Τον Στράτο (τον) Τζώρτζογλου τον σεβόμαστε.
Και μόνο που κατάφερε -έστω και σε σίριαλ- να νταραβερίζεται ταυτόχρονα με τη Βάνα Μπάρμπα και τη Τζένη Μπότση αξίζει να του βγάλεις το καπέλο.
Αν και δεν ήταν όμως κωμικός, κατάφερε κάποτε να χαρίσει το γέλιο. Να ψυχαγωγήσει ένα κοινό πολύ μεγαλύτερο απ’ αυτό που χωρά ένα θέατρο.
Και να περάσει ένα απόγευμα δυσκολότερο κι απ’ το πρωινό που προσπάθησε να συγκρατήσει τη Βάσια Τριφύλλη, όταν εκείνη εξηγούσε έξαλλη στον Γκλέτσο ότι «οι φιλίες δεν χαλάνε για τα κόμματα, ρε μ…α».
Ήταν το απόγευμα που έγιναν τα γυρίσματα της «Φανέλας με το 9» στη Νέα Φιλαδέλφεια…
Για την 14η αγωνιστική του πρωταθλήματος 1987-88 η ΑΕΚ υποδεχόταν στο «Νίκος Γκούμας» τον Εθνικό.
Με τη μάχη του τίτλου να έχει αρχίσει να φουντώνει, περιθώρια γι’ απώλειες δεν υπήρχαν.
Ήταν επιτακτική λοιπόν η νίκη και απαγορευτικό να στραβώσει» το παιχνίδι.
Η εξέλιξη ωστόσο των πρώτων 45 λεπτών παρείχε όλες τις προϋποθέσεις για να συμβεί αυτό:
Μαζική άμυνα από τους φιλοξενούμενους, πολλές χαμένες ευκαιρίες από την ΑΕΚ, δοκάρι και ένας τερματοφύλακας (Δοξάκης) ικανός να κατεβάσει ρολά.
Ενώ λοιπόν τα πρώτα σύννεφα άγχους είχαν αρχίσει ήδη να μαζεύονται πάνω από τη Φιλαδέλφεια, με το σφύριγμα κιόλας του ημιχρόνου αρχίζουν κάποιες… ασυνήθιστες διεργασίες στον αγωνιστικό χώρο:
Κάμερες, συνεργεία, παρατρεχάμενοι και ένα τσούρμο περίεργοι τύποι με κιτρινομπλέ και άσπρες εμφανίσεις να ορμάνε στο γήπεδο.
Ήταν γνωστό ότι το μυθιστόρημα του Μένη Κουμανταρέα «Η φανέλα με το 9» θα γινόταν ταινία, αλλά δεν ήταν γνωστό ότι τα γυρίσματα για το ποδοσφαιρικό της κομμάτι θα γίνονταν στο «Νίκος Γκούμας».
Κάτι που (ειδικά από τη στιγμή που η ομάδα δυσκολευόταν να καθαρίσει το ματς) δεν θεωρήθηκε ακριβώς καλός οιωνός από την εξέδρα.
«Ο κόσμος θεώρησε κακή συγκυρία για την ομάδα το γύρισμα και μας γιουχάιζε απ’ την στιγμή που πατήσαμε στον αγωνιστικό χώρο. Στο ημίχρονο και ενώ το σκορ στον πραγματικό αγώνα ήταν 0-0, όλοι μας κοιτούσαν με μισό μάτι. Ένιωθα σαν τον Σπάρτακο που οι Ρωμαίοι ζητούσαν να πεθάνει», έχει περιγράψει το σκηνικό ο ίδιος ο Στράτος Τζώρτζογλου.
Υπό αυτές τις δύσκολες συνθήκες λοιπόν, ο Μπιλ Σερέτης (όπως ονομαζόταν ο πρωταγωνιστής της ταινίας) έπρεπε να εκτελέσει εύστοχα ένα πέναλτι.
Μόνο που αυτό το «εύστοχα» δεν αποδείχθηκε τελικά τόσο εύκολο, όσο συμβαίνει συνήθως στα κανονικά παιχνίδια.
Γιατί ο Τζώρτζογλου έστησε την μπάλα, σούταρε στη δεξιά γωνία (όπως του είχε ζητήσει ο σκηνοθέτης, Παντελής Βούλγαρης) αλλά εκείνη δεν κατέληξε, όπως προέβλεπε το σενάριο, στα δίχτυα.
Κατά τον ίδιο πέρασε σύριζα άουτ, κατ’ άλλες μαρτυρίες η μπάλα παραλίγο να φτάσει στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας πίσω από τη σκεπαστή.
Όπως και να ‘χει, λίγη σημασία είχε. Περισσότερο μετρούσε ότι η εξέδρα (από ‘κει που ήταν αρνητικά προκατειλημμένη) είχε αρχίσει να το διασκεδάζει.
Και δεν έχασε την ευκαιρία να «γλεντήσει» τον πρωταγωνιστή…
Μετά την άστοχη εκτέλεση του πέναλτι λοιπόν (σαν να ήταν συνεννοημένοι) οι φίλαθλοι ξέσπασαν στην ιαχή «πουλημένε-πουλημένε».
Όταν, δε, κάποιοι από τους κομπάρσους (και συγκεκριμένα εκείνοι που υποδύονταν τους παίκτες της αντίπαλης ομάδας) εκμεταλλεύτηκαν τη δική τους ευκαιρία να κλέψουν την παράσταση και… έκαναν επίθεση στην απέναντι εστία, άκουσαν το «γκολ» τους να πανηγυρίζεται έξαλλα.
Δεν έτυχε ωστόσο και ο Τζώρτζογλου της ίδιας ένθερμης υποστήριξης…
Αντιθέτως, ενόψει της δεύτερης απόπειρας να σκοράρει από τη βούλα από τις κερκίδες ακουγόταν το (όχι ακριβώς εμψυχωτικό) «είσαι μ…ας, οέο, είσαι μ…ας».
Έστω κι έτσι πάντως, ο Σερέτης τα κατάφερε. Μπόρεσε να στείλει την μπάλα στο πλεκτό. Εκεί όμως που θα πίστευε κανείς ότι τελείωσε το νταβαντούρι, αποδείχθηκε ότι είχε κι άλλο… ψωμί η υπόθεση.
Γιατί προσποιούμενος ότι τρέχει να πανηγυρίσει προς την εξέδρα, ο Τζώρτζογλου σκοντάφτει στις διαφημιστικές πινακίδες και σωριάζεται κάτω.
Κι ενώ δεν έχει κοπάσει ακόμα το γέλιο και τα πειράγματα από την εξέδρα, η ιδέα να σκαρφαλώσει… αλά Ντέμης στη σκεπαστή (που σύμφωνα με τον ίδιο δεν περιεχόταν στο σενάριο, αλλά ήταν αυτοσχεδιασμός) απέβη το ίδιο οδυνηρή.
Όχι τόσο επειδή κάποια καλόπαιδα από την εξέδρα των οργανωμένων τον υποδέχθηκαν με… ανοιχτές αγκάλες, αλλά επειδή στην προσπάθειά του να σκαρφαλώσει στα κάγκελα, τραυματίστηκε!
«Όταν κατάφερα να σκοράρω βίωσα κάτι κυριολεκτικά μαγικό. Έχω ζήσει έντονες συγκινήσεις μέσα από την δουλειά μου, αλλά αυτό που αισθάνθηκα ήταν ανεξέλεγκτο», περιγράφει ο ίδιος χωρίς να δείχνει ότι θυμάται με δυσάρεστο τρόπο τα γεγονότα.
«Τριάντα χιλιάδες κόσμος που βρέθηκε στο γήπεδο για να ξεφύγει από την όποια καθημερινότητά του, σηκώθηκε και με χειροκρότησε. Ήταν το πρώτο γκολ στο γήπεδο εκείνη την ημέρα, το δικό μου.
Ενώ απαγορευόταν, έτρεξα και σκαρφάλωσα στα κάγκελα της σκεπαστής για να πανηγυρίσω μαζί τους. Έπαθα θλάση μαλακών μορίων και για μια βδομάδα μετά κούτσαινα και δεν μπορούσα να παίξω στο θέατρο», έχει εξηγήσει χαρακτηριστικά.
Το μόνο βέβαιο είναι πως το απόγευμα εκείνο (εκτός του Τζώρτζογλου) δεν θα το ξεχάσει και κανείς από τους φίλους της ΑΕΚ που βρίσκονταν στο γήπεδο.
Εξάλλου το παιχνίδι εκείνο κερδήθηκε (με γκολ από Βασιλάκο και Νίλσεν να γράφουν το 2-0) αλλά η κατάληξη εκείνου του πρωταθλήματος (με την ΑΕΚ να το χάνει λόγω αλλαγής νόμου στο θέμα των… ούρων του Τσίγκοφ) επιβεβαίωσαν πως ο Μπιλ Σερετης μάλλον ήταν τόσο γκαντέμης όσο είχαν πιστέψει.