στην φυλακή.
Και αυτό δεν ήταν το τελευταίο χτύπημα της μοίρας για εκείνον. Στις 22 Νοεμβρίου του 2023 ο Ορτίθ παγώνει τον κόσμο με την ανακοίνωση του στην οποία ενημερώνει το κοινό ότι πάσχει από καρκίνο:
«Ως άνθρωπος που έχω μάθει να αντιμετωπίζω τα προβλήματά μου, πρέπει να σας ενημερώσω ότι στις 2 Νοεμβρίου έγινε γνωστό ότι πάσχω από καρκίνο του παχέος εντέρου. Όλοι στην οικογένειά μου είμαστε έτοιμοι να αγωνιστούμε με θετική σκέψη, παρ’ όλο που δεν είναι εύκολο. Θα δώσω το μέγιστο όπως έκανα πάντα στο γήπεδο και σε όλες τις προηγούμενες δύσκολες στιγμές της ζωής μου. Ζητάμε μόνο να προσευχηθείτε για εμάς. Θα ήθελα να στείλω ένα μήνυμα στους νέους ηλικίας 45 έως 50 ετών. Μην φοβάστε την κολονοσκόπηση. Η θεραπεία είναι η πρόληψη. Πρέπει να το σκεφτείτε. Πίστευα πως ήταν κάτι άλλο, αλλά έκανα το τεστ, προέκυψε ότι έχω αυτό τον καρκίνο».
Ο Ορτίθ κοιτάζει τον αντίπαλο στα μάτια και συνεχίζει να δίνει την πιο μεγάλη μάχη της ζωής του με σκοπό να βγει ξανά νικητής.
Πλέον η φανέλα με το νούμερο 4 έχει αποσυρθεί οριστικά από την εθνική ομάδα του Πουέρτο Ρίκο, ως ένδειξη αναγνώρισης της μπασκετικής προσφοράς του, ενώ ο ίδιος αποτελεί πια μέλος του Hall Of Fame του αθλήματος. Και γιατί όχι, άλλωστε; Παρά τα κουσούρια του, υπήρξε ένας αρτίστας. Σε τέτοιον βαθμό που σε κάνει να αναρωτιέσαι πόσο ψηλά θα είχε φτάσει το «ζιζάνιο» εάν είχε ξεριζώσει νωρίτερα τα ζιζάνια της ψυχής του…