Αν έλεγες πριν από λίγο καιρό στους φίλους του Παναθηναϊκού ότι οι πέντε πρώτες μεταγραφικές κινήσεις της ομάδας μπάσκετ θα ήταν οι Νεμάνια Νέντοβιτς, Μάρκους Φόστερ, Ζακ Όγκαστ, Λεωνίδας Κασελάκης και Σαντ Ρος, υπό τον όρο το ετήσιο μπάτζετ να πέσει κατακόρυφα, μάλλον θα υπέγραφαν στο… «να πέσει και να μην ξανανέβει».
Ενίοτε, για την ακρίβεια πάντα, ο σωστός μεταγραφικός σχεδιασμός και η συνέπεια σε ένα πλάνο που καταρτίζεται από «μπασκετανθρώπους» που μισούν την αποτυχία είναι προτιμότερη αρετή για ένα κλαμπ από την ευχέρεια μεγάλων δαπανών. Το ιδανικό είναι ασφαλώς να συνδυάζονται και τα δύο, αλλά αν έχεις να επιλέξεις ανάμεσα τους, το πρώτο δεν κερδίζει απλώς στα σημεία, αλλά κατά κράτος. Στερούμενος τον μεγάλο προϋπολογισμό, ο φετινός Παναθηναϊκός έπρεπε να εξασφαλίσει την πρώτη συνθήκη και τα αρχικά δείγματα γραφής πιστοποιούν ότι το τιμ των Γιώργου Βόβορα, Δημήτρη Διαμαντίδη, Φραγκίσκου Αλβέρτη και του τεχνικού διευθυντή Νίκου Παππά διαθέτει το know how για να γίνει με ομαλότητα η μετάβαση στην επόμενη μέρα.
Για την αξία και το ταλέντο του Νέντοβιτς κανείς δεν δικαιούται να θέσει αστερίσκους. Προφανώς το ζήτημα είναι το αξιόμαχο του κορμιού του ύστερα από δύο σοβαρούς τραυματισμούς, αλλά δεν υπάρχει μάλλον σύλλογος στην Ευρώπη (πέραν των τριών-τεσσάρων με αστρονομικά μπάτζετ) που δεν θα έπαιρνε το ρίσκο με την περίπτωση του για ένα συμβόλαιο ύψους 550.000 ευρώ.
O καλός Νέντοβιτς – εκείνος της Μάλαγα που τη σεζόν 2017-18 είχε σχεδόν 17 πόντους και 5 ασίστ κατά μέσο όρο στη Euroleague – έχει πολλαπλάσια αξία σε μηδενικά και το ότι επιλογή του για την προσπάθεια του restart ήταν με αυτό το αντίτιμο ο Παναθηναϊκός είναι ως γνωστόν το αποτέλεσμα της πολύ έγκαιρης και «πιασάρικης» προσέγγισης της διοίκησης των «πρασίνων». Αν επιστρέψει στα πρότερα στάνταρ του, θα μιλάμε για το deal της χρονιάς, αν όχι θα καταχωρηθεί ως μια low risk κίνηση, αφού το συμβόλαιο είναι μονοετές.
Ο Μάρκους Φόστερ είχε πέρσι με τη Χάποελ Χολόν 17,8 πόντους και 3,8 ασίστ στο Τσάμπιονς Λιγκ, ενώ στο πρωτάθλημα του Ισραήλ σκόραρε κατά μ.ο. 20,2 πόντους και 51,3% εντός πεδιάς. Απομένει να φανεί αν κάνει για το επίπεδο της Ευρωλίγκας, όταν αναζητάς όμως λαβράκια της λογικής value for money είσαι αναγκασμένος να ρισκάρεις, γνωρίζοντας ότι εκεί έξω κυκλοφορούν διάφοροι… Σακίελ ΜακΚίσικ.
O Ζακ Όγκαστ δεδομένα επιστρέφει πολύ πιο ώριμος αγωνιστικά απ’ ότι ήταν όταν προ διετίας, όταν αποχώρησε από τον Παναθηναϊκό. Το Eurocup είναι σε ποιότητα κάτι ενδιάμεσο από Τσάμπιονς Λιγκ και Ευρωλίγκα και με τη φανέλα της Γαλατασαράι ο 27χρονος σέντερ είχε πέρσι σε αυτό 13,4 πόντους και 7,1 ριμπάουντ κατά μ.ο. Σούταρε μάλιστα με 69,4% (!), με μοναδικό ψεγάδι να παραμένει το ποσοστό του στις βολές (50%). «Ήταν ένας από τους πολυτιμότερους παίκτες για τη χημεία της ομάδας μας», τον αποχαιρέτησε με τυμπανοκρουσίες o προπονητής της Γαλατά, Ερτουγκρούλ Ερντογάν, υπό τις οδηγίες του οποίου ο Όγκαστ εξελίχθηκε σε εντυπωσιακό βαθμό την τελευταία διετία.
Η κίνηση που περισσότερο από οποιοδήποτε άλλη δείχνει ότι οι «πράσινοι» έχουν φέτος στην κορυφή των προτεραιοτήτων τους το καλό κλίμα στα αποδυτήρια και το μαχητικό πνεύμα είναι αυτή του Χάουαρντ Σαντ-Ρος. Ένας παίκτης – ορισμός της ομαδικότητας, που χάρη στην εργατικότητα, την αφοσίωση και την πειθαρχία κατάφερε να καλύψει το όποιο χάντικαπ στο ταλέντο, φτάνοντας από το… πουθενά στην Ευρωλίγκα με τη φανέλα της ΤΣΣΚΑ.
Ο Σαντ-Ρος δεν είχε και δεν θα έχει ποτέ τα φανταχτερά στατιστικά που θα λειτουργούσαν ως «κράχτης», σε πείσμα όμως της… κουβανικής καταγωγής του, η μπασκετική παιδεία του είναι τέτοια που τον κατέστησε χρήσιμο ακόμα και στην πρωταθλήτρια Ευρώπης. «Προσπαθήσαμε σκληρά να βρούμε τους πόρους για να κρατήσουμε τον Χάουαρντ στο ρόστερ, απέδειξε ότι είναι πολύτιμος παίκτης και εξαιρετικός συμπαίκτης. Δυστυχώς, λόγω της μείωσης του μπάτζετ και του οικονομικού προβλήματος από την πανδημία, δεν υπήρχε χώρος και δε μπορούμε αυτή τη στιγμή να κάνουμε έξτρα έξοδa. Τον αφήσαμε ελεύθερο με λύπη και ευγνωμοσύνη για τα όσα πρόσφερε», δήλωσε ο Αντρέι Βατούτιν.
Ακόμα και αν κάνουμε την υπόθεση ότι το αφεντικό της ΤΣΣΚΑ θέλησε να χρυσώσει το χάπι, μόνο υποτιμητικό δεν είναι για τον Σαντ-Ρός ότι έμεινε ελεύθερος από μια ομάδα που υπέγραψε φέτος τους Μιλουτίνοφ, Σενγκέλια και περιμένει πίσω (στη θέση του Κουβανού) τον Ουίλ Κλάιμπερν. Ο 29χρονος σμολ φόργουορντ είναι η επιτομή της θέλησης για εξέλιξη – ένας παίκτης που μπορεί να μαρκάρει με απόλυτη συνέπεια από το «1» έως το «3» και επιθετικά εκτοξεύτηκε από τους 6,8 πόντους και τις 2,8 ασίστ τη σεζόν 2018-19 στους 12,9 και 4,1 αντίστοιχα την περσινή αγωνιστική περίοδο με τη φανέλα της ΑΕΚ στο Τσάμπιονς Λιγκ.
Σύμφωνα με το ρεπορτάζ, ο Παναθηναϊκός κινήθηκε με άκρα μυστικότητα στην περίπτωση του, έχοντας εξασφαλίσει εδώ και καιρό την υπογραφή του σε περίπτωση που έμενε ελεύθερος από την ΤΣΣΚΑ. Ίσως το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα ότι τίποτα φέτος δεν γίνεται στην τύχη και κάτω από το βάρος της πίεσης ανθρώπων που προσεγγίσουν σε κοντόθωρη βάση τη σχέση τους με το σύλλογο.
Το επόμενο μεγάλο στοίχημα για τους πρωταθλητές Ελλάδας είναι το συμβόλαιο του Τζίμερ Φριντέτ και η αναίμακτη αποδέσμευσή (ή παραμονή του). Αν μια ευκταία εξέλιξη με τον Αμερικανό συνδυαστεί και με απόκτηση του Νίκολας Λαπροβίτολα, τότε ο Παναθηναϊκός τη σεζόν 2020-21 δεν θα έχει πιθανότατα να ζηλέψει τίποτα – το αντίθετο κατά πάσα πιθανότητα – από την προηγούμενη «έκδοσή» του και με πολύ μικρότερο κόστος.