Η μεγαλύτερη ατραξιόν του πρωταθλήματος, χωρίς δεύτερη κουβέντα, είναι ο Ματίας Αλμέιδα.
Εξαιρετικός προπονητής και κύριος ο Γιοβάνοβιτς, μεγάλη προσωπικότητα ο Μίτσελ, γάτος αν μη τι άλλο ο Λουτσέσκου, αλλά ο Αργεντινός έχει κλέψει την παράσταση.
Όχι μόνο επειδή παρέλαβε μια ΑΕΚ ερείπιο, εκτός Ευρώπης και (με την τεράστια ώθηση του νέου γηπέδου) την έκανε διεκδικήτρια του τίτλου.
Αλλά κυρίως επειδή παρουσίασε μια ποδοσφαιρική πρόταση σύγχρονη, γεμάτη ορμή, ένταση και συναισθήματα.
Πρόλαβε σε λίγους μόλις μήνες να μετατρέψει ένα σύνολο loser σε πολεμική μηχανή, που στριμώχνει άσχημα αντιπάλους και «φτιάχνει» για τα καλά τους δικούς του οπαδούς.
Κατάφερε, δηλαδή, να φτιάξει μια ομάδα «καθρέφτη» του ίδιου όταν ήταν ποδοσφαιριστής!
Παρά την πλούσια καριέρα του στην Ευρώπη (όπου φόρεσε τις φανέλες Σεβίλλης, Λάτσιο, Πάρμα και Ίντερ), ο σύλλογος με τον οποίο ταυτίστηκε ο «Πελάδο» ήταν η Ρίβερ Πλέιτ.
Και απόλυτο trademark αυτής της… καψούρας (αλλά και συνολικά του ποδοσφαιρικού του ταμπεραμέντου) είναι η βραδιά που αποβλήθηκε στο «Μπομπονέρα»!
Λίγους μήνες λοιπόν πριν κόψει το ποδόσφαιρο για να καθίσει στον πάγκο που δεν τολμούσε κανείς (της ομάδας που θα έπαιζε για πρώτη φορά στη β’ κατηγορία) ο Αλμέιδα είχε ήδη δείξει τι… κουβαλάει μες στο σορτσάκι του:
Ενεργώντας όχι ακριβώς σε φίλαθλο πνεύμα, αλλά σίγουρα όπως αρμόζει σε αρχηγό στην έδρα της μισητής αντιπάλου!
Διότι τα πράγματα ήταν ήδη δύσκολα πριν το ντέρμπι, με την Μπόκα αγριεμένη και το κοινό της να… ηδονίζεται στην ιδέα ότι θα σπρώξει πιο κοντά την αιώνια εχθρό στον γκρεμό.
Έγιναν ακόμα χειρότερα με το αυτογκόλ του τερματοφύλακα, Χουάν Πάμπλο Καρίσο και το τέρμα του Μάρτιν Παλέρμο που ουσιαστικά είχαν καταδικάσει τους «μιγιονάριος».
Κι όταν ο Αλμέιδα αντίκρισε την κόκκινη κάρτα για μια αψιμαχία του με τον Κλεμέντε Ροντρίγκες, το «ηφαίστειο» της στεναχώριας, της πίεσης και της οργής για τη διαιτησία εξερράγη μέσα του…
Αποχωρώντας λοιπόν απ’ το γήπεδο, φίλησε επιδεικτικά τη φανέλα του…
Ανταπέδωσε τις φιλοφρονήσεις που τον έλουζαν οι αλαλάζοντες οπαδοί της Μπόκα.
Έκανε στην άκρη τους αστυνομικούς που έσπευσαν να τον προστατεύσουν με τις ασπίδες τους.
Κι ήταν τέτοια η φούρια του, που πήγε κι αυτούς να τους… πάρει αμπάριζα (μ’ έναν μάλιστα να τον καταγγέλλει μετά το παιχνίδι ότι του στραμπούληξε το δάχτυλο)!
«Το θυμάμαι πολύ καλά, ήταν το ξεκίνημα της κατηφόρας προς τη β’ κατηγορία.
Σ’ εκείνο το ματς δεν μας έδωσαν κάποια πέναλτι, ενώ ο διαιτητής είχε αλλάξει το προηγούμενο βράδυ. Ήταν πολύ περίεργο.
Αυτό που έκανα το έκανα για να διαμαρτυρηθώ. Ήμουν ένας από τους μεγαλύτερους ηλικιακά παίκτες, οπότε μπορούσα να συνειδητοποιήσω κάποια πράγματα και να καταλάβω τι συμβαίνει. Θα πέθαινα να είχα βάλει ένα γκολ και όχι να αποβληθώ», έχει εξιστορήσει ο ίδιος ο Αλμέιδα.
Όσο για τη συμπεριφορά των Αρχών στο επεισόδιο (το οποίο θυμηθήκαμε από τη σελίδα Dieci) ο νυν τεχνικός της ΑΕΚ την έχει αποδώσει σε… σόου:
«Οι αστυνομικοί θα μπορούσαν να με προστατεύσουν με διαφορετικό τρόπο. Ήμουν ήδη ένα μέτρο από τη φυσούνα. Αυτό που έγινε ήταν καλό για να βγει στην τηλεόραση.
Η αστυνομία θα έπρεπε να φροντίσει άλλα πράγματα, όπως η άφιξη του πούλμαν της Ρίβερ, στο οποίο έσπασαν δυο παράθυρα».
Όπως και να ‘χει, ένα είναι βέβαιο:
Ο Αλμέιδα δεν μετάνιωσε ποτέ για τη συμπεριφορά του.
Έχει παραδεχθεί ότι αντέδρασε έτσι επειδή ήταν φορτισμένος, αλλά ουδέποτε απολογήθηκε γι’ αυτή την έκρηξη συναισθημάτων.
Κι έχει εξηγήσει χωρίς περιθώριο… παρερμηνειών:
«Έκανα μια χειρονομία, την οποία θα έκανα ξανά 10.000 φορές. Το να φιλάς την φανέλα της Ρίβερ Πλέιτ μέσα στο Μπομπονέρα είναι ανεκτίμητο.
Αυτή η φανέλα ήταν το δεύτερο δέρμα μου και αυτοί σε εκείνες στις κερκίδες την προσέβαλαν.
Οπότε, φέρτε μου φαγητό στο… κελί της φυλακής γιατί θα τη φιλούσα ξανά»!