«Γι’ αυτό το σκουλήκι θα υπάρξει δικαιοσύνη»: Ο 18χρονος παίκτης που πλήρωσε με τη ζωή του το νόμο τιμής της φαμίλιας

Ένας 18χρονος ποδοσφαιριστής πλήρωσε με τη ζωή του τη σχέση με έναν κόσμο στον οποίο δεν ήθελε να ανήκει

Οκτώβριος του 2006, ένα ήσυχο απόγευμα στην παλιά πόλη του Μπάρι. Μια μηχανή με δύο άνδρες πλησιάζει ένα Nissan Micra. Επτά πυροβολισμοί σπάνε τη σιωπή και ένας 18χρονος ποδοσφαιριστής πέφτει νεκρός. Ο Τζιοβάνι Μοντάνι δεν ήθελε να έχει αυτό το επίθετο και πλήρωσε με τη ζωή του τη σχέση με έναν κόσμο στον οποίο δεν ήθελε να ανήκει.

Το 2012 ο Εισαγγελέας υποστήριξε ότι 7 club στην 5η κατηγορία του ιταλικού ποδοσφαίρου ανήκαν σε μέλη της τοπικής μαφίας. Εναν χρόνο νωρίτερα περισσότερα από 100 άτομα είχαν συλληφθεί στο πλαίσιο έρευνας σε Μπάρι, Νάπολι, Κρεμόνα και ανάμεσα σε αυτούς ήταν bookmakers, παράγοντες, ιδιοκτήτες, μάνατζερ, εν ενεργεία και πρώην παίκτες. «Στο Μπάρι, η τοπική μαφία, ήταν ήδη μέσα στο στήσιμο αγώνων» θα πει αργότερα ο Αντρέα Μαζιέλο, πρώην αμυντικός των Biancorossi, ο οποίος σήμερα, το 2021, αγωνίζεται στην Τζένοα.

Η τοπική μαφία στην οποία αναφερόταν ο Εισαγγελέας και ο Μαζιέλο ήταν η Sacra Corona Unita. Ενας ‘οργανισμός’ που ιδρύθηκε το 1970 από το πρώην boss της Καμόρα, Ραφαέλε Κουτόλο, ο οποίος μαζί με άλλα αφεντικά της περιοχής της Καλαβρίας όπως ο Ουμπέρτο Μπελφιόρε, ήθελαν να επεκτείνουν τις επιχειρήσεις τους στην Απουλία [Puglia]. Οπως προκύπτει, όταν ο Κουτόλο συνελήφθη και φυλακίστηκε, η Sacra Corona Unita ή αλλιώς La Quarta Mafia, συνέχισε έχοντας νέο επικεφαλής.

Την εποχή που δολοφονήθηκε ο Τζοβάνι, επικεφαλής της φαμίλιας ήταν ο θείος του, Αντρέα Μοντάνι. Παρότι βρισκόταν στη φυλακή από το 1991, συνέχιζε τη διοίκηση των επιχειρήσεων από μέσα. Το κοινό επίθετο όμως, ήταν κάτι για το οποίο κάθε άλλο παρά χαιρόταν ο νεαρός ποδοσφαιριστής. Ο πατέρας του, Αντζελο Αντόνιο, είχε επίσης παρελθόν στο οργανωμένο έγκλημα. Αφού καταδικάστηκε για ένοπλη ληστεία και εμπόριο ναρκωτικών, αποφάσισε να αλλάξει δρόμο και προσπάθησε να γίνει παράδειγμα για τον γιο του.

Ο Τζιοβάνι είχε ταλέντο, ανέβηκε από την Primavera της Μπάρι και ο μπαμπάς του χαιρόταν. Οι τελευταίες στιγμές της ζωής του, ήταν ευτυχισμένες. Μόνο και μόνο επειδή το ‘Μοντάνι’ ακουγόταν για το ποδόσφαιρο και όχι λόγω της Μαφίας. Τα λόγια του πατέρα του ήταν κίνητρο για τον Τζιοβάνι, ο οποίος είχε όνειρο να παίξει μια μέρα στην Serie A. «Καλύτερα στον βορρά, θέλω να ξεφύγω απ’ όλο αυτό».

Πριν όμως καταφέρει να ξεφύγει, ο Τζιοβάνι ήταν κολλητός με τον Σαλβατόρε Μοντάνι, ξάδερφό του και γιο του Νο1 της φαμίλιας, Αντρέα, ο οποίος, όπως είπαμε, έκανε κουμάντο από τη φυλακή. Τον Ιούνιο του 2006 ο Τζιοβάνι ήθελε να κάνει δώρο έναν σκύλο στην αδερφή του, για τα γενέθλιά της. Ετσι, ζήτησε από Σαλβατόρε να πάνε μαζί. Οι δυο τους, με ακόμα τρεις φίλους μπήκαν στο αυτοκίνητο και πήγαν στο καλύτερο pet-shop στο κέντρο του Μπάρι. Εκεί, υπήρξε ένα πρόβλημα.

Ο σκύλος είχε τιμή 1.400 ευρώ. Ο Τζιοβάνι δεν μπορούσε να δώσει αυτά τα χρήματα και αφού έκανε παζάρι με τον ιδιοκτήτη, Ινιάτσιο Γκεζουίτο, τον έπεισε να ‘κατέβει’ στα 900. Και πάλι όμως, ήταν πολλά και αυτό έκανε τον ξάδερφό του να παρέμβει. Ο Σαλβατόρε προσπάθησε να χαμηλώσει ακόμα περισσότερο την τιμή και για να το καταφέρει χρησιμοποίησε το όνομα της φαμίλιας.

Υπενθύμισε ποιος ήταν ο πατέρας του και έκανε σαφές ότι θα ήταν καλύτερο για όλους αν η τιμή του σκύλου έπεφτε στα 500 ευρώ. Η ενέργεια αυτή, έμελλε να αποβεί μοιραία. Η κουβέντα άναψε, ο Γκεζουίτο τράβηξε ένα όπλο που είχε πίσω από το ταμείο και πυροβόλησε. Ο Σαλβατόρε έπεσε νεκρός, ο Τζιοβάνι και οι τρεις φίλοι τρομοκρατήθηκαν και τράπηκαν σε φυγή.

Ο Αντρέα Μοντάνι θρηνούσε τον θάνατο του γιου του όταν έλαβε μήνυμα από τον Γκαετάνο Καποντιφιέρο, μέλος της φαμίλιας που βρισκόταν επίσης στη φυλακή. «Ο Σαλβατόρε ήταν η ζωή μου, για εκείνον είμαι έτοιμος να κάνω τα πάντα. Γι’ αυτό το σκουλήκι θα υπάρξει δικαιοσύνη. Σε μια βδομάδα θα βγω και σύντομα θα μάθεις τα καλά νέα».

Εκείνη την περίοδο ο Αντρέα Μοντάνι βρισκόταν στην απομόνωση και ως εκ τούτου, η αλληλογραφία του περνούσε από έλεγχο. Οπως ήταν λογικό, οι άνθρωποι των φυλακών δεν ανησύχησαν, αφού ο ιδιοκτήτης του pet-shop, Γκεζουίτο, βρισκόταν και εκείνος στη φυλακή για τον φόνο του Σαλβατόρε. Ομως ο άνθρωπος στον οποίο έμελλε να επιβληθεί «δικαιοσύνη» ήταν ο Τζιοβάνι Μοντάνι. Στις 29 Οκτωβρίου του 2006, οδηγούσε στην παλιά πόλη του Μπάρι όταν ο Καποντιφιέρο μαζί με τον Τζόσεφ Αμορούζο, τον πυροβόλησαν επτά φορές.

Παρότι ο ίδιος δεν ενεργούσε ως μέλος της φαμίλιας και δεν ήθελε να έχει καμία σχέση με όλα αυτά, ο Τζιοβάνι εξακολουθούσε να είναι ένας Μοντάνι. Το ‘λάθος’ το οποίο έμελλε να πληρώσει με τη ζωή του ήταν ότι έτρεξε μακριά ενώ ο ξάδερφός του είχε πέσει νεκρός και δεν προσπάθησε να εκδικηθεί. Η δολοφονία του έριξε τεράστιο πέπλο πένθους στην Μπάρι, στην οποία βρισκόταν από τα 7 του χρόνια. «Ηταν σαν να χάνω τον γιο μου» είπε ο προπονητής των πιτσιρικάδων, Εντσο Ταβαρίλι. «Το ποδόσφαιρο ήταν η ζωή του, ο τρόπος για να αποδράσει προς κάτι καλύτερο».