«Ή θα πίνουμε μαζί ουίσκι ή θα παίζεις μπάλα»: Ο θρυλικός κόουτς που έδωσε σε παίκτη του το πιο αφοπλιστικό μάθημα επαγγελματισμού

Μια ιστορία που συνοψίζει άρτια την οξυδέρκεια και τη σοφία του ανδρός...

«Δόξα και τιμή προς τον άνθρωπό μας Ευγένιο Γκέραρντ. Σε ευχαριστούμε για τη συνολική σου προσφορά». Πανό που είχε αναρτηθεί από τους οπαδούς του ΟΦΗ στη συναυλία προς τιμήν του αείμνηστου Ολλανδού στις 13 Σεπτεμβρίου 2017. Τότε που η θύρα 9 του γηπέδου «Θ. Βαρδινογιάννης» έλαβε το όνομά του.

Πόσο υπέροχο συναίσθημα είναι να πηγαίνεις από την πατρίδα σου σε μία ξένη χώρα για να εργαστείς και τελικά να μην επιστρέφεις ποτέ επειδή συνειδητοποιείς ότι σου ταιριάζει περισσότερο η δεύτερη. Επειδή για μερικούς γίνεσαι «ο άνθρωπός τους». Επειδή απολαμβάνεις την εκτίμηση όλων των Ελλήνων φιλάθλων.

Ο Γκέραρντ εγκαταστάθηκε στην Κρήτη και συγκεκριμένα στο Ηράκλειο στα 45 του χρόνια. Εκεί έμελλε να ζήσει τα υπόλοιπα 32, πλην ελαχίστων περιόδων που έζησε σε Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Λευκωσία και Πάτρα ή επισκεπτόταν την Ολλανδία για να δει τους οικείους του. Κανονικά προφερόταν Εουζέν Χίραρντς, αλλά από την αγάπη του κόσμου ξέχασε και το… όνομά του. Ή μάλλον απέκτησε δεύτερο, με «νονό» τον δημοσιογράφο Σώτο Παιδάκη. Έγινε Ευγένιος Γκεραρντάκης και όλα καλά.

Χωρίς υπερβολή, ο αείμνηστος προπονητής άλλαξε μια για πάντα την ποδοσφαιρική φιλοσοφία της Ελλάδας. Και το έκανε στον ΟΦΗ, έναν σύλλογο που μέχρι το 1985 είχε ως μεγαλύτερη διάκριση την 6η θέση της σεζόν 1976-77. Ο ίδιος δεν θεωρούσε ως κορυφαία επιτυχία την κατάκτηση του Κυπέλλου το 1987, τη 2η θέση του 1986 ή την πρόκριση επί της Ατλέτικο Μαδρίτης, αλλά την κατασκευή του ΒΑΚ.

Από τα τέλη 80s’ και για περίπου μια δεκαετία μόνο ο Παναθηναϊκός ήταν ανώτερος της κρητικής ομάδας σε επίπεδο οργανογράμματος, ακαδημιών και προπονητικού κέντρου, δηλαδή σε αυτό που λέμε δομή και υποδομή. Ο Θόδωρος Βαρδινογιάννης χρειαζόταν έναν άνθρωπο για όλες τις δουλειές, επειδή δεν κατέβαινε συχνά στο νησί λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων. Τον βρήκε στο πρόσωπο του Γκέραρντ, τον εμπιστευόταν και κάλυπτε όλες τις απαιτήσεις του.

Παράλληλα με το ΒΑΚ, ο Ολλανδός διαφοροποίησε τον τρόπο σκέψης των ντόπιων ποδοσφαιριστών, εξ ου και η εδραίωση στην πρώτη πεντάδα της Α’ Εθνικής, οι συμμετοχές σε δύο τελικούς Κυπέλλου, οι δύο παρουσίες σε φάση «16» ευρωπαϊκών διοργανώσεων και το Βαλκανικό Κύπελλο του 1988-89.

«Οι Έλληνες παίζουν για τον εαυτό του. Μόνο η ατομική τεχνική μετράει. Είχαν συνηθίσει να παίζουν με τον αντίπαλό τους και να κρατάνε μια μπάλα ανάμεσα στα πόδια τους. Αυτό δεν το κάνουν πλέον. Από την πρώτη προπόνηση, οι παίκτες επιτρεπόταν να αγγίξουν την μπάλα μόνο δύο φορές. Είναι μια φυσιολογική τεχνική για τους Ολλανδούς, αλλά ένα μαρτύριο για τους Έλληνες. Μετά από λίγα παιχνίδια ξεκίνησε αυτή η τακτική να αποδίδει καρπούς. Τώρα οι παίκτες βρίζουν ο ένας τον άλλον, αν κάποιος προσπαθήσει να ξεχωρίσει ατομικά», είχε δηλώσει ο ίδιος.

Εκείνος, όμως, δεν επικεντρωνόταν μόνο στις τέσσερις γραμμές του γηπέδου και τα αποδυτήρια. Ενδιαφερόταν να μάθει τα νέα των παικτών του και σε άλλους τομείς, μη αγωνιστικούς. Μέχρι και στα σπίτια τους πήγαινε για επίσκεψη. Ήθελε να ενημερώνεται για οτιδήποτε τους απασχολεί.

Ήταν απόλυτος στις απόψεις του, ωστόσο παρέμενε φιλικός και δεν παρέλειπε να εστιάζει στον ανθρώπινο παράγοντα, πέρα δηλαδή από το χορτάρι. Δεν ήθελε μόνο καλούς ποδοσφαιριστές, αλλά και αντάξιους χαρακτήρες. Γι’ αυτό όταν διεξήχθη αυτό το ανεπανάληπτο -κυριολεκτικά για εγχώριο προπονητή- φιλικό προς τιμήν του στις 20 Νοεμβρίου 2017, η μία ομάδα ονομάστηκε «Παιδιά Γκέραρντ». Τι πιο όμορφο να σε θεωρούν «πατέρα» τόσοι βετεράνοι άσοι ακόμη και 20 ή 30 χρόνια μετά το τέλος της συνεργασίας…

Μια ενδεικτική ιστορία για τον τρόπο που λειτουργούσε ο Ολλανδός έχει μεταφερθεί από τον δημοσιογράφο Κώστα Βασιλάκη και είναι πραγματικά απολαυστική.

«Δίπλα στην εφημερίδα που δούλευα είχε ένα μπαράκι που πολλές φορές πήγαιναν οι παίκτες. Ήταν το στέκι τους. Μια φορά, φεύγοντας αργά από την εφημερίδα, είδα μέσα τον Γκέραρντ να τα πίνει μαζί με έναν παίκτη του. Αργότερα έμαθα τι συνέβαινε…

Κάποια βραδιά, ο Γκέραρντ πέτυχε τον παίκτη του σε εκείνο το μπαράκι. Ο ποδοσφαιριστής μόλις τον είδε τα έχασε και φοβήθηκε ότι θα έχει πρόβλημα που ο προπονητής του τον πέτυχε να πίνει έξω.

Ο Ευγένιος τον είδε και τον πλησίασε. “Θα με κεράσεις ένα ουίσκι;”, είπε στον παίκτη του. Εκείνος τον κέρασε και ήπιαν μαζί. Την επόμενη, τον πετυχαίνει και πάλι ο Γκέραρντ. Τον πλησιάζει και του λέει: “Σήμερα θα σε κεράσω εγώ”.

Έφτασε η Κυριακή και ο ΟΦΗ είχε παιχνίδι. Ο παίκτης που ήταν βασικός, ήταν στον πάγκο. Την επόμενη φορά, την άλλη Κυριακή, σε ματς εκτός έδρας, ήταν εκτός αποστολής. Ο παίκτης πήγε κάποια στιγμή και ρώτησε τον προπονητή του γιατί συμβαίνει όλο αυτό.

Η απάντηση του Ευγένιου, ήταν αφοπλιστική: “Είσαι καλό παιδί, αλλά ή θα πίνουμε μαζί ουίσκι ή θα παίζεις μπάλα”. Αυτός ήταν ο Γκέραρντ. Έτσι κέρδιζε τους παίκτες του. Με την πειθώ και την αλήθεια που είχε μέσα του».