Στην Ελλάδα υπάρχει μια άτυπη παράδοση στους οπαδικούς κύκλους των μεγάλων ομάδων: οι Έλληνες ΠΡΕΠΕΙ να αντιμετωπίζονται ως αποδιοπομπαίοι τράγοι. Είναι μια παράδοση που πάνω-κάτω ξεκινάει από τις εποχές των «Γκουμομπασινάδων» στον Παναθηναϊκό: για χρόνια στο «τριφύλλι», για κάθε στραβό και ανάποδο που συνέβαινε έφταιγε ο ελληνικός κορμός πρώτα και κύρια.
Η ΑΕΚ της τελευταία δεκαετίας, εκείνη η ΑΕΚ που ξεκίνησε από τα πατώματα της Γ’ Εθνικής, επέστρεψε στη Σούπερ Λίγκα για να βιώσει κάποιες λίγες χαρές και πολλές πίκρες, μοιάζει να είναι η ομάδα που συνεχίζει πιο ένδοξα από κάθε άλλη εκείνη την παράδοση των «Γκουμομπασινάδων» που είχε ξεκινήσει ο (σπουδαίος) Παναθηναϊκός. Και όπως τότε έτσι και τώρα, οι Έλληνες παίκτες είναι οι αποδέκτες της μεγαλύτερης γκρίνιας. Ειδικότερα δε, οι Έλληνες παίκτες που έχουν απομείνει- δηλαδή οι Μάνταλος και Μπακάκης.
Και αν για την γκρίνια στο πρόσωπο του Μάνταλου υπάρχει η «εξήγηση» πως με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο πρόκειται συστηματικά για ένα βασικό στέλεχος της ΑΕΚ, η γκρίνια αναφορικά με τον Μπακάκη είναι ελαφρώς… περίεργη.
Κι αυτό το λέμε διότι πρόκειται για έναν παίκτη που ούτε προωθείται ως βασικότερος των βασικών ούτε επιδιώκει να είναι κάτι τέτοιο ούτε λογίζεται ως τέτοιος, τουλάχιστον την τελευταία διετία.
Τα τελευταία δύο χρόνια, η χρονιά ξεκινάει με τον Μπακάκη να λογίζεται ως παγκίτης και καταλήγει με τον Μπακάκη να είναι ουσιαστικά βασικός, διότι όσο υποτιμημένος και αν είναι από τους πάντες, η στείρα αλήθεια είναι πως καλύτερο δεξιό μπακ η Ένωση μάλλον δεν έχει. Έτσι, από συνήθεια, ο κόσμος ενίοτε τα «βάζει» με τον Μπακάκη. Τουλάχιστον φέτος, αυτή η δυνατότητα δεν υπάρχει.
Ευρισκόμενος σταθερά στην άκρη του πάγκου ή εκτός αποστολής, έχοντας μπει πλέον στα 31 του και βλέποντας τους Ρότα και Μισελέν να εναλλάσσονται στο δεξί άκρο της άμυνας της ΑΕΚ, ο Μπακάκης θα έλεγε κανείς ότι έχει πια ηρεμήσει.
Το συμβόλαιό του το έχει, ένα ακόμα καλό συμβόλαιο θα το βρει για τα εναπομείναντα χρόνια της καριέρας του εύκολα, οι γκρίνιες από την κερκίδα προς το πρόσωπό του έχουν πάψει εφόσον δεν παίζει.
Φέτος ο Μπακάκης ξέρει πως, με τις υπάρχουσες συνθήκες, δεν πρόκειται να «φταίξει» σε κάτι. Ξέρει, επίσης, πως καμία επιτυχία δεν θα του αναγνωριζόταν ακόμα και αν έπαιζε. Τι πιο ιδανικό λοιπόν από το να κάτσει πάνω στο συμβόλαιό του, να κάνει ησυχία και να περιμένει τον επόμενο σταθμό της καριέρας του;
Και όμως, ο ίδιος προέβη σε μια κίνηση που αν και φρέσκια έχει προλάβει ήδη να συζητηθεί. Ο Έλληνας παίκτης ζήτησε από την ΑΕΚ, εφόσον δεν υπολογίζεται, να παίζει από εδώ και στο εξής με την ΑΕΚ Β’ στο πρωτάθλημα της Super League 2. Αν μη τι άλλο, πρόκειται για μαγκιά μεγατόνων και για μια κίνηση εκ διαμέτρου αντίθετα με τα περί… δημοσιοϋπαλληλικιού που, εδώ και χρόνια, αδίκως τον «κυνηγάνε».
Ο Μιχάλης Μπακάκης με αυτή την κίνησή του δείχνει πως όσο «τελειωμένος» και αν θεωρείται, η αγωνιστική απραξία δεν τον ψήνει. Το ψάχνει, θέλει να βρει ρυθμό, δεν του αρκεί απλά το συμβόλαιό του, δεν του αρκεί καν το ότι ξέρει πως θα βρει και επόμενο συμβόλαιο.
Δείχνει πως όσο «παλαίμαχος» και αν θεωρείται από μερίδα του κόσμου στην Ελλάδα, εκείνος δεν αντιμετωπίζει έτσι τον εαυτό του. Δείχνει πως όσο υποτιμητικό και αν φαίνεται για έναν παίκτη της εμπειρίας του και των παραστάσεών του να στελεχώνει τη Β’ ομάδα, εκείνος δεν δίνει καμία απολύτως σημασία σε αυτά. Είναι ποδοσφαιριστής και ως τέτοιος ένα πράγμα τον απασχολεί πρωτίστως: να παίζει μπάλα.
Πολλά σέβη…