Κοιτώντας τον να σουτάρει, συνήθως για τρίποντο, (και συχνά να ευστοχεί) δεν μπορείς να φανταστείς τι ακριβώς έχει περάσει μέχρι να βρεθεί εκεί. Και ούτε περνά καν από το μυαλό σου ότι οι πιθανότητες για να ζήσει ο Κάιλ Κούριτς ήταν πολύ λιγότερες από αυτές που έχει για να πετύχει ένα σουτ.
Ο ηλικίας 31 ετών μπασκετμπολίστας με καταγωγή από την Σλοβακία έμαθε το άθλημα στην Αμερική, δείχνοντας από τα γυμνασιακά χρόνια του κιόλας ότι μέσα στο παρκέ ήταν το μέλλον του. Στο γυμνάσιο με 20,8 πόντους, 6,7 ριμπάουντ, 1,8 κλεψίματα και 1,3 μπλοκ δεν δυσκολεύτηκε να κεντρίσει το ενδιαφέρον φημισμένων κολλεγίων, για να καταλήξει τελικά στο Λούιβιλ όπου συνεργάστηκε με εξαιρετικά αποτελέσματα με τον γνωστό σε όλους μας Ρικ Πιτίνο.
Μπορεί οι δυο τους να μην πανηγύρισαν τον τίτλο του 2012 στο NCAA, χάνοντας σε έναν επικό ημιτελικό στο Final-4 από το «μισητό» Κεντάκι, αλλά εκείνη την χρονιά έδειξε το ταλέντο του όντας ο πρώτος σκόρερ της ομάδας, ενώ την ίδια περίοδο είχε να επιδείξει και εξαιρετικές ακαδημαϊκές επιδόσεις αλλά και κοινωνική δράση αξιοσημείωτη. Όσο για το παρκέ και το μπάσκετ… αν και «δυαροτριάρι» και κλασικός σουτέρ, είχε να καμαρώνει για ΑΥΤΟ το κάρφωμα σε ματς κόντρα στο Νοτρ Νταμ, που ψηφίστηκε κορυφαίο της σεζόν κι έκανε τον ίδιο (αλλά και τον… δυστυχή Σκοτ Μάρτιν) πρώτη μούρη σε σάιτ και εφημερίδες.
Ο «βασιλιάς Κάιλ», όπως τον αποκαλούσαν βίωσε την μεγαλύτερη (μέχρι τότε) απογοήτευση της ζωής του λίγους μήνες αργότερα όταν το όνομά του δεν ακούστηκε την βραδιά των draft, αναγκάζοντάς τον να επιστρέψει στη γη των προγόνων του, την Ευρώπη και να αναζητήσει εκεί καλύτερη τύχη.
Αν ήξερε, όμως, τι σόι δυσκολίες θα του επιφύλασσε η μοίρα, σίγουρα δεν θα είχε δυσανασχετήσει… Το καλοκαίρι του 2018 έχει ήδη συμπληρώσει 6 σεζόν στην Ευρώπη. Από το 2012 έως το 2014 στην Εστουδιάντες. Στη συνέχεια άλλη μια τριετία στην Γκραν Κανάρια, ενώ ακολούθησε άλλη μια χρονιά στην Ζενίτ Αγίας Πετρούπολης, πριν τελικά επιστρέψει στην Ισπανία για λογαριασμό της Μπαρτσελόνα η οποία τότε αποφάσισε να του δώσει την ευκαιρία να επιστρέψει ξανά σε υψηλό επίπεδο.
Με τρεις παρουσίες στην δεύτερη καλύτερη πεντάδα του EuroCup κι έχοντας προσθέσει στο βιογραφικό του και τον τίτλο του MVP του ισπανικού Σούπερ Καπ, ο Κούριτς δείχνει έτοιμος να ολοκληρώσει το εντυπωσιακό come back του, αλλά η μοίρα είχε άλλη γνώμη…
Λίγους μήνες νωρίτερα, ενώ απλά περπατούσε, ένιωσε έναν τρομερό πονοκέφαλο που δεν έμοιαζε με τίποτα από όσα είχε ζήσει ως τότε. Μεταφέρθηκε σε νοσοκομείο όπου υποβλήθηκε σε μαγνητική τομογραφία και βγαίνοντας από την συσκευή έμαθε τα καθόλου ευχάριστα νέα. Όγκος στον εγκέφαλο ήταν η σοκαριστική διάγνωση, με το μόνο θετικό να είναι ότι δεν επρόκειτο για κακοήθεια. Το πρόβλημα αντιμετωπίστηκε αμέσως με χειρουργική επέμβαση αφαίρεσής του, όμως το θέμα για εκείνον δεν σταμάτησε εκεί.
Ελάχιστο διάστημα αργότερα οι πόνοι επανήλθαν. Η καριέρα του έμοιαζε να φτάνει σε αδιέξοδο και ο ίδιος τρομοκρατημένος πέρασε και πάλι από εξετάσεις οι οποίες αυτή την φορά φανέρωσαν ότι μπορεί να μην υπήρχε πια ο όγκος, αλλά στη θέση του είχε μαζευτεί υγρό το οποίο έφερνε νέα, ακόμη πιο σοβαρές παρενέργειες. Ακόμη και παραισθήσεις, τις οποίες μάλιστα περιέγραψε με ανατριχιαστικό τρόπο ο ίδιος. «Ήταν σαν κάποιος να μου έδωσε ένα τρελό ναρκωτικό. Έβλεπα περίεργα πράγματα. Ανθρώπους να περνάνε μέσα από τοίχους, μπαλόνια στο δωμάτιό μου, μέχρι και έναν γιατρό που ήρθε με τα αποτελέσματα των αιματολογικών μου εξετάσεων και μου ανακοίνωσε ότι είμαι έγκυος σε κοριτσάκι», θα πει αργότερα σε συνέντευξή του, ενώ θα αρχίσει παράλληλα για ακόμη μία φορά τον μακρύ και δύσκολο δρόμο της αποκατάστασης.
Πριν περάσει πολύς καιρός, θα μπει ξανά στο χειρουργείο. Πλέον θα γινόταν… βιονικός. Στο μέτωπό του τοποθετήθηκε ειδικό επίθεμα και προσθετικό μέρος για να καλύψει το κομμάτι που είχε αφαιρεθεί και ο Κούριτς για άλλη μια φορά ήταν αναγκασμένος να υπερβάλει εαυτό για να ξαναβρεί μια θέση στον μπασκετικό χάρτι, έχοντας πολλά σκαμπανεβάσματα και πισωγυρίσματα, πριν κατορθώσει να παίξει ξανά τον Απρίλιο του 2016.
Δύο χρόνια αργότερα ο Κούριτς ένιωθε νικητής και η πρόταση της Μπαρτσελόνα για να ενταχθεί στο ρόστερ της ήταν η καλύτερη απόδειξη για αυτό. Παρά την πίκρα, την απογοήτευση και δύο χειρουργεία στον εγκέφαλο, ο Σλοβάκος γινόταν μέλος μιας από τις κορυφαίες ομάδες της Γηραιάς Ηπείρου και οι 8,4 πόντοι με 40% στα τρίποντα την πρώτη σεζόν στην Ευρωλίγκα, όπως και οι 9,4 πόντοι με 44,3% στα τρίποντα αποδείκνυαν ότι οι «μπλαουγκράνα» μόνο χαμένοι δεν θα έβγαιναν από την πρόταση που του είχαν κάνει. Φέτος πετυχαίνει περίπου τους ίδιους πόντους (8,5 κατά μέσο όρο), έχοντας όμως το εξωπραγματικό ποσοστό 61% στα τρίποντα και αποτελώντας τον πλέον αξιόπιστο σουτέρ πίσω από την γραμμή των 6,75 σε ολόκληρη την διοργάνωση.
Λες και σουτάρει δίχως το παραμικρό άγχος πια. Ίσως έχοντας δώσει τόσους αγώνες για την ίδια την ζωή του, να βλέπει εντελώς διαφορετικά εκείνες του παρκέ. Όπως άλλωστε λέει και ο ίδιος: «Είμαι ευγνώμων για όλα πια. Δεν έχω κακές μέρες. Τίποτα δε με ενοχλεί. Κάποιος πετάγεται μπροστά σου στον δρόμο; Δεν έγινε και κάτι. Προχωράς. Οι δυσκολίες στην ζωή σε κάνουν δυνατότερο. Το ερώτημα είναι τι είσαι διατεθειμένος να κάνεις για τα πράγματα που αγαπάς. Και η απάντηση είναι σαφής: Τα πάντα»… Πώς να διαφωνήσεις μαζί του;