Έκλεισαν καταστήματα, έγιναν ομαδικές κοπάνες: Η πιο ρομαντική κούπα του ελληνικού ποδοσφαίρου που γιορτάστηκε με... πέταγμα αυτοκινήτων στη λίμνη
Βρείτε μας στο

Δόξα Δράμας, Παναχαϊκή, ΠΑΣ Γιάννινα, ΑΕΛ, ΟΦΗ. Πολύ αργότερα η Ξάνθη και ο Αστέρας Τρίπολης. Ομάδες εκτός Αττικής και Θεσσαλονίκης που πήραν/διεκδίκησαν τίτλους ή κατέγραψαν σημαντικές επιτυχίες. Από κοντά ο Παναιτωλικός λόγω των πολυάριθμων υποστηρικτών του. Και στη μέση, χρονικά, η Καστοριά!

Στα 50s’ η τρανή Δόξα του Τάκη Λουκανίδη έδωσε το «παρών» σε τρεις τελικούς Κυπέλλου, όπου ηττήθηκε σε όλους από τον Ολυμπιακό. Το 1972 ο ΠΑΣ έφερε έξι Αργεντινούς άσους και ανέβηκε… δέκα σκαλιά. Το 1973 η Παναχαϊκή έγινε ο πρώτος επαρχιακός σύλλογος που αγωνίστηκε σε ευρωπαϊκή διοργάνωση.

Στα 80s’ η ΑΕΛ κατέκτησε πρωτάθλημα (1988) και Κύπελλο (1985), ενώ ο ΟΦΗ βγήκε δεύτερος στην Α’ Εθνική το 1986 και σήκωσε τον δεύτερο τη τάξει θεσμό το 1987, προτού ακολουθήσουν οι επιτυχίες στα 90s’. Ο Αστέρας Τρίπολης έπαιξε τελικό Κυπέλλου το 2013, όταν αδικήθηκε σφόδρα απέναντι στον Ολυμπιακό, και η Ξάνθη το 2015, επίσης απέναντι στους «ερυθρόλευκους» του Πειραιά.

Κάπου στη μέση, λοιπόν, συγκεκριμένα στην πρώτη επαγγελματική σεζόν του ελληνικού ποδοσφαίρου (1979-80), η Καστοριά ήρθε από το πουθενά για να ταράξει τα νερά.

Οι «γουναράδες» έφτασαν μέχρι τον τελικό του Κυπέλλου, όπου επιβλήθηκαν 5-2 του Ηρακλή στο γήπεδο της Νέας Φιλαδέλφειας, γράφοντας μία από τις πιο ξεχωριστές σελίδες στην ιστορία του αθλήματος στη χώρα.

Μιλάμε για μια πόλη που το 1981 αριθμούσε 53.346 κατοίκους, βρισκόταν στην 41η θέση από τους 51 νομούς και το γήπεδό της ήταν το τελευταίο «ξερό» που παίχτηκε αγώνας επιπέδου Α’ Εθνικής (Καστοριά-ΟΦΗ 0-1, στις 19 Ιουνίου 1983).

Η αρχή γράφτηκε στο Στάδιο Καραϊσκάκη, όταν κόντρα στον Εθνικό (και τη ροή του αγώνα, μιας και ο αντίπαλος είχε έξι δοκάρια!), ο Θόδωρος Μπεργελές έγραψε το 1-0 στο 114’ της παράτασης, ενώ ακολούθησε το εντός έδρας 2-0 επί της Καβάλας (17’ Μπάκης, 61’ Ρήγας) και το εκτός έδρας 5-1 επί του Ολυμπιακού Λουτρακίου (28’ πέν., 44’, 57’ πέν. Τσιρώνης, 60’ Κόπανος, 88’ Παπαβασιλείου, τα γκολ των θριαμβευτών).

Την αγαπούσε πολύ ο Χατζιδάκις: Η αιωνόβια ταβέρνα που φημίζεται σε όλη την Αθήνα για τα κεφτεδάκια και την αυλή της
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ Την αγαπούσε πολύ ο Χατζιδάκις: Η αιωνόβια ταβέρνα που φημίζεται σε όλη την Αθήνα για τα κεφτεδάκια και την αυλή της

Στην προημιτελική φάση, η Καστοριά επικράτησε 1-0 εντός έδρας της ΑΕΛ με γκολ του Τσιρώνη στο 73’ και στη ρεβάνς απέσπασε ισοπαλία 1-1, με σκόρερ της μακεδονικής ομάδας τον Δίντσικο στο 17’.

Ακολούθησαν οι δύο νίκες επί του Μακεδονικού στα ημιτελικά. Οι Σημαιοφορίδης (37’) και Τσιρώνης (84’) έγραψαν το 2-0 στη… λίμνη, ενώ στο 2-1 του επαναληπτικού βρήκαν δίχτυα οι Σιάντσης (42’) και Παπαβασιλείου (53’). Η μεγάλη στιγμή είχε φτάσει!

Χιλιάδες πολίτες της Καστοριάς, όπως επίσης άνθρωποι που κατάγονταν από τη συγκεκριμένη πόλη και διέμεναν σε άλλους νομούς, ακόμη και στο εξωτερικό, θέλησαν να δώσουν το «παρών» στον τελικό κόντρα στον Ηρακλή του Βασίλη Χατζηπαναγή, μια ομάδα σαφώς πιο έμπειρη που είχε κατακτήσει το τρόπαιο τέσσερα χρόνια νωρίτερα απέναντι στον Ολυμπιακό.

Δεκάδες μαθητές Λυκείου άφησαν στη μέση τις εξετάσεις που έδιναν απόγευμα Σαββάτου για να επιβιβαστούν στο πούλμαν, το οποίο είχε ναυλωθεί γι’ αυτούς, προκειμένου να κατηφορίσουν στην Αθήνα και να παρακολουθήσουν το κυριακάτικο ματς της 25ης Μαΐου 1980.

Η αποστολή κατηφόρισε στην πρωτεύουσα τέσσερις ημέρες πριν από τον μεγάλο αγώνα, διανυκτέρευσε στο θρυλικό ξενοδοχείο Απέργη και προπονήθηκε στο γήπεδο της Λεωφόρου Αλεξάνδρας, ενώ όπως διέρρευσε, το πριμ για κάθε παίκτη σε περίπτωση νίκης είχε οριστεί στις 100.000 δραχμές.

Ο Ηρακλής άνοιξε το σκορ στο 16’ με πέναλτι του Καλαμπάκα, αλλά η συνέχεια ανήκε στην ομάδα του Σάββα Βασιλειάδη, αφού στο 40’ ο Τ. Παπαδόπουλος έβαλε αυτογκόλ, στο 49’ ο Δίντσικος ανέτρεψε τα δεδομένα με κεφαλιά και στο 69’ ο Τσιρώνης έδωσε προβάδισμα δύο γκολ στην Καστοριά.

Παρά την αρνητική τροπή που πήρε ο τελικός, απόρροια και της αποβολής του Μιχαηλίδη στο 54’, ο «γηραιός» μείωσε με κεφαλιά του Μαυροδουλάκη στο 80’ και αναπτέρωσε τις ελπίδες του.

Τελικά, ο σπουδαίος Τσιρώνης «χτύπησε» ξανά στο 87’ με σουτ και στο 90+2’ με πέναλτι, διαμορφώνοντας το εντυπωσιακό 5-2 που σήμαινε ότι η Καστοριά ήταν η θριαμβεύτρια στη μεγάλη αναμέτρηση του γηπέδου της Νέας Φιλαδέλφειας. Για δεύτερη σερί χρονιά το αουτσάιντερ νίκησε το φαβορί στον τελικό, αφού είχε προηγηθεί το 3-1 του Πανιωνίου επί της ΑΕΚ τον Ιούνιο του 1979. Η ποδοσφαιρική Θεσσαλονίκη τα έβαψε… μαύρα για δεύτερη συνεχόμενη ημέρα, καθώς την προηγούμενη ο Άρης είχε ηττηθεί 2-0 από τον Ολυμπιακό στο μπαράζ τίτλου του Βόλου.

Βέβαια θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούν τα εξής: Ο Σαργκάνης θα έπρεπε να αποβληθεί στη φάση του πέναλτι που έγινε το 1-0, λόγω εξοντωτικού χτυπήματος στον Χατζηελευθερίου, ο οποίος επί της ουσίας ήταν εξουδετερωμένος, ώσπου στο 70’ δεν άντεξε και βγήκε αλλαγή για να διακομιστεί στο νοσοκομείο. Ο Τσιρίκας, από την πλευρά του, που είχε αντικαταστήσει τον Χατζηελευθερίου, τραυματίστηκε λίγο αργότερα και άφησε την ομάδα του με 9 παίκτες για τα τελευταία λεπτά. Και, βέβαια, ο «γηραιός» έπαιζε με την ψυχολογία στα τάρταρα εξαιτίας της άδικης απόφασης που τον υποβίβαζε στη Β’ Εθνική.

Στο άλλο στρατόπεδο, αντίθετα, ακολούθησαν ξέφρενοι πανηγυρισμοί. «Πόσα γκολ βάλαμε; Χαλάλι οι κόποι μου. Εγώ ξέρω τι υπέφερα», δήλωνε ο πρόεδρος Γιώργος Χαλκίδης. «Συγχαρητήρια! Ήσασταν οι καλύτεροι και κερδίσατε δίκαια», έλεγε στους παίκτες ο Καζίμιερζ Γκόρσκι, τον οποίον είχε διαδεχθεί στον πάγκο πριν από τρεις μήνες ο Βασιλειάδης, μην παραλείποντας να επικοινωνεί συχνά μαζί του για να παίρνει συμβουλές.

Οι δύο «αιώνιοι» του ελληνικού ποδοσφαίρου έδωσαν συγχαρητήρια στην Καστοριά. Ο Γιώργος Βαρδινογιάννης του Παναθηναϊκού περίμενε τους θριαμβευτές με τη σύζυγό του στο ξενοδοχείο. Ο Λεωνίδας Θεοδωρακάκης του Ολυμπιακού είχε περάσει για τον ίδιο σκοπό από τα αποδυτήρια των θριαμβευτών.

Ακόμα και οι φίλαθλοι του Ηρακλή, παρά την πίκρα τους, χειροκρότησαν τον αντίπαλο για τη σπουδαία απόδοση που έπιασε και την εμφατική του επικράτηση. Το πούλμαν της νικήτριας ομάδας πήρε κατεύθυνση προς την πλατεία Ομονοίας, όμως, νεαροί φίλαθλοι έκλεισαν την κυκλοφορία στην οδό Πατησίων για να πανηγυρίσουν. Επομένως πάρθηκε η απόφαση η αποστολή να επιστρέψει στη βάση της στην Κηφισιά.

Ακολούθησε δείπνο σε κοντινό κατάστημα, διανυκτέρευση κατά τις 03:00 και το πρωί αναχώρηση για Καστοριά, με αεροσκάφος που προσγειώθηκε στο αεροδρόμιο του Άργους Ορεστικού.

Οι στιγμές δύσκολα περιγράφονται με λέξεις. Χιλιάδες κάτοικοι θέλησαν να υποδεχθούν τους τροπαιούχους. Προσπαθούσαν να αγκαλιάσουν και να ασπαστούν τους ποδοσφαιριστές. Ιαχές, σηκωμένες γροθιές, χαμόγελα, συγκίνηση

Λίγο αργότερα, εκατοντάδες αυτοκίνητα έκαναν τον γύρο της Καστοριάς, στους δρόμους της οποίας ήταν παραταγμένοι χιλιάδες άνθρωποι. Στην αρχή της πομπής, τον ρυθμό έδιναν μερικοί που έπαιζαν παραδοσιακά όργανα. Κάποιοι πήραν στα χέρια τους το μεγάλο κύπελλο και το βούτηξαν στα νερά της λίμνης. Το κρασί έρεε άφθονο. Τα καταστήματα, οι βιοτεχνίες, ακόμα και τα εργοστάσια γούνας είχαν κλείσει.

Γυναίκες από μπαλκόνια και ταράτσες έραιναν με κόκκινα τριαντάφυλλα τους ποδοσφαιριστές, φωνάζοντας «άξιοι-άξιοι». Μέχρι και αυτοκίνητα στη λίμνη έριξαν οι ντόπιοι, όπως είχε αποκαλύψει ο εμβληματικός τερματοφύλακας της ομάδας Νίκος Σαργκάνης, σε συνέντευξή του στο Sport-Retro.gr. Τέτοιους μαζικούς πανηγυρισμούς δεν ξαναγνώρισε η πόλη, τουλάχιστον μέχρι την κατάκτηση του Ευρωπαϊκού Πρωταθλήματος 2004 από την Εθνική Ελλάδας στο ποδόσφαιρο.

Το γλέντι ολοκληρώθηκε στο Εθνικό Στάδιο της Καστοριάς, το οποίο τότε βρισκόταν δίπλα στη λίμνη. Επί δύο και τρεις ώρες, ο κόσμος προσπαθούσε να αγγίξει το κύπελλο. Ο γύρος του θριάμβου, οι ασπασμοί σε παίκτες και τρόπαιο, οι αγκαλιές…

Όλα αυτά παραμένουν ανεπανάληπτα και αξέχαστα για όσους τα έζησαν από κοντά. Είναι κρίμα που δεν υπάρχουν πλάνα από αυτή τη γιορτή. Η ιστορία, όμως, έχει καταγράψει ότι κάποτε ο φίλαθλος κόσμος της επαρχίας χαιρόταν μαζικά και αυθόρμητα για τις αθλητικές επιτυχίες. Μακάρι ομάδες όπως η τροπαιούχος του 1980 να επανέλθουν στο ποδοσφαιρικό προσκήνιο με ισχυρές διοικήσεις που δεν θα έχουν ανάγκη τους «μεγάλους» για να επιβιώσουν.