Το σύγχρονο ποδόσφαιρο, όσο κι αν δε μπορούμε να το αποχωριστούμε, είναι ένα από τα πράγματα που θα θέλαμε να είναι διαφορετικό. Θα θέλαμε να έχει ελεγχθεί λίγο περισσότερο σε επίπεδο οικονομικό και να μην έχει ξεφύγει τόσο.
Πέραν του οικονομικού τομέα, υπάρχουν πολλά ακόμα πράγματα που έχουν κακοφορμίσει, είτε ως αποτέλεσμα αυτών των οικονομικών δεδομένων είτε ξέχωρα απ΄αυτό.
Για παράδειγμα, το ότι δεν πρόκειται να εμφανιστεί ξανά παίκτης ηγέτης που να κερδίσει με τη διάρκεια του τα πολλά εκατομμύρια και την αναγνώριση, αυτό είναι απόρροια των οικονομικών δεδομένων. Αρκεί για κάποιον μια σούπερ χρονιά και μπορεί να εξασφαλίσει συμβόλαιο 10 εκατομμυρίων ευρώ και άνω.
Πράγματα που μας αποξενώνουν στο κομμάτι του θεάματος από την άλλη, δεν είναι, μάλλον, κάποια απόρροια της οικονομικής κατάστασης του παγκόσμιου ποδοσφαίρου.
Αν έπρεπε να εντοπίσουμε ένα που αναδεικνύεται ως προβληματικό και μέσα από το Euro 2020, αυτό είναι αναμφίβολα οι εξτρέμ που παίζουν στην αντίθετη πλευρά από το καλό τους πόδι.
Είναι κάτι που το είδαμε στην τέλεια εκδοχή του με το ντουέτο Ρόμπεν-Ριμπερί στη Μπάγερν και χάρη σε αυτούς έγινε must. Καθώς όμως δεν έχουν υπάρξει μετά απ΄αυτούς παίκτες που να μπορούν να το παίξουν σε αυτή την τελειότητα, από must έχει γίνει must-ιγά.
Με εξαίρεση τον Εμπαμπέ που δεν είναι εξτρέμ και μπορεί σε οποιαδήποτε θέση της επίθεσης να κάνει τα ίδια πράγματα, δεν υπάρχει ένας ποδοσφαιριστής που μπορεί να αποδώσει σωστά και στις δύο πλευρές του γηπέδου παίζοντας με το αντίθετο πόδι. Κι ο Εμπαπέ αν θυμάστε, στη Μονακό έπαιζε από τη δεξιά μεριά. Και στην Παρί υπάρχουν αρκετά ματς που πάει στη δεξιά πλευρά.
Η πιο χαρακτηριστική περίπτωση για την επί της ουσίας αθλιότητα που προσφέρει παικτικά μια τέτοια επιλογή, είναι η Μάντσεστερ Σίτι. Αριστερά ο Στέρλινγκ, δεξιά ο Μπερνάρντο Σίλβα ή ο Μαχρέζ. Ο τελευταίος έχει μια αξιοπρεπή κίνηση προς τα μέσα, μας ως εκεί. Ο Σίλβα από την άλλη δεν χρησιμοποιεί το δεξί ούτε για περπάτημα, εγκλωβίζεται πολύ συχνά εκεί και κάνει λάθη που μπορεί να αποβούν μοιραία. Το έκανε και με τη Γερμανία στο ματς της Πορτογαλίας χθες, όπου έστειλε τον Γκνάμπρι σε αντεπίθεση και θα μπορούσε να γίνει το 3-1 πριν λήξει το ημίχρονο.
Είναι πρόβλημα να τοποθετούνται τα εξτρέμ στην κακή πλευρά, γιατί είναι ακόμα πιο περιοριστική, ευνουχιστική. Αν είσαι αριστεροπόδαρος και παίζεις αριστερά, αναγκάζεις τον αντίπαλο να σου κλείσει το χώρο πάνω στη γραμμή και εμφανίζεται περισσότερος χώρος για το χαφ ή το μπακ που θα κάνει το overlap.
Αν είσαι αριστεροπόδαρος και παίζεις δεξιά, έχεις μόνο μία κίνηση και βασίζεις το παιχνίδι σου στην ικανότητα του δεξιού μπακ να τρέχει πάνω κάτω και να σου δίνει την επιλογή για πάσα στο χώρο ή για να συγκλίνεις.
Όταν όμως συγκλίνεις και είναι αυτή η βασική σου κίνηση, όλη η άμυνα προσαρμόζεται σε αυτό και θα αναγκαστείς να παίξεις περισσότερο με σέντρες. Αυτό αποδιοργανώνει και τα δικά σου χαφ και δε βρίσκουν πεδίο δράσης.
Άλλο όμως είναι το πιο σημαντικό. Πόσα μπακ υπάρχουν που να μπορούν να παίξουν καλή άμυνα, να ανεβαίνουν ως ψηλά, να μην ξεχνιούνται στις επιστροφές, να βγάζουν και καλή σέντρα; Πόσα μπακ έχουν τέτοια πνευμόνια και αντοχές για να το αντέξουν αυτό σε 90 λεπτά και να το κάνουν για 30-40 ματς σε μια σεζόν;
Το έτερο στοιχείο που προκαλεί αγκυλώσεις στην εξέλιξη των εξτρέμ, είναι ότι δεν τους ωθεί να δουλέψουν το κακό τους πόδι. Οι αριστεροπόδαροι ειδικά, είναι που είναι πιο δύσκολοι στο να χρησιμοποιήσουν το δεξί, όταν παίζουν αντίθετα, είναι εύκολη λεία αμυντικά, εκτός και αν είναι ο Μέσι. Μόνο ένας είναι ο Μέσι όμως.
Θυμάστε πότε ήταν η τελευταία φορά που ένα εξτρέμ έβγαλε σέντρα από πλάγια με πόδι ίδιο με αυτό της πλευράς που παίζει; Ούτε εγώ.
Σίγουρα το αντίθετο πόδι και η σύγκλιση όταν ξεκίνησαν και επεκτάθηκαν, ήταν μια αλλαγή για το άθλημα που μέχρι να προσαρμοστούν σε αυτή οι ομάδες, προσέφερε θέαμα. Πια όμως όλοι έχουν μάθει να το αντιμετωπίζουν και να μη σαστίζουν.
Κι αυτή η έξη φέρνει ένα παιχνίδι που εξαρτάται από τις σέντρες των μπακ και είναι όλο και πιο σπάνιο η συρτή πάσα από τον άξονα.
Εννοείται πως ο ενοχλητικά ανίκανος να χρησιμοποιήσει το δεξί του πόδι Μπερνάρντο Σίλβα είναι η πιο εκκωφαντική αφορμή για να γραφτεί αυτό το άρθρο. Δεν είναι η μόνη.