Ούτε Ζιντάν, ούτε Ριβάλντο: Αυτόν θεωρούσε ο Ρονάλντο ως τον καλύτερο συμπαίκτη που είχε ποτέ

Ο μοναδικός που το «φαινόμενο» δεν κατάφερε να επισκιάσει

Όταν έκλεισε ο πενταετής κύκλος του Ρομάριο στην Ολλανδία, η Αϊντχόφεν χρειάστηκε μόλις ένα χρόνο για να βρει τον μοναδικό νεαρό (άρα και φτηνό) επιθετικό στον κόσμο που θα μπορούσε να τον αντικαταστήσει. Το καλοκαίρι του 1994 ο Ρονάλντο Λουίς Ναζάριο ντε Λίμα φορούσε τα ερυθρόλευκα της PSV, πιάνοντας για πρώτη φορά στην εν δυνάμει μυθική καριέρα του ευρωπαϊκό λιμάνι.

Ελάχιστοι μπορούν σήμερα να θυμηθούν ότι το επιθετικό δίδυμο που συγκρότησε εκεί με έναν άλλο νεοφερμένο στο «Φίλιπς Στάντιον» ήταν ένα από τα κορυφαία σε συλλογικό επίπεδο. Και ο λόγος για αυτό είναι ότι ο παρτενέρ του δεν έλαβε ποτέ τη διάσταση που του έπρεπε στη συνείδηση των πολλών. Το έκανε όμως σε αυτήν του κορυφαίου ίσως επιθετικού όλων των εποχών. «Έχω υπάρξει συμπαίκτης με πολύ μεγάλα ονόματα, όπως οι Φίγκο, Ρομάριο, Ζιντάν, Ριβάλντο, Τζοργκάεφ, Ραούλ. Το καλύτερο ταίριασμα ήταν όμως με τον Λουκ Νίλις, με τον οποίο έπαιξα στην PSV. Ήταν απλά φανταστικός, ο σπουδαιότερος παρτενέρ που είχα ποτέ, παρότι περάσαμε λίγο χρόνο μαζί», έχει πει το «φαινόμενο» για τον Βέλγο αρτίστα, που για την πλειονότητα των 40+ φιλάθλων σήμερα αποτελεί αμυδρή ανάμνηση.

Ο Ρονάλντο έχει παίξει και με τους Ροναλντίνιο, Αντριάνο (στη Βραζιλία), Βιέρι και Μπάτζιο. Αυτούς όμως με κάποιο τρόπο τους επισκίασε. Όλους. Ο μοναδικός με τον οποίο δεν τα κατάφερε ήταν ο Νίλις. Έστω κι αν σκόραρε 42 γκολ σε 46 συμμετοχές πρωταθλήματος με την Αϊντχόφεν! Αν απομονώσουμε ημερολογιακά το 1995 ο Βραζιλιάνος έβαλε 30 γκολ, 18 στο δεύτερο μισό της σεζόν 1994/95 και 12 στο πρώτο της επόμενης, προτού τραυματιστεί. Η ομάδα του ήταν όμως δεύτερη το ’95, πίσω από τον φοβερό και τρομερό Άγιαξ του Λουίς Φαν Χάαλ, που εκτός από το ολλανδικό πρωτάθλημα κατέκτησε και το Τσάμπιονς Λιγκ. Και όμως, ο παίκτης που ψηφίστηκε από τους συναδέλφους του κορυφαίος στη λίγκα για το 1995 δεν ήταν ούτε ο Βραζιλιάνος killer, ούτε κάποιος σταρ του Άγιαξ. Ήταν ο σπουδαίος Νίλις, που με 17 γκολ και 15 ασίστ στο ίδιο διάστημα είχε επωμιστεί δύο ρόλους στο γήπεδο: αυτόν του εκτελεστή και του δημιουργού, με κύριο αποδέκτη τον ασίστ του, φυσικά τον Ρονάλντο.

Μπορεί να είναι εικόνα 2 άτομα, άτομα που παίζουν ποδόσφαιρο, άτομα που παίζουν αμερικανικό ποδόσφαιρο και κείμενο που λέει "NILIS 10"

Δεν ήταν γρήγορος, ούτε αθλητικός. Τον έβλεπε ο αμυντικός και καμώνοταν ότι «τον έχω στη δύναμη». Αν ο Λουκ Νίλις ήταν ήρωας κόμικ δεν θα ήταν κάποιος απόκοσμος με υπερφυσικές δυνάμεις. Θα ήταν όμως και πάλι – με τον δικό του τρόπο – σούπερ ήρωας. Έχοντας την οξύνοια πυξίδα του σε συνδυασμό με την καλλιέργεια ενός ταλέντου, που ναι, αυτό θα είχε σταλεί εξ‘ ουρανού.

Το βελούδινο άγγιγμα στην μπάλα που είχε και με το αριστερό και με το δεξί πόδι, η χαρισματική ικανότητα στην εκτέλεση και η ταχύτητα σκέψης του θα ήταν ο… κόλαφος του αμυντικού που λέγαμε πιο πάνω. Μέχρι να διαγνώσεις τις προθέσεις του και να στείλει σήμα ο εγκέφαλος για την αποτροπή τους, ο αντίστοιχος του Νίλις είχε ήδη κάνει το κομμάτι του. Πάντα με κομψότητα και τεχνική αρτιότητα. Παράλληλα και με παροιμιώδη αλτρουισμό. Γιατί αν ο Βέλγος, φορ ή πλέι-μέικερ ανάλογα με τα κέφια του, ήταν λίγο πιο εγωιστής μπορεί εκείνο το καταραμένο ταξίδι στην Αγγλία να είχε γίνει νωρίτερα και ποιος ξέρει, το μοιραίο να είχε αποφευχθεί.

Ο Λουκ Νίλις έβαλε 127 γκολ σε 223 συμμετοχές με την Άντερλεχτ και στην PSV είχε 110 γκολ και 50 ασίστ σε 164. Ολογράφως εκατόν δέκα γκολ και πενήντα ασίστ – όχι δεν πρόκειται περί λάθους. Σε κάθε παιχνίδι του δηλαδή είχε κατά μέσο όρο γκολ ή ασίστ.

Και είναι από τα μεγαλύτερα αινίγματα στην ιστορία του ποδοσφαίρου το πώς αυτός ο παίκτης δεν έφυγε για μία από τις τέσσερις μεγάλες ευρωπαϊκές λίγκες, παρά μόνο αφότου έκλεισε 33 χρόνια ζωής. Ήταν η Άστον Βίλα που το καλοκαίρι του 2000 και αφού ο νόμος Μποσμάν είχε για τα καλά διαδοθεί, αποφάσισε να δώσει μια ετεροχρονισμένη απάντηση στο γρίφο, προσελκύοντας τον Νίλις στο Μπέρμιγχαμ. Στο ντεμπούτο του κιόλας στην Πρέμιερ Λιγκ ο Βέλγος επιβεβαίωσε ότι πράγματι επρόκειτο για… μυστήριο, πετυχαίνοντας (κόντρα στην Τσέλσι) ένα από τα ωραιότερα γκολ στην ιστορία του πρωταθλήματος. Θα ήταν όμως και το τελευταίο του στο ποδόσφαιρο.

Η τρίτη συμμετοχή του διήρκεσε μόλις εφτά λεπτά, καθώς η σφοδρή σύγκρουση του με τον γκολκίπερ της Ίπσουιτς Ρίτσαρντ Ράιτ προκάλεσε έναν σοκαριστικό τραυματισμό. Συντριπτικό κάταγμα κνήμης και περόνης ήταν η διάγνωση, ενώ οι επιπλοκές που ακολούθησαν το χειρουργείο έθεσαν σε κίνδυνο, όχι μόνο την καριέρα του, αλλά και το λαβωμένο πόδι του. Λόγω ελλιπούς αιμάτωσης μπήκε εσπευσμένα για δεύτερη φορά στο χειρουργείο, προκειμένου να αποφευχθούν τα χειρότερα και να μην υποστεί ακρωτηριασμό. Για ποδόσφαιρο, ωστόσο, ούτε λόγος. Τέσσερις ανεξάρτητες ιατρικές εκθέσεις έδωσαν την ίδια καταδικαστική ετυμηγορία: οι μέρες του ως επαγγελματίας ποδοσφαιριστής είχαν τελειώσει. Οι μύες στο δεξί πόδι του ήταν κατεστραμμένοι.

Ο Νίλις είχε πάει στην Πρέμιερ Λιγκ για να ζήσει το όνειρο του και ξαφνικά δεν μπορούσε καν να περπατήσει. Έπεσε σε κατάθλιψη, χώρισε με τη σύζυγό του και του πήρε τέσσερα χρόνια να σταθεί ξανά στα πόδια του. Ήταν τότε που κατάφερε να κλωτσήσει ξανά μπάλα, έστω για προσωπική ψυχαγωγία πια. Το χαμόγελο επέστρεψε μόνο όταν μπόρεσε να γητεύσει ξανά τον πρώτο και αγιάτρευτο… έρωτά του. Να σμίξει δηλαδή ξανά με αυτό που έμοιαζε φυσική προέκταση του, όπως θα μπορούσε να διαβεβαιώσει και ο Ρονάλντο…