Το «αντιστασιακό» ντέρμπι που διέλυσε τη Λεωφόρο: Όταν Παναθηναϊκοί και ΑΕΚτζήδες διαδήλωσαν μαζί ενάντια στους ναζί

Μια ιστορική ποδοσφαιρική σύμπραξη απέναντι στους κατακτητές…

Το ποδόσφαιρο ουδέποτε υπήρξε ένα απλό άθλημα.

Πέραν της ψυχαγωγικής φύσης του, αποτελεί έναν μοναδικό φορέα έκφρασης συναισθημάτων.

Όπως είχε περιγράψει γλαφυρά κι ο μεγάλος Μπιλ Σάνκλι, «δεν είναι ζήτημα ζωής ή θανάτου, είναι κάτι απείρως πιο σημαντικό».

Σε αυτό το πλαίσιο είναι άπειρα τα παραδείγματα όπου η μπάλα αποδείχθηκε/χρησιμοποιήθηκε/μετατράπηκε σε δίαυλο για να ξεσπάσει λαϊκή οργή.

Και ο πόλεμος δεν αποτελεί εξαίρεση σε αυτό…

Στη θρυλική ταινία λοιπόν που γνωρίσαμε ως «Απόδραση των 11», μια ομάδα αιχμαλώτων σε στρατόπεδο συγκέντρωσης χρησιμοποιεί έναν αγώνα με τους ναζί ως δρόμο προς τη λύτρωση και την ελευθερία.

Στην κανονική ζωή ωστόσο και μάλιστα στη δική μας χώρα υπήρξε ένα άλλο φιλικό, το οποίο χωρίς να διεξαχθεί καν, μετατράπηκε επίσης σε διαδήλωση ενάντια στους κατακτητές.

Είναι το παιχνίδι Παναθηναϊκού-ΑΕΚ που έμεινε στην ιστορία ως το «αντιστασιακό ντέρμπι»…

Πίσω στο μακρινό 1942 η Κατοχή είχε νεκρώσει σχεδόν την ποδοσφαιρική δράση στην Ελλάδα:

Το πρωτάθλημα της σεζόν 1940-41 δεν άρχισε ποτέ.

Οι ομάδες και οι ποδοσφαιρικές ενώσεις σταμάτησαν να λειτουργούν.

Και τα γήπεδα είτε επιτάχθηκαν από τους κατακτητές, είτε διαλύθηκαν.

Χαρακτηριστικό είναι ότι στη Νέα Φιλαδέλφεια οι Ιταλοί ξήλωσαν το τερέν, έσπασαν τα γραφεία και το αθλητικό υλικό (μπάλες, παπούτσια, φανέλες κλπ) το πούλησαν στη μαύρη αγορά.

Από την άλλη, το γήπεδο της Λεωφόρου είχε επιταχθεί από το Υπουργείο Στρατού, με κάποιους χώρους να χρησιμοποιούνται ως νοσοκομείο και άλλους να έχουν παραχωρηθεί στο Εμπειρίκιο Ορφανοτροφείο.

Μέσα σε αυτές τις συνθήκες λοιπόν ξεκίνησε το 1942 μια προσπάθεια ανασύνταξης.

Δημιουργήθηκε η «Ένωση Ελλήνων Αθλητών», η οποία έδινε παιχνίδια για φιλανθρωπικούς σκοπούς.

Και με δική της πρωτοβουλία διοργανώθηκε στη Λεωφόρο ένα φιλικό μεταξύ των δυο μεγαλύτερων αθηναϊκών ομάδων.

Το σκεπτικό ήταν συγκεκριμένο και το εξήγησε μια επιτροπή ποδοσφαιριστών στον τότε πρόεδρο του Παναθηναϊκού, Απόστολο Νικολαΐδη:

Να διατεθούν κάποια από τα έσοδα των εισπράξεων στο νοσοκομείο Σωτηρία, όπου νοσηλεύονταν ασθενείς με φυματίωση, ανάμεσα τους και αρκετοί αθλητές.

Το αίτημα που υπέβαλαν ωστόσο ανήμερα του αγώνα δεν είχε την απάντηση που περίμεναν.

Ο Νικολαΐδης τους τόνισε ότι αυτό δεν μπορούσε να γίνει (ισχυριζόμενος ότι οι Γερμανοί είχαν αποφασίσει να κρατήσουν τα κέρδη).

Και όχι μόνο αυτό, αλλά τους ανακοίνωσε ότι διαιτητής θα ήταν ένας Αυστριακός αξιωματικός των κατοχικών δυνάμεων, ώστε να ελέγχουν την κατάσταση.

Με αυτούς τους όρους λοιπόν οι παίκτες αρνήθηκαν ν’ αγωνιστούν.

Και με πρωτεργάτες τους αρχηγούς Τάσο Κρητικό (από τον Παναθηναϊκό) και Κλεάνθη Μαρόπουλο (από την ΑΕΚ) ανέβηκαν στις εξέδρες για να εξηγήσουν στους 15.000 θεατές τον λόγο που δεν θα γινόταν το ματς.

Ακολούθησε πανδαιμόνιο…

Εξαγριωμένοι από την καταπίεση των κατακτητών, αλλά και με την παθητικότητα που θεωρούσαν ότι αντιμετώπισε η διοίκηση του Παναθηναϊκού τις επιταγές των ναζί, οι φίλαθλοι διέλυσαν τα πάντα:

Ξήλωσαν τις ξύλινες εξέδρες, ξερίζωσαν τα δοκάρια και κραύγαζαν συνθήματα υπέρ των παικτών των δυο ομάδων.

Και αφότου ισοπέδωσαν τη Λεωφόρο, ξεκίνησε αντιφασιστική πορεία στους δρόμους της Αθήνας με προορισμό την Ομόνοια.

Μπορεί λοιπόν αυτή να κατεστάλη βίαια με την επέμβαση των γερμανικών δυνάμεων, αλλά πρόλαβε να καταγραφεί ως μια «σπίθα» αντίδρασης.

Ως μια αυθόρμητη και κοινή διαδήλωση των φιλάθλων κατά της Κατοχής.

Θεωρείται, δε, ότι συνέβαλε στο να ενταχθούν όλοι οι παίκτες στην «Ένωση Ελλήνων Αθλητών» και να διοργανωθεί έπειτα πρωτάθλημα στο γήπεδο της Νήαρ Ηστ.

Κάτι που (εκτός της αναγέννησης του ποδοσφαίρου στη χώρα) είχε ως αποτέλεσμα με τη μεγάλη εισπρακτική επιτυχία των αγώνων να σωθούν και πάρα πολλοί αθλητές…