Διαπραγματεύσεις με στρατηγούς και βότκα με… γιαούρτι στις 8 το πρωί: Η τρελή ιστορία της μεταγραφής Στόιτσκοφ στην Μπαρτσελόνα!

Και σήμερα με 1-2 παζάρια μιλάμε για «μεταγραφικό θρίλερ»!

Δεν είναι ο μεγαλύτερος παίκτης που φόρεσε ποτέ τη φανέλα της Μπαρτσελόνα…

Δεν ήταν ίνδαλμα και σούπερ σταρ όταν αποκτήθηκε…

Δεν έγινε σκοτωμός με άλλες ομάδες για το ποια θα τον πρωτο-πάρει…

Δεν προερχόταν καν από χώρα και πρωτάθλημα που να ήταν γνωστό…

Κι όμως!

Παρόλο που της λείπουν όλα τα απαραίτητα συστατικά για να χαρακτηριστεί αυτό που λέμε «μπαμ», η ιστορία της απόκτησης του Χρίστο Στόιτσκοφ από την Μπαρτσελόνα αποτελεί το πιο cult μεταγραφικό θρίλερ στην ιστορία!

Και πώς να μην είναι έτσι, όταν ο άνθρωπος που έφερε κοτζάμ Μαραντόνα, Ρομάριο, Ρονάλντο, Ριβάλντο και Μέσι, τις διαπραγματεύσεις για τον Βούλγαρο δεν ξεχνάει ποτέ!

Στο πέρασμα των χρόνων ο θρυλικός μάνατζερ, Ζόσεπ Μαρία Μινγκέγια έχει αναφερθεί πολλές φορές στους μύθους που με δικούς του χειρισμούς ντύθηκαν στα «μπλαουγκράνα»!

Σε κάθε ευκαιρία ωστόσο ξεχωρίζει την περίπτωση του Στόιτσκοφ.

Όχι εξαιτίας της ασύλληπτης κλάσης του Βούλγαρου και του συνδυασμού ποδοσφαιρικής τέχνης με τσαμπουκά, που μόνο ο Μαραντόνα διέθετε σε τέτοιο βαθμό.

Ούτε της φοβερής καριέρας που έκανε ως μέλος της «Dream Team» του Γιόχαν Κρόιφ και παρτενέρ του Ρομάριο στην τρομακτική επίθεσή της.

Αλλά εξαιτίας των όσων πέρασε για να τον πάει στη Βαρκελώνη!

Το 1990 λοιπόν ο Στόιτσκοφ είχε κάνει ήδη αίσθηση στην Ευρώπη. Μετά από έξι χρόνια στην ΤΣΣΚΑ Σόφιας, είχε κατακτήσει το «Χρυσό Παπούτσι» με 38 γκολ σε 30 παιχνίδια!

Παρόλο που φαινόταν έτοιμος λοιπόν ν’ αγωνιστεί στο υψηλότερο επίπεδο, υπήρχε μια μικρή… λεπτομέρεια:

Το κομμουνιστικό καθεστώς στη Βουλγαρία δεν ήταν ακριβώς συνεργάσιμο σε τέτοιες περιπτώσεις.

Όπως συνέβαινε γενικώς στην Ανατολική Ευρώπη, οι καλοί ποδοσφαιριστές μπορούσαν να φύγουν από τη χώρα μόνο σε προχωρημένη ηλικία κι αυτό εφόσον είχαν δείξει… καλή διαγωγή μέχρι τότε.

Ωστόσο ο Μινγκέγια είχε βάλει στόχο τη φοβερή εκείνη φουρνιά της Βουλγαρίας (με Σιράκοφ, Κονσταντίνοφ, Ιβάνοφ, Πένεφ, Στόιτσκοφ κ.α.) να την αξιοποιήσει.

Βρήκε λοιπόν επαφή μαζί τους και τους διαβεβαίωσε ότι θα τους έβρισκε ομάδες τοπ επιπέδου με υψηλά συμβόλαια, αρκεί να εξασφάλιζαν νόμιμη άδεια αποχώρησης από τη χώρα.

Αυτό ήταν…

Όταν κατάφερε να «ανοίξει την πόρτα» με την περίπτωση του Λιούμπομιρ Πένεφ (που μετακινήθηκε στη Βαλένθια) τίποτα δεν μπορούσε να κρατήσει τον Στόιτσκοφ.

Έχοντας δώσει ήδη ως νεαρός τα διαπιστευτήρια του εκρηκτικού χαρακτήρα του, έκανε τη δική του «επανάσταση».

Εξασφαλίζοντας λοιπόν στις επαφές του με την κυβέρνηση το πράσινο φως για να συζητήσει τη μετακίνηση στην Μπαρτσελόνα, ο δρόμος έμοιαζε πλέον στρωμένος.

Αμ δε…

Οι διαπραγματεύσεις για τη μεταγραφή του θα αποδεικνύονταν ελαφρώς πιο περίπλοκες απ’ όσο τις είχε στο μυαλό του ο Μινγκέγια…

Διότι ταξιδεύοντας στη Σόφια για να κλείσει το deal όλα έμοιαζαν ιδανικά:

Σε αντίθεση με τα υπόλοιπα ξενοδοχεία της πόλης που ήταν ολόιδια και στο ίδιο λιτό στιλ, η δική του διαμονή είχε οριστεί στο πολυτελές «Sheraton».

Μπορεί να τρόμαξε κάπως όταν θόρυβοι τον ξύπνησαν στις 6 το πρωί και διαπίστωσε ότι από τους δρόμους περνούσαν τανκς, αλλά θεώρησε ότι αυτό δεν θα είχε κάποια σχέση με τη δική του δουλειά.

Τελικά όμως… είχε!

Πιο χαρακτηριστικά λοιπόν δεν θα μπορούσε να τα περιγράψει κανένας άλλος από τον ίδιο:

«Τότε υπήρχε το κομμουνιστικό καθεστώς του Ζίβκοφ και κανένας παίκτης δεν μπορούσε να φύγει από τη χώρα. Ο πρώτος που κατάφερα να πάρω από ήταν ο Λιούμπομιρ Πένεφ στη Βαλένθια, αλλά η υπόθεση του Στόιτσκοφ ήταν… σαπουνόπερα.

Το πρώτο πράγμα που πρέπει να καταλάβει κανείς είναι πως οι διαπραγματεύσεις γίνονταν με τον στρατό.

Το να συναντάς έναν πρόεδρο σε ένα γραφείο είναι διαφορετικό από το να συναντάς διάφορους αξιωματικούς σ’ έναν στρατώνα, με οπλισμένους στρατιώτες στην πόρτα. Ήταν, ας το πούμε κομψά, περίεργο…», έχει εξιστορήσει στη «Mundo Deportivo» ο Μινγκέγια.

Για να καταλήξει χαρακτηριστικά:

«Πήγα με έναν διερμηνέα και οι στιγμές που μετέφραζε ήταν πραγματικά σημαντικές, γιατί μου έδιναν χρόνο να σκεφτώ το επόμενο βήμα μου -ένα πλεονέκτημα που δεν έχεις υπό κανονικές συνθήκες.

Στη Βουλγαρία οι διαπραγματεύσεις είναι πραγματικά χαοτικές, αφού όταν κουνάνε το κεφάλι τους πάνω-κάτω σημαίνει “όχι” και όταν το κουνάνε αριστερά-δεξιά σημαίνει “ναι”. Είναι η απόλυτη σύγχυση!

Και φυσικά, εκτός από όλα αυτά, υπήρχε και η βότκα! Όρισαν το ραντεβού στις 8 το πρωί, κάτι που ήταν εντελώς έξω από τις συνήθειές μου και όταν έφτασα ήδη έριχναν βότκα στο… γιαούρτι!

Σέρβιραν γιαούρτι επειδή θεωρούν ότι οι Βούλγαροι είναι εκείνοι που έχουν ανακαλύψει το συγκεκριμένο έδεσμα!

Ενώ χρειαζόμουν λοιπόν πολλούς καφέδες για να ξυπνήσω, σε κάποια στιγμή μου το ξέκοψαν:

Θα συνέχιζαν τις διαπραγματεύσεις μόνο αν έπινα κι εγώ μαζί τους!

Έκανα αυτό που έπρεπε να κάνω και κατέληξα εκείνη τη μέρα ξαπλωμένος σε ημι-λιπόθυμη κατάσταση στο ξενοδοχείο.

Μεθυσμένος, αλλά με τον Στόιτσκοφ στην Μπαρτσελόνα! Είμαι ένας μάρτυρας…»