Λένε πως είναι άδικο να συγκρίνεις παίκτες διαφορετικών εποχών, ιδιαίτερα στα ομαδικά σπορ και δη στο μπάσκετ, αφού το ίδιο το άθλημα αλλάζει όπως και τα χαρακτηριστικά των αθλητών. Σε αυτήν την κατηγορία πάντως δεν ανήκει ο Νάσος Γαλακτερός. Ένας πλήρης φόργουορντ που εμφανίστηκε ως «μάννα εξ ουρανού» ως διάδοχος και μοντέρνα εκδοχή του Φάνη Χριστοδούλου και διέθετε τέτοια στοιχεία στο παιχνίδι του που θα μπορούσες να τον «πετάξεις» σε οποιαδήποτε ομάδα της Ευρωλίγκας σήμερα και να του δώσεις ρόλο βασικού.
Βέβαια, για να συμβεί αυτό θα πρέπει να βρεις την καλύτερη εκδοχή του Νάσου Γαλακτερού. Αυτή της περιόδου που πριν καλά-καλά κλείσει τα 21 του μεσουρανούσε με την φανέλα της ΑΕΚ και της Εθνικής ομάδας, αναγκάζοντας ακόμη και το επίσημο περιοδικό της FIBA να τον κάνει εξώφυλλο με αφορμή το Μουντομπάσκετ της Αργεντινής το 1990 και να τον αποκαλέσει «Rocket Man».
Εκείνη την περίοδο ο Νάσος έπαιζε το καλύτερο μπάσκετ της ζωής του, συνδυάζοντας τα αθλητικά και σωματικά προσόντα (κάτι όχι και τόσο διαδεδομένο τότε για σμολ φόργουορντ) με το μπασκετικό μυαλό, το ταλέντο και το φαρμακερό σουτ από μακρινή απόσταση. Χωρίς καν να το γνωρίζει κανένας, ούτε καν και ο ίδιος, δεν θα έφτανε ποτέ σε υψηλότερο ταβάνι, πληρώνοντας εν μέρει τους πολλούς και συχνούς τραυματισμούς, αλλά και πιθανότατα το γεγονός ότι γύρω από το όνομά του στήθηκε περισσότερες από μία φορές ένα «γαϊτανάκι» εκατομμυρίων, θολής προέλευσης, και… μπίζνες με παράγοντες και πολιτικούς, χωρίς ο ίδιος να έχει σχέση.
Στην πραγματικότητα ολόκληρη η καριέρα του Νάσου Γαλακτερού είναι γεμάτη με μεγάλα «αν», τα οποία ξεκίνησαν σχεδόν από την αρχή της καριέρας του. Λένε πως βρέθηκε στον Αμύντα όταν ένας φίλος έκανε στρατολόγηση πιτσιρικάδων και πληρωνόταν με 100 δραχμές το «κεφάλι» για κάθε ψηλό παιδάκι με προοπτικές που έβρισκε μπροστά του. Με ύψος 1.90 στα 13 του χρόνια, ο Νάσος ήταν ένα από αυτά…
Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, λίγο πριν τον θρίαμβο του Ευρωμπάσκετ και με τον Άρη να ετοιμάζεται να μεσουρανήσει, δεν είναι καθόλου παράξενο το ότι οι «κίτρινοι» σύντομα αντιλήφθηκαν την ύπαρξή του και του ζήτησαν να δοκιμαστεί. Παρά τις εξαιρετικές εντυπώσεις που άφησε (ο αστικός μύθος τον ήθελε να μπορεί να καρφώσει και να κουτουλάει μάλιστα στο ταμπλό), η οικογένεια του Γαλακτερού προτίμησε να φύγει ο νεαρός για την Αμερική όπου εκεί βρέθηκε αντιμέτωπος με το μεγαλύτερο δίλημμα της ζωής του. Αν, λοιπόν, τότε οι γονείς του είχαν πει «ναι» στην πρόταση του Μάικ Σιζέφσκι (οκ, περίπου… Κριζέφσκι προφέρεται, αλλά έτσι μάθαμε να τον λέμε) και κατέληγε στο φημισμένο κολλέγιο Ντιουκ, ένας Θεός ξέρει πού θα έφτανε…
Αντί αυτού ο πιτσιρικάς επέστρεψε στην Ελλάδα, ρίχνοντας «άκυρο» στους Blue Devils και ενώ έμοιαζε δεδομένο ότι θα φορούσε τα κίτρινα του Άρη, οι Θεσσαλονικείς δεν κινήθηκαν αρκετά γρήγορα, δίνοντας χρόνο σε κάποιους άλλους να δράσουν. Ο νεαρός -τότε- παράγοντας της μπασκετικής ΑΕΚ, Μάκης Ψωμιάδης, έριχνε λεφτά σαν τρελός στην αγορά, εκμεταλλευόμενος τους καιρούς, και ονειρευόταν να δει ακόμη και τον Σαμπόνις με τον δικέφαλο αετό. Ο Λιθουανός τελικά δεν ήρθε ποτέ, δεν συνέβη όμως το ίδιο με τα μεγαλύτερο ταλέντο της Ελλάδας, τον Νάσο Γαλακτερό, ο οποίος έναντι μιας επιταγής ύψους 170.000.000 δραχμών έγινε κάτοικος του «Γεώργιος Μόσχος»! Μάλιστα, για να συμβεί αυτό, ο διαβόητος «Μάκαρος» για να κλείσει την μεταγραφή είχε νικήσει έναν άλλον «ομιχλώδη» παράγοντα. Τον Κοσκωτά που τότε ήθελε να κάνει δική του, εκτός της Τράπεζας Κρήτης, του Ολυμπιακού, των μίντια, και ολόκληρη την Ελλάδα, έχοντας και τις ανάλογες πολιτικές πλάτες…
Ωστόσο τα πράγματα τόσο για τον ίδιο τον Γαλακτερό όσο και για την ΑΕΚ δεν εξελίχθηκαν όπως θα περίμενε κανείς. Το 1991 τραυματίζεται για πρώτη φορά σοβαρά, την ίδια ώρα που ο δικέφαλος της Αθήνας αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα εξαιτίας της διαχείρισης της διοίκησης. Οι φήμες στα μπασκετικά στέκια οργιάζουν. Λένε ότι ο ιδιοκτήτης του ΠΑΟΚ, Νίκος Βεζυρτζής, έχει βάλει ήδη την υπογραφή του σε ένα τσεκ 150.000.000 δραχμών ώστε να βγει η χρονιά στην Ένωση και να αποκτήσουν οι Θεσσαλονικείς τον παίκτη ένα χρόνο αργότερα.
Εκείνο το καλοκαίρι η Ελλάδα θα χωριζόταν στα δύο για τα μάτια του Νάσου, που στο μεταξύ είχε δώσει τα χέρια με τον ΠΑΟΚ. Όμως η διοίκηση Βουτσόπουλου στην ΑΕΚ δεν αναγνώριζε την συμφωνία της προηγούμενης χρονιάς για τον παίκτη, υπό τον φόβο και των αντιδράσεων των οπαδών που έβλεπαν την πολλά υποσχόμενη ομάδα της ΑΕΚ να διαλύεται. Μοιραία η υπόθεση θα οδηγούνταν στο ΑΣΕΑΔ.
Στις 9 Σεπτεμβρίου 1993 η απόφαση του δικαστηρίου κατοχυρώνει τον παίκτη στους Θεσσαλονικείς και δύο εβδομάδες αργότερα ο Γαλακτερός κάνει το ντεμπούτο του.
Δύο χρόνια αργότερα και έχοντας κατακτήσει ένα Κύπελλο Κόρατς κι ένα Κύπελλο Ελλάδας, ο Γαλακτερός θα αφήσει την Θεσσαλονίκη, δίχως ποτέ να δικαιώσει πλήρως τις προσδοκίες που είχε δημιουργήσει ο ίδιος. Οι τραυματισμοί τον βάρυναν, το στυλ του έγινε ένα-δύο «κλικ» πιο αργό και ενδεχομένως να είχε κι εκείνος το μυαλό του αλλού, επηρεασμένος και από τα αλλεπάλληλα μεταγραφικά σίριαλ στα οποία είχε πρωταγωνιστήσει εκούσια ή ακούσια. Ακόμη και σε καθοδική φάση της καριέρας του, θα βρεθεί στον Πειραιά όπου θα συνεργαστεί με διαφορά μιας ολόκληρης δεκαετίας με τον Γιάννη Ιωαννίδη ο οποίος θα μπορούσε να είναι ο πρώτος προπονητής του σε επίπεδο Α1. Ακόμη ένα «αν» στην καριέρα του Νάσου…
Ο «Ξανθός», που σύμφωνα με τα σενάρια δεν πέταγε και την σκούφια του πια για εκείνον, θα δεχτεί το «προσωπικό δώρο» του Σωκράτη Κόκκαλη και μάλιστα θα περιβάλει αρχικά με εμπιστοσύνη τον Νάσο, για τον οποίον όμως οι συχνοί τραυματισμοί γίνονται κανόνας. Παραμένει στο ρόστερ και επί Ίβκοβιτς και τελικά γίνεται μέλος της ομάδας που έφτασε στο triple crown και στο πρώτο ευρωπαϊκό των Πειραιωτών, αν και την παρουσία του σε εκείνο το Final – 4 θυμάται πια κανείς μόνο από τις φωτογραφίες των πανηγυρισμών και όχι από την συμμετοχή του…
Λες και η μοίρα έψαχνε για εκείνον έναν ιδανικό επίλογο που να συνδυάζει το πρώτο μεγάλο «αν» της ζωής του, ο Γαλακτερός συμφωνεί με τον Άρη. Μόνο που πια οι «κίτρινοι» δεν αποτελούν τους «αυτοκράτορες» του ελληνικού μπάσκετ κι εκείνος δεν είναι ο ασταμάτητος φόργουορντ που είχε όλον τον κόσμο στα πόδια του. Ακόμη κι έτσι, στο τέλος εκείνης της σεζόν ο Άρης φτάνει σε έναν απρόσμενο τίτλο επικρατώντας στο «Αλεξάνδρειο» της ΑΕΚ (του Γιάννη Ιωαννίδη) με 71-68, στον περίφημο τελικό των… απλήρωτων, όπως έμεινε στην ιστορία. Η διαφορά των δύο ομάδων ήταν τρεις πόντοι. Όσους δηλαδή σημείωσε εκείνο το βράδυ ο Γαλακτερός στο μοναδικό εύστοχο τρίποντο που είχε στο ματς…
Ένα χρόνο αργότερα, ο Νάσος που είναι μόλις 30 ετών, παίρνει την μεγάλη απόφαση. Σταματά το μπάσκετ και βάζει τέλος σε μια καριέρα που κάποτε ξεκίνησε ως «Rocket Man», αλλά τελικά δεν διέγραψε εκείνη την τροχιά μέχρι τα αστέρια της κλάσης του Γκάλη, του Γιαννάκη, του Χριστοδούλου, του Φασούλα και των άλλων πιο σύγχρονων σταρ, ανάμεσα στους οποίους θα έπρεπε να βρίσκεται.