Είναι δύσκολο να περιγράψεις τον Νίκο Γκάλη σε κάποιον που δεν τον έχει ζήσει.
Ό,τι λέξεις, παρομοιώσεις, ακόμα και «σάλτσες» κι αν χρησιμοποιήσεις, είναι ακατόρθωτο να μην αδικήσεις το μεγαλείο του.
Από ποιο μεγάλο του ματς, ποια «αρρωστημένη» του φάση, ποιο μπασκετικό του ρεσιτάλ να ξεκινήσεις και σε ποιο να τελειώσεις…
Ολόκληρη πτέρυγα αναξιοπαθούντων θα μπορούσαν να σχηματίσουν οι προσωπικοί αντίπαλοι που μαρτύρησαν στα χέρια του.
Κι όμως!
Αν πρέπει να «συστήσεις» τον μύθο του Νίκου Γκάλη σε κάποιον που δεν τον πρόλαβε (ή θέλεις να συμφωνήσεις με κάποιον παλιότερο για το πόσο τυχεροί είστε που τον ζήσατε) δεν ενδείκνυται μόνο κάποιο ματς στα ντουζένια του.
Κάποιο one man show, απ’ αυτά που πρωταγωνίστησε με τη φανέλα του Άρη και της Εθνικής.
Χαρακτηριστικό της κλάσης του είναι κι ένα ματς στα (υποτιθέμενα) μπασκετικά του «γεράματα»:
Ο αγώνας του Παναθηναϊκού στην έδρα της Μπάκλερ Μπολόνια για το Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1994.
Με την αντικατάσταση του Ζέλικο Παβλίσεβιτς από τον Κώστα Πολίτη (έπειτα από την εντός έδρας ήττα από την Εφές Πίλσεν) ν’ αποδεικνύεται ευεργετική, οι «πράσινοι» πήγαν ως πρωτοπόροι στην Ιταλία.
Έχοντας ρεκόρ 5-1 (με νίκες κόντρα σε Μπενφίκα, Τσιμπόνα, Μπανταλόνα, Καντού, Ορτέζ) και την ομάδα του Αλεσάντρο Μπούτσι στο 4-2, το ματς ήταν καθοριστικό για την εξέλιξη του ομίλου.
Διότι την πρόκριση για τα προημιτελικά έπαιρναν τέσσερις ομάδες, ωστόσο εκείνες που θα τερμάτιζαν στις δυο πρώτες θέσεις θα είχαν και πλεονέκτημα έδρας.
Στην κατάμεστη «Piazza Azzarita» λοιπόν ο Παναθηναϊκός παρατάχθηκε με τη σημαντική απουσία του Νίκου Οικονόμου.
Μόνο που σημασία εκείνο το βράδυ δεν είχε ποιος έλειπε.
Σημασία είχε μόνο ότι βρισκόταν εκεί (και μάλιστα πιο αγριεμένος από ποτέ στη θητεία του με τα πράσινα), ο Γκάλης!
Και παρόλο που περπατούσε στα 37, στο παρκέ… πετούσε!
Θιγμένος λοιπόν από το κακό ξεκίνημα της ομάδας του (που είχε ως αποτέλεσμα να φτάσει το σκορ στο 19-8), ο «γκάγκστερ» τράβηξε το όπλο του.
Άρχισε να πηγαίνει… βόλτα τους αντιπάλους του.
Να φορτώνει το καλάθι.
Να μοιράζει ασίστ στους (άξιους συμπαραστάτες) Βράνκοβιτς, Αλβέρτη και Βολκόφ.
Και αφού πρωταγωνίστησε στο σερί 11-0 που έφερε τον Παναθηναϊκό προηγούμενο 42-34 στο ημίχρονο, ήταν εκεί και όταν η Μπολόνια αντέδρασε.
Διότι οι γηπεδούχοι θεώρησαν ότι έκαναν το come back, προσπερνώντας στο σκορ με 54-53.
Γρήγορα όμως (και με απελπιστικό ενίοτε τρόπο) ο Γκάλης τους… επανέφερε στην τάξη!
Βομβάρδιζε ο ίδιος το διχτάκι ή άνοιγε διαδρόμους και πάσαρε σε αμαρκάριστο συμπαίκτη.
Έκανε ακόμα και τη σκληρή άμυνα που επιστράτευε σε κάποιες περιπτώσεις ο Κλαούντιο Κολντεμπέλα να μοιάζει μάταιη.
Και με όργια που ανάγκαζαν τους θεατές να τραβούν (κυριολεκτικά) τα μαλλιά τους, οδήγησε στην άνετη νίκη με 85-72.
Τα στατιστικά του εξάλλου στη λήξη ήταν ενδεικτικά:
Στους 32 πόντους σταμάτησε το κοντέρ (με 12/18 δίποντα, 1/2 τρίποντα και 5/7 βολές).
Κι όλα αυτά συνοδευόμενα από 7 ασίστ, 1 κλέψιμο, 1 ριμπάουντ και μόλις 2 λάθη, έχοντας παίξει και στα 40 λεπτά του αγώνα!
Ήταν η εποχή που άρχισε ο ελληνικός Τύπος να καθιερώνει το κλισέ «σαν το παλιό καλό κρασί».
Αν και πολύ πιο περιγραφικό της παράστασης του Γκάλη ήταν το πρωτοσέλιδο της Gazzetta dello Sport.
Εκεί όπου ο Έλληνας μύθος χαρακτηρίστηκε (σχεδόν χωρίς υπερβολή) ως ο «λευκός σωσίας του Μάικλ Τζόρνταν»…