Η Αδριάνα ήταν έξι μηνών έγκυος όταν το Μπουένος Αϊρες χτυπήθηκε από σφοδρές καταιγίδες. Το μικρό διαμέρισμα στο Κίλμες πλημμύρισε. Το νερό έφτανε στο γόνατο και τα έπιπλα και το κρεβάτι που βρισκόταν η 18χρονη, άρχισαν να επιπλέουν. Μαζί με τον Λεονέλ Ντελ Καστίγιο, 19χρονο οδηγό ταξί, αλλά και την κόρη τους, χρειάστηκε να μείνουν για εβδομάδες σε σχολείο πριν επιστρέψουν στο σπίτι. Ούτε η συνέχεια όμως θα ήταν εύκολη.
Όταν ήρθαν οι μέρες να γεννήσει, το ζευγάρι αναγκάστηκε να φύγει από την κλινική στην οποία βρισκόταν επειδή δεν μπορούσε να καλύψει τα έξοδα εξαιτίας των επιπλοκών στην εγκυμοσύνη. Αφού μεταφέρθηκαν σε άλλο νοσοκομείο και έπειτα από τόσες δυσκολίες, στις 2 Ιουνίου του 1988 ήρθε στη ζωή ένα αγοράκι, ο Σέρχιο. «Θα φέρει τύχη στην οικογένεια» είπε ο γιατρός. Και ο μικρός θα ήταν το μοναδικό από τα 7 παιδιά που θα έπαιρνε το επίθετο της μητέρας του. Αγουέρο, στα ελληνικά «οιωνός».
Με πατέρα που έπαιζε ποδόσφαιρο, ο μικρός ανακάλυψε πολύ νωρίς τι θέλει να κάνει και από την ηλικία των δύο ετών είχε το δικό του, ξεχωριστό παρατσούκλι. Κάτι που προέκυψε από τα ιαπωνικά κινούμενα σχέδια αφού του άρεσε να βλέπει ένα παιδικό που λεγόταν ‘Wanpaku Amukashi Kum Kum’. Σύντομα άρχισε να μουρμουράει «Kum, Kum» και κάπως έτσι ξεκίνησε η ιστορία του Κουν Αγουέρο.
Τα περισσότερα παιδιά στην Αργεντινή θέλουν να παίξουν μπάλα, όμως λίγα είναι εκείνα που τα καταφέρνουν. Η ευκαιρία υπάρχει μέσα από τα διάφορα δοκιμαστικά που κάνουν οι ομάδες για να ενισχύσουν τα τμήματά τους αλλά οι συνθήκες και το timing πολλές φορές δεν επιτρέπουν να φανεί αυτό που πραγματικά συμβαίνει. Ο Κουν πήρε μέρος σε αυτή τη διαδικασία. Νωρίτερα είχε παίξει ως πιτσιρικάς σε τοπικές ομάδες όπως οι Alegre de Quilmes και Los Primos de Berazategui, όμως όλα ήταν διαφορετικά όταν η Λανούς έψαχνε παίκτες.
Ο προπονητής που έφτιαχνε τις ομάδες έτσι ώστε να μπορέσει να παρακολουθήσει τους μικρούς, ρώτησε τον Κουν τι θέση παίζει. «Είμαι 10άρι» απάντησε ο μικρός, όμως, όπως ήταν ίσως αναμενόμενο, η θέση ήταν ήδη πιασμένη, οπότε τον έβαλαν δεξί μπακ. Δεν ήταν ό,τι καλύτερο μπορούσε να του συμβεί, όμως προσπάθησε να δείξει τις ικανότητές του. «Πάρε την μπάλα, πήγαινε μπροστά, πέρασέ τους όλους». Μάταια. Μετά από αυτό το ματς, δεν δοκιμάστηκε ποτέ ξανά από την Λανούς. «Τον έκοψαν λόγω του ύψους» είπε αργότερα ο πατέρας του.
Η απόρριψη κάθε άλλο παρά λύγισε ψυχολογικά τον Κουν και τον πατέρα του, αφού οι προπονητές του έτριβαν τα μάτια τους με τα πράγματα που έκανε και τα γκολ του. Κανένας δεν μπορούσε να τον σταματήσει, ούτε με κλοτσιές. Ακόμα ήταν 9 ετών, όμως μπορούσε να στείλει την μπάλα από κόρνερ στο δεύτερο δοκάρι.
Σε αυτή την ηλικία, ήταν πλέον σε δοκιμαστικά της Ιντεπεντιέντε. Έμενε σε ένα κτίριο της ομάδας και έκανε προπονήσεις δύο φορές την εβδομάδα. «Από τόσο μικρός είχε τεχνική και δύναμη που δεν συναντάς συχνά, κανένας από τους παίκτες που είχαμε δεν ήταν σαν και αυτόν. Ήταν πολύ εντυπωσιακό να τον βλέπεις, ξεχώριζε εύκολα» είπε ο Ρικάρντο Μποτσίνι, legend του club και υπεύθυνος των δοκιμαστικών αγώνων.
Στα τέλη του 1998 ο Κουν επιλέχθηκε από τον Αγουστίν Μπαλμπουένα, προπονητή των μικρών τμημάτων, για να παίξει στην ομάδα των γεννημένων ’88. Το επόμενο έτος έπαιξε στο τουρνουά που συμμετείχαν 20 ομάδες – με ρόστερ μικρών – το οποίο παρακολουθούν παραδοσιακά scout απ’ όλο τον κόσμο για να βρουν τα αστέρια του αύριο. Υπερβολή; Έναν χρόνο νωρίτερα, ένας πιτσιρικάς με όνομα Λιονέλ Μέσι είχε ξεχωρίσει σε αυτή τη διοργάνωση κατακτώντας τον τίτλο με την Νιούελς Ολντ Μπόις. Ο Κουν πέτυχε 6 γκολ και παρότι η ομάδα του δεν σήκωσε την κούπα, ήταν ο παίκτης που τράβηξε τα βλέμματα.
Στις 20 Μαρτίου του 1999, σε ηλικία 11 ετών, υπέγραψε στους μικρούς της Ιντεπεντιέντε. Και την επόμενη χρονιά ο τίτλος τελικά ήρθε. Η Ιντεπεντιέντε έπαιζε στην έδρα της Ροζάριο Σεντράλ και με νίκη έπαιρνε το πρωτάθλημα. Τότε, οι υπεύθυνοι του club αποφάσισαν να πάνε μια μέρα πριν το ματς στην πόλη και να μείνουν στο ξενοδοχείο σαν αποστολή και έτσι ο Κουν πήρε μια πρώτη γεύση από τη ζωη και την καθημερινότητα που ζουν οι επαγγελματίες. Την επόμενη μέρα η ‘el Rojo’ νίκησε 1-2. Προφανώς, ο ίδιος πέτυχε γκολ το οποίο ήταν το 11ο σε ένα τουρνουά στο οποίο ξεχώρισε ξανά.
Καθοριστικό ρόλο στο πόσο γρήγορα ωρίμασε και ήταν σε θέση να αγωνίζεται με παίκτες μεγαλύτερης ηλικίας έπαιξαν τα χρόνια 2000-2001. Τότε, πήρε μέρος σ’ ένα τουρνουά μικρών υπό την επίβλεψη της Ομοσπονδίας Φιλικών Αγώνων Νέων, μια διοργάνωση μέσω της οποίας είχαν ξεχωρίσει ταλέντα όπως οι Κάρλος Τέβες και Χαβιέρ Σαβιόλα. Εκείνη τη χρονιά πέτυχε 92 γκολ και άφησε όσους το παρακολουθούσαν με το στόμα ανοικτό. «Πήρε την μπάλα στο κέντρο, πέρασε όλη την ομάδα και τον τερματοφύλακα. Ήταν εκπληκτικό, τον χειροκρότησαν όλοι όσοι ήταν εκεί».
Εκείνη την εποχή ο Κουν ήθελε πολύ να μοιάσει στον Σαβιόλα, που έκανε το «μπαμ» πολύ μικρός και αγωνιζόταν στην ίδια θέση με εκείνον. Όμως κάποιες φορές η πραγματικότητα φτάνει πιο μακριά από τα όνειρα…
Πλέον, κάθε μέρα που περνούσε η φήμη του Κουν εξαπλωνόταν. Άπαντες είχαν τρελαθεί με την τεχνική και την ποιότητά του σε σημείο που πολλά club προσέφεραν στον ίδιο και τον πατέρα του δουλειά και χρήματα για να αφήσουν την Ιντεπεντιέντε. Όμως η επιθυμία των ομάδων να τον κάνουν δικό τους, πολύ συχνά ξεπερνούσε τα όρια. «Περάσαμε πολύ δύσκολα με τον Αγουέρο. Όπου πηγαίναμε, ήθελαν να μας τον κλέψουν. Εμείς δεν είχαμε καμία αμφιβολία. Αυτό το αγόρι ήταν το μέλλον της Ιντεπεντιέντε» θυμάται ο Νέστορ Ραμπέρτ, υπεύθυνος του τμήματος εξέλιξης νεαρών ποδοσφαιριστών.
Εκείνα τα χρόνια ο Κουν έλιωνε στην μπάλα. Χωρίς υπερβολή. Το ΣΚ μπορούσε να παίξει ακόμα και σε 6-7 ματς. «Τα Σάββατα έδινε 3-4 αγώνες, ανάλογα με το τι ώρα φτάναμε. Και την Κυριακή ήταν με την Ιντεπεντιέντε. Δεν κουραζόταν ποτέ, δεν ξέρω πως το έκανε. Ήθελε να παίζει πάντα». Το 2001 είχε φτάσει η στιγμή για το ντεμπούτο στα μικρά τμήματα της Ιντεπεντιέντε. Ήταν μέλος της φουρνιάς του ’88 που κατέκτησε τον τίτλο με 3-2 στον τελικό κόντρα στην Ρίβερ Πλέιτ που είχε ως αστέρι έναν παλιό γνώριμο των ελληνικών γηπέδων, τον Ντιέγο Μπουονανότε.
Ήταν ακόμα 13 ετών όταν η Γιουβέντους έκανε πρόταση για να τον αποκτήσει και να δώσει δουλειά στην Ιταλία στους γονείς του. Η Ευρώπη θα μπορούσε να έχει «έρθει» πολύ νωρίτερα, αλλά τελικά, έπειτα από κάμποσα πήγαινε-έλα, η απόφαση ήταν να απορρίψει την Μεγάλη Κυρία και να συνεχίσει τη διαδικασία ωρίμανσης στην Αργεντινή. Και δεν θα περνούσαν πολλά χρόνια για να συμβεί αυτό…
Στις 23 Ιουνίου του 2003, ο τότε τεχνικός της Ιντεπεντιέντε, Οσκαρ Ρουγκέρι, τον κάλεσε να κάνει προπονήσεις με την πρώτη ομάδα. Και δεν έμεινε εκεί. Εννιά μέρες αργότερα τον συμπεριέλαβε στην αποστολή για αγώνα πρωταθλήματος. Το όνειρο του Αγουέρο έγινε πραγματικότητα στις 5 Ιουλίου. Σε ηλικία 15 ετών και 35 ημερών, έχοντας το 34 στην πλάτη, πραγματοποίησε το ντεμπούτο του μπαίνοντας αλλαγή στο 70’ του αγώνα κόντρα στην Σαν Λορέντζο και έγινε ο μικρότερος που παίζει ποτέ στη μεγάλη κατηγορία. Έτσι έσπασε ένα ρεκόρ που δεν το είχε κάποιος τυχαίος. Ένα ρεκόρ που κρατούσε από το 1976. Όταν δηλαδή ο Ντιέγκο Μαραντόνα έπαιξε για πρώτη φορά με την Αρχεντίνος Τζούνιορς 10 μέρες πριν κλείσει τα 16 του.
Μέσα στα επόμενα δύο χρόνια, όλα είχαν πάρει τον δρόμο τους. Οι ομάδες από την Ευρώπη είχαν κάνει ουρά. Αμβούργο, Τσέλσι, Κορίνθιανς, Βιγιαρεάλ αλλά και Μπάγερν Μαδρίτης, Ατλέτικο Μαδρίτης, εμφανίστηκαν άμεσα. Οι Rojiblancos όμως, έδωσαν 23 εκατ. ευρώ το 2011 και τον έκαναν δικό τους με ρεκόρ μεταγραφής για την εποχή.
Ο Κουν αναγκάστηκε να κόψει την coca-cola και τα asados, τα παραδοσιακά ψητά της Αργεντινής. Τα υπόλοιπα είναι ιστορία…