Εν πολλοίς, είναι κατανοητό- το είχε πει με τον δικό του, μοναδικό τρόπο, και ο Ντοστογέφσκι: «Χωρίς Θεό όλα επιτρέπονται».
Η απώλεια του Ντιέγκο Μαραντόνα (κάθε ανάσα του οποίου, εδώ και πολλά χρόνια, έμοιαζε με το χρονικό ενός προαναγγελθέντος θανάτου, δεδομένης της ζωής που έκανε) προκάλεσε ανείπωτη θλίψη στους «πιστούς» του σ’ όλα τα πλάτη και τα μήκη του πλανήτη.
Όταν κόπασαν τα δάκρυα μέσα από τα οποία βλέπαμε οι περισσότεροι τον ποδοσφαιρικό Θεό της νιότης μας και ο θάνατός του άφησε στην άκρη το σαρκίο του κακού ονείρου και φόρεσε το ευτελές ένδυμα της απτής πραγματικότητας, κάποιοι άφησαν την ανθρώπινη φύση ν’ αναλάβει τα ηνία ωθούμενη από τ’ αρχέγονα ένστικτά της.
Έτσι, έπρεπε να βρεθεί πάση θυσία ο φταίχτης για το γεγονός πως ο Μαραντόνα δε ζει πια εδώ. Και, λίγες μόλις στιγμές μετά το ύστατο «χαίρε» στον Αργεντινό θρύλο, τον βρήκαν: ο γιατρός του, αίφνης, συγκέντρωσε τα βέλη της πλειονότητας, με τις Αρχές να φτάνουν στο σημείο να τον ανακρίνουν για εγκληματική αμέλεια που «οδήγησε» στο θάνατό του.
Πιο συγκεκριμένα, διεξήχθη επείγουσα προκαταρκτική έρευνα κατά του Λεοπόλδο Λούκε στην προσπάθεια να στοιχειοθετηθεί αν τυχόν υπάρχει εγκληματική αμέλεια του 39χρονου νευροχειρουργού, ο οποίος ήταν ο προσωπικός γιατρός του Ντιεγκίτο και αυτός που τον χειρούργησε για την αφαίρεση αιματώματος από το κεφάλι του πριν από μερικές εβδομάδες.
Οι Αστυνομικές αρχές έκαναν έρευνα τόσο στο ιατρείο όσο και στο σπίτι του γιατρού, προκειμένου να σχηματιστεί μια πιο καθαρή εικόνα αναφορικά με τις συνθήκες που οδήγησαν στον θάνατο του πίμπε ντ’ όρο.
Ο ίδιος ο γιατρός, ερωτηθείς για το αν φταίει και αν «συνέβαλε», άθελά του, στο χαμό ενός εκ των κορυφαίων ποδοσφαιριστών όλων των εποχών (αν όχι του απόλυτου GOAT…), είπε εμφανώς καταβεβλημένος και δακρυσμένος τα ακόλουθα:
«Δεν υπάρχει κάποιο ιατρικό λάθος. Δεν βρίσκω κάτι λάθος ή κάτι που να δείχνει ενοχή. Ότι μπορούσαμε να κάνουμε, κι ακόμα περισσότερα, τα κάναμε. Δεν έχω να κατηγορήσω για τίποτα τον εαυτό μου. Αγαπούσα τον Ντιέγκο. Ότι έκανα ήταν για αυτόν. Έκανε ότι καλύτερο. Με χρειαζόταν γιατί ήμουν ο μόνος που δεν τον είχε αφήσει. Δεν είμαι εγώ υπεύθυνος για όλο αυτό. Είμαι περήφανος για αυτά που έκανα για τον Ντιέγκο και την οικογένεια του. Είδα τις κόρες του, τα αδέρφια του με λατρεύουν.
Εγώ δεν μπορώ να πάρω έναν ασθενή και να τον βάλω με το ζόρι σε ένα τρελάδικο, αν δεν έχω τέτοια ψυχιατρική εισήγηση. Υπάρχουν βίντεο που τον δείχνουν ότι είναι καλά για να βγει, βίντεο που δεν έχουν κυκλοφορήσει, αλλά θα κυκλοφορήσουν. Και όταν πήγα να τον δω, συνέβαινε ό,τι κάθε φορά. Όταν ο Ντιέγκο δεν είναι καλά, διώχνει τους πάντες. Και τι κάνεις; Άκουσα ότι έπρεπε να υπάρχει απινιδωτής στο σπίτι. Τι βλακεία είναι αυτή; Μα έχει δική του βούληση.
Σκέφτομαι τα πάντα, μακάρι να ήταν εκείνος εδώ. Δεν ξέρω αν έκανα κάτι λάθος. Εκείνος ήθελε μια κακή ζωή. Εγώ προσπαθούσα να τον στηρίξω, τον έβγαλα να παίξουμε μπάλα…».
Από τα λόγια του ανθρώπου καταλαβαίνει εύκολα κανείς πως, αν μη τι άλλο, ο Λούκε πραγματικά νοιαζόταν για τον φίλο του, πρωτίστως, που «τύγχανε» να είναι και ασθενής του. Βρισκόταν καιρό στο πλάι του Ντιέγκο, τον κούραρε, του έκανε μια σοβαρότατη και επιτυχημένη (όπως διαβεβαιώνουν όλες οι πλευρές) επέμβαση στο κεφάλι πριν από λίγες ημέρες και έμεινε στο πλευρό του θρύλου μέχρι και τις ακροτελεύτιες στιγμές του.
Ακόμα κι αν δεχτούμε a priori την αμφιλεγόμενη λογική του «Τα πάντα πρέπει να ελέγχονται, ας δούμε αν θα προκύψει κάτι ύποπτο και μετά… βλέπουμε», είναι πασιφανές πως ο ανεξέλεγκτος κανιβαλισμός του γιατρού (για τον οποίο, αξίζει να το θυμίσουμε, άπασα η οικογένεια Μαραντόνα μιλάει με τα καλύτερα λόγια) έχει ξεκινήσει και το στίγμα της αμφιβολίας για το αν «σκότωσε» αυτός τον Ντιεγκίτο θα κάνει καιρό να φύγει, ακόμα κι αν οι έρευνες αποδειχτούν μια πολύκροτη τρύπα στο νερό και ο Λεοπόλδο αθωωθεί.
Και, πέραν όλων των υπολοίπων, τι μπορεί να κερδίσει κανείς- ακόμα κι αν, κόντρα σε όλες τις μέχρι τώρα ενδείξεις, έρθουν στο φως λεπτομέρειες που θα δείχνουν ότι πράγματι υπήρχε εγκληματική αμέλεια- από αυτή την ιστορία;
Ο χρόνος, δυστυχώς, είναι αμείλικτος και κινείται μονάχα προς τη μία πλευρά: μπροστά. Ο Ντιεγκίτο, όσο κι αν αδυνατεί να το δεχτεί η συναισθηματική μας πλευρά, «έφυγε» κι αυτό δεν πρόκειται ν’ αλλάξει- είτε επιρρίψουμε όλες τις ευθύνες της γης στον γιατρό του είτε τον αθωώσουμε πανηγυρικά.
Βέβαια το «έφυγε» για τον Ντιέγκο είναι πολύ βαρύς όρος.
Ο Μαραντόνα ζούσε, ζει, θα ζει. Για ένα διευρυμένο παρελθόν, ένα λαμπερό παρόν κι ένα ατελεύτητο μέλλον.
Άλλωστε, είναι η καρδιά που αισθάνεται τον Θεό και όχι η λογική…