Είναι αυτή η σωστή διαχείριση για τον Βασίλη Σπανούλη;

Ο Ολυμπιακός, παρά την ήττα από την Μπάγερν, έχει ξεκινήσει συμπαθητικά την χρονιά. Όμως...

Ας ξεκινήσουμε από την σκοτεινή πλευρά του μπασκετικού φεγγαριού: είναι πλέον 38 ετών και βαδίζει στα 39. Τις τελευταίες δύο σεζόν είχε season-ending (που λέγαμε και μικροί στ’ ανοιχτά γήπεδα της γειτονιάς, λίγο αφότου είχαμε κατέβει από τα δέντρα) τραυματισμούς, αμφότερους σε αρκετά «ύπουλο» σημείο (περονιαίος τένοντας στο δεξί πόδι). Έχει περάσει δύο φορές την πόρτα του χειρουργείου, προκειμένου ν’ αποκατασταθεί το πρόβλημα.

Επομένως, ναι: για τα δεδομένα ειδικά του σύγχρονου μπάσκετ είναι… υπέργηρος, με σοβαρά τραυματισμένα πόδια και με το νυστέρι να έχει γίνει ο ανεπιθύμητος σύντροφός του εκτός των τεσσάρων γραμμών του παρκέ. Είναι δεδομένο, πια, πως τα καλύτερα μπασκετικά του χρόνια βρίσκονται σε παρελθόντα χρόνο και όχι στον ενεστώτα- πολλώ δε μάλλον σε μελλοντικό. Όμως…

Όμως, που να πάρει, μιλάμε για τον Βασίλη Σπανούλη. Για έναν, δηλαδή, από τους κορυφαίους Ευρωπαίους παίκτες όλων των εποχών, έναν σπάνιο killer που όμοιό του δύσκολα συναντά κανείς στην από εδώ πλευρά του Ατλαντικού, έναν παίκτη εθισμένο στα ροζ φύλλα αγώνα (μια ματιά στην ολόχρυση συλλογή του πείθει ακόμα και τον άπιστο Θωμά), έναν ζωντανό θρύλο του ελληνικού μπάσκετ και της Ευρωλίγκας.

Η φετινή σεζόν για τον… διαχρονικό, θαρρείς, ηγέτη των Ερυθρόλευκων ήταν a priori περίεργη: πέραν της αποχής από την ενεργό δράση λόγω επέμβασης στο πόδι (η οποία «τράβηξε» ακόμα περισσότερο εξαιτίας της πανδημίας), υπήρχε και η επιστροφή του Κώστα Σλούκα στην ομάδα με ένα «παράλογο» συμβόλαιο για τα δεδομένα της χειμαζόμενης οικονομικά Ελλάδος, κάτι που σήμαινε πως μετά από πάρα πολλά χρόνια το σημείο αναφοράς των Πειραιωτών δε θα ήταν ο Kill Bill, αλλά ο «Σλου».

Μοιραία, λοιπόν,  ο χρόνος συμμετοχής του Σπανούλη θα έπεφτε- τόσο λόγω των 38 ετών του και του χειρουργείου, όσο κι επειδή ο Ολυμπιακός στην περιφέρεια έχει, τηρουμένων των αναλογιών, μια χαρά παίκτες (ΜακΚίσικ, Τζένκινς, Χάρισον, Λαρεντζάκης, Κόνιαρης και, φυσικά, ο Σλούκας).

Ο Γιώργος Μπαρτζώκας (που έχει βάλει ήδη την σφραγίδα του στην ομάδα και την κάνει να παίζει πολλές φορές πάνω από τις πραγματικές της δυνατότητες) έχει επιλέξει να μη βάζει καθόλου στο πρώτο και στο τρίτο δεκάλεπτο τον αρχηγό του, διαλέγοντας τα πιο κομβικά 2 και 4. Υπάρχουν και παιχνίδια, όπως αυτό με την Αρμάνι, στα οποία ο V-Span δεν παίζει καθόλου στο δεύτερο ημίχρονο.

Στα χαρτιά η επιλογή του κ. Μπαρτζώκα είναι η σωστή: ο πιο έμπειρος παίκτης σου και ο καλύτερος closer των παιχνιδιών θέλεις να βρίσκεται στο παρκέ στο τέλος, προκειμένου και μόνο η παρουσία του ν’ ανεβάζει τους παλμούς των αντιπάλων και ο κρύος ιδρώτας να γίνεται δεύτερη φύση.

Ωστόσο, αυτός ο δρόμος έχει και τ’ αρνητικά του. Ο Σπανούλης μένει έξω σε κάθε ημίχρονο περισσότερα από 25-30 λεπτά, με αποτέλεσμα να κρυώνει ανεπανόρθωτα. Μετά το ζέσταμα του παιχνιδιού, που ολοκληρώνεται περίπου 5 λεπτά πριν το τζάμπολ, κάθεται στον πάγκο για όλο το πρώτο δεκάλεπτο, που σε πραγματικό χρόνο είναι 20 περίπου λεπτά.

Στο δεύτερο ημίχρονο συμβαίνει το ίδιο, μιας και μετά την ανάπαυλα οι παίκτες κάνουν μερικά σουτάκια και λέι-απ, ενώ μεσολαβεί πάλι το 20λεπτο της 3ης περιόδου.

Αυτό για έναν παίκτη με σκαρί 38 ετών αποτελεί τροχοπέδη, μιας και δεν είναι καθόλου εύκολο να ζεστάνει το κορμί του- οι 25ρηδες, για παράδειγμα, «αυταναφλέγονται» μετά από μόλις 3-4 κατοχές. Δεν ισχύει το ίδιο για αθλητές που φλερτάρουν με τα 40 χρόνια.

Τα πράγματα γίνονται, στην περίπτωση του Βασίλη πάντα, ακόμα χειρότερα από το γεγονός πως ο Ολυμπιακός δεν αγωνίζεται στην BasketLeague, αλλά στην Α2. Επομένως, ο Kill Bill δεν έχει τα ματς στην Ελλάδα για να βρει ρυθμό και ν’ αποδώσει ένα ποιοτικό 15λεπτο (γιατί σ’ αυτή την ηλικία τόσο είναι να παίζει) και στην Ευρωλίγκα.

Το αποτέλεσμα είναι να μπερδεύεται τόσο ο ίδιος όσο και η ομάδα του και σε αγώνες όπως τον σημερινό κόντρα στην Μπάγερν (2 πόντοι, 2 ασίστ και 2 λάθη) να «πληγώνει» τους Ερυθρόλευκους.

Ίσως μια πιο «λογική» διαχείριση (έμφαση στο «ίσως», οι προπονητές γνωρίζουν περίπου 567.983 καλύτερα από τον οποιονδήποτε δημοσιογράφο) να ήταν το να πατάει παρκέ στα τελευταία 3-4 λεπτά της πρώτης περιόδου και να μπαίνει, πάντα εννοείται ανάλογα με τη ροή του παιχνιδιού, σε κάθε επόμενη για 4-5, ανάλογα την απόδοσή του.

Με αυτόν τον τρόπο δε θα μεσολαβούν 25λεπτα εκτός ματς, που του παγώνουν τόσο το σώμα όσο και το μυαλό (παρά το γεγονός πως ο Βασίλης είναι ρομπότ σε αυτά) και ενδεχομένως να είναι πιο αποδοτικός.

Φυσικά, υπάρχει και ο (ντροπιαστικός) αντίλογος: τι θέλει και συνεχίζει σ’ αυτή την ηλικία ο Βασίλης, ξεφτιλίζεται, ας το κόψει και λοιπές αμπάσκετες γραφικότητες.

Όχι, ο Σπανούλης δεν πρέπει να σταματήσει το μπάσκετ φέτος- μόλις βρει ρυθμό και «επιστρέψουν» τα πόδια του, θα κάνει τη διαφορά. Φυσικά, δεν είναι ο παίκτης του 2012, για παράδειγμα, όμως αν θέλετε πηγαίνετε μπροστά του και πείτε του ότι έχει τελειώσει.

Και ο Ολυμπιακός, όσο κι αν προσπαθεί ν’ «απογαλακτιστεί» από το νούμερο 7, όταν θα σφίξουν τα γάλατα στα playoffs (εφικτός στόχος η 8άδα…), στα μεγάλα παιχνίδια δε θα ψάχνει τον Τζένκινς ή τον ΜακΚίσικ στο τέλος και ο Χάρισον δε θα βάζει πάντα αυτά που δεν μπαίνουν, όπως στο παιχνίδι με την Μακάμπι.

Μπορεί και να βάλουν 1-2, σύμφωνοι. Όμως το μαχαίρι στην καρδιά του αντιπάλου, ακόμα και στα 38+ του, θα μπορεί να το στρίψει μόνο ένας.

Αυτός που το ‘χει κάνει ξανά και ξανά και ξανά και ξανά και ξανά στην καριέρα του.

Ακριβώς: ο Βασίλης…