Όταν ο Τζόρνταν επέστρεψε σε προπόνηση των Μπουλς μετά την απόσυρσή του για να ξεφτιλίσει πιτσιρικά που τον προκάλεσε
Βρείτε μας στο

Είναι σχεδόν βέβαιο ότι οι περισσότεροι από εμάς, ανεξάρτητα από ηλικία, κάποια στιγμή της ζωής μας έχουμε ρίξει πάνω μας κάτι που να φέρει την υπογραφή, το λογότυπο ή την αύρα –σε τελική ανάλυση- του Μάικλ Τζόρνταν. Του αθλητή που από μόνος του εξελίχθηκε σε brand name πολλές φορές μεγαλύτερο κι από τα brands τα οποία κλήθηκε να διαφημίσει.

Σίγουρα η πλειοψηφία των καταναλωτών έσπευσε να αισθανθεί μια κάποια ταύτιση με τον κορυφαίο των κορυφαίων μέσω των θρυλικών Air Jordan, της σειράς αθλητικών παπουτσιών που λάνσαρε η Nike, για την οποία από το ντοκιμαντέρ The Last Dance μάθαμε ότι στις αρχές της δεκαετίας του 1980 ήταν μια εταιρεία μεσαίου μεγέθους (για τα αμερικανικά δεδομένα) η οποία τότε δεν μπορούσε να συγκριθεί με γίγαντες τύπου Converse που κυριαρχούσαν στον χώρο του μπάσκετ ή ακόμη και την Adidas, που πίσω στα 80’s παρέμενε η αγαπημένη του Τζόρνταν!

Είναι γνωστό πως ό,τι έπιανε ο MJ στα χέρια του το μετέτρεπε σε χρυσάφι. Ένας σύγχρονος Μίδας που βρέθηκε στο απόγειο της δόξας του όταν κατόρθωσε το ακατόρθωτο. Μετά από τρία σερί πρωταθλήματα, αποσύρθηκε, έμεινε σχεδόν δύο χρόνια ανενεργός και όταν επέστρεψε, απλά συνέχισε από εκεί που είχε μείνει. Συνέχισε να κατακτά τίτλους, διαλύοντας τον ανταγωνισμό και κάνοντας ξεκάθαρο ότι κανείς δεν ήταν δυνατό να σταθεί δίπλα του.

Το 1996, έχοντας μόλις προσθέσει ακόμη ένα δαχτυλίδι πρωταθλητή NBA στα δάχτυλά του και με την ταινία Space Jam να σπάει ταμεία, η δημοφιλία του Τζόρνταν ξεπερνούσε αυτή του προέδρου των ΗΠΑ, του Πάπα και όλων των… σελέμπριτις μαζί. Απολύτως φυσιολογικά, όλοι έψαχναν τρόπους να συνδέσουν το όνομά τους με το δικό τους, ενώ ο ίδιος έμοιαζε έτοιμος να εκμεταλλευτεί τις διαθέσιμες σε αυτόν ευκαιρίες για να φουσκώσει κι άλλο τους τραπεζικούς λογαριασμούς του.

Και τότε γεννήθηκε το άρωμα Μάικλ Τζόρνταν! Μια αντρική κολώνια, με εσάνς κίτρου και σανταλόξυλου όπως έλεγε και το διαφημιστικό, που εμμέσως πλην σαφώς υπονοούσε ότι λίγες σταγόνες από αυτήν πάνω σου μπορούσε να σε μετατρέψει κι εσένα σε MVP και πρώτο σκόρερ της ζωής. Μετά το «Be Like Mike» της Nike, ήρθε λοιπόν και το… «Smell Like Mike», με την μόνη διαφορά ότι δύσκολα θα έβρισκες ανθρώπους διατεθειμένους να θέλουν να μυρίζουν όπως ένας αθλητής μετά από 48 λεπτά αγώνα, ειδικά αν αυτός ήταν για τα πλέι οφ του NBA στο Ντιτρόιτ ή την πάντα… «φιλόξενη» Νέα Υόρκη.

Ναι, σωστά καταλάβατε, το άρωμα ήταν μια πανωλεθρία. Ελάχιστοι μπορούσαν να πουν μια καλή κουβέντα για αυτό, ακόμη κι αν επρόκειτο για σχεδόν στημένη κουβεντούλα για λόγους προώθησης του προϊόντος σε prime television στην εκπομπή του Τζέι Λένο, ο οποίος είναι αλήθεια προσπάθησε να κάνει την δουλειά του όσο καλύτερα γινόταν όταν συζητούσε με τον Μάικλ για το άρωμα, μία εβδομάδα πριν την επίσημη κυκλοφορία του και –κυρίως- όταν αναγκάστηκε να το μυρίσει…

Παρά τις τραγικές κριτικές ειδικών και μη, το άρωμα άρχισε να πουλάει σαν… τρελό! Με τιμές από 12 έως 35 δολάρια, ανάλογα με την συσκευασία, πολλοί έτρεξαν να το αποκτήσουν και η Bijan, η εταιρεία που το λάνσαρε, δεν προλάβαινε να καταγράφει κέρδη. Σχεδιασμένο και διαφημιστικά για το target group των ανδρών στις ηλικίες 16-34 το άρωμα είχε πωλήσεις ύψους 40 εκατομμυρίων δολαρίων μέσα σε μόλις 7 εβδομάδες, κυρίως από νεαρούς που το συνδύαζαν με ένα ζευγάρι σνίκερς Nike και εμφάνιση των Σικάγο Μπουλς.

40 εκατομμύρια σε 1,5 μήνα: Η μεγαλύτερη αποτυχία του Μάικλ Τζόρνταν πλήρωσε χρυσάφι
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ Το «φυλάει» ο ψαράς με το βιβλίο: Το παραδεισένιο νησάκι του Ιονίου που πωλείται αντί 45 εκατ. ευρώ

Για τα δύο άλλα προϊόντα (παπούτσια Air και φανέλες των «Ταύρων») οι πωλήσεις ακόμη και σήμερα ξεπερνούν τις αντίστοιχες σύγχρονων σταρ του NBA, παρά το γεγονός ότι ο Τζόρνταν έχει πλέον αποσυρθεί εδώ και 20 χρόνια και οι Μπουλς δεν θυμίζουν σε τίποτα εκείνη την ομάδα που κυριάρχησε στα 90’s. Αντίθετα, η κολώνια του MJ είναι διαθέσιμη μόνο μέσω διαδικτύου και απευθύνεται αποκλειστικά σε… μερακλήδες, συλλέκτες ή ανθρώπους τόσο… κολλημένους με τον «αέρινο» που δηλώνουν διατεθειμένοι να αποκτήσουν κάτι «δικό του», ακόμη κι αν αυτό περιγράφεται ως «μουχλιασμένο τυρί μέσα σε γάντι μπέιζμπολ»…