Πριν την δημιουργία της Bundesliga τη σεζόν 1963-64, όσο το ποδόσφαιρο ήταν ακόμα ερασιτεχνικό, η Ντόρτμουντ είχε κατακτήσει μόλις τρία πρωταθλήματα. Έναν χρόνο μετά, η Μπορούσια πήρε το Κύπελλο Γερμανίας και την επόμενη σεζόν στο Κυπελλούχων, νίκησε στον τελικό του Hampden Park την Λίβερπουλ με 2-1 και έγινε η πρώτη γερμανική που σηκώνει ευρωπαϊκή κούπα. Παρά το γεγονός αυτό, το παλμαρέ της στην Bundesliga παρέμενε άδειο τις επόμενες δεκαετίες με καλύτερη επίδοση την 3η θέση του 1969.
Υπήρχαν όμως και χειρότερα. Το 1972 έπεσε στη 2η κατηγορία και πέρασαν 4 χρόνια μέχρι να ανέβει ξανά. Το 1986 έμπλεξε σε μπαράζ υποβιβασμού με την Φορτούνα Κολονίας και στη ρεβάνς χρειάστηκε να ισοφαρίσει το σκορ του πρώτου αγώνα 4 λεπτά πριν το τέλος για να στείλει τη σειρά σε τρίτο ματς και να σωθεί. Αφού απέφυγε έναν νέο εφιάλτη, ακολούθησε μια απίστευτη άνοδος για την Ντόρτμουντ σε όλα τα επίπεδα. Μια άνοδος που είχε προορισμό την κορυφή του κόσμου.
Η διοίκηση του club συνειδητοποίησε ότι χρειάζεται αλλαγή στο μοντέλο έτσι ώστε η ομάδα να πάρει κάποια στιγμή ένα πρωτάθλημα και να μπορέσει να κοιτάξει στα μάτια την Μπάγερν Μονάχου. Ο πρόεδρος, Γκερντ Νιμπάουμ, έριξε το βάρος στην αναζήτηση οικονομικών πόρων με δύο κινήσεις. Έκλεισε συμφωνία με την ασφαλιστική εταιρεία με έδρα το Ντόρτμουντ, Die Continentale, ενώ προσέλαβε business-manager, έναν ρόλο που εκείνη την εποχή ήταν άγνωστος στα club της Bundesliga.
Ο άνθρωπος που πήρε το πόστο ήταν ο Μίχαελ Μάιερ, ο οποίος είχε δουλέψει στην Μπάγερ Λεβερκούζεν. Όταν ήταν εκεί είχε προτείνει στους ανθρώπους του συλλόγου να πάρουν τον Ότμαρ Χίτσφελντ, προπονητή τότε στην Ελβετία, για μια σεζόν παίκτη της Στουτγκάρδης και μερικές φορές διεθνή με την Δυτική Γερμανία σε ένα Ολυμπιακό τουρνουά. Το 1991 ο Μάιερ τελικά έπεισε την BvB, ο Γερμανός τεχνικός ανέλαβε και όπως συμβαίνει στις πιο πολλές τέτοιες ιστορίες, οι fans αντιμετώπισαν την απόφαση με δυσπιστία.
Και έπειτα από την 5άρα από την Σάλκε, τον αποκλεισμό από το Κύπελλο από το Ανόβερο της 2ης κατηγορίας και τη 10η θέση στη βαθμολογία, φάνηκε ότι δικαιώνονται, όμως όση μπάλα και να ήξερε κάποιος, δύσκολα θα μπορούσε να «δει» τι θα ακολουθήσει. Ο Χίτσφελντ έβαλε βασικό keeper τον 20χρονο Στέφαν Κλος, έφερε για την επίθεση τον Στεφάν Σαπουιζά και παρότι το πρωτάθλημα του 1992 χάθηκε στα τελευταία λεπτά της τελευταίας αγωνιστικής, η πρόοδος ήταν κάτι που πλέον φαινόταν.
Η δεύτερη θέση στο πρωτάθλημα σήμαινε έξοδο στο Κύπελλο UEFA και εκείνη τη χρονιά, το 1993, η Ντόρτμουντ έπεσε πάνω σε μια σούπερ συγκυρία. Τα κανάλια είχαν αρχίσει να πληρώνουν καλά για τα δικαιώματα στις ευρωπαϊκές διοργανώσεις και τα χρήματα συγκεντρώθηκαν για πρώτη φορά σε ένα market-pool.
Όποια ομάδα προχωρούσε πιο πολύ θα έπαιρνε μεγαλύτερο ποσό και αφού απέκλεισε Σέλτικ, Σαραγόσα, Ρόμα, Οσέρ και οι άλλες γερμανικές δεν είχαν προχωρήσει τόσο, η Ντόρτμουντ έβαλε στα ταμεία της κοντά στα 10 εκατ. ευρώ σημερινά λεφτά, ένα ποσό που για τον κόσμο του ποδοσφαίρου ήταν τεράστιο. Σε διπλό τελικό η Μπορούσια «έφαγε» 3 μέσα και 3 έξω από την Γιουβέντους, σε μια εποχή που η Serie A είχε τη δυνατότητα να αγοράζει τους καλύτερους παίκτες στον κόσμο. Όμως θα ερχόταν η μέρα που θα έπαιρνε την εκδίκησή της.
Έπειτα από το πακέτο που έλαβε και το μοντέλο που λειτουργούσε, ήταν η ώρα για τις κινήσεις που θα έκαναν τη διαφορά. Αυτή τη φορά ήταν η Ντόρτμουντ που θα ψώνιζε από το καλύτερο πρωτάθλημα στον κόσμο. Από το 1992 μέχρι το 1995 αφίθχησαν από το peak-Campionato κάμποσοι παίκτες. Οι Γερμανοί Στέφαν Ρόιτερ, Γίργκεν Κόλερ, Αντρέας Μέλερ, αποκτήθηκαν από την Γιουβέντους όπως και ο Βραζιλιάνος, Ζούλιο Σέζαρ. Από την Λάτσιο αποκτήθηκε ο επιθετικός Καρλ-Χάιντς Ρίντλε, όμως η μεταγραφή που «έγραψε» ήταν ο Ματίας Ζάμερ από την Ίντερ. Τα λεφτά που δαπανήθηκαν έδειχναν την πρόθεση της Ντόρτμουντ να αποτελέσει το αντίπαλο δέος της Μπάγερν, όμως αυτό έπρεπε να αποδειχθεί και μέσα στο γήπεδο.
Οι μεταγραφές έδεσαν με τους παίκτες που είχαν βγει από τις ακαδημίες όπως οι Κλος, Τσορκ και Ρίκεν και το 1995 η Μπορούσια πήγαινε… τάπα για πρωτάθλημα. Όμως οι ελπίδες της δέχθηκαν ισχυρό πλήγμα όταν οι επιθετικοί, Σαπουιζά και Ρίντλε τέθηκαν νοκ-άουτ με ρήξη χιαστών. Με 4 αγωνιστικές να απομένουν, σε μια εποχή που η νίκη έδινε δύο βαθμούς, η Βέρντερ ήταν στο +3, όμως έχασε από την Σάλκε και είδε το πλεονέκτημα να μειώνεται στον πόντο. Το ότι η Μπορούσια είχε καλύτερη διαφορά τερμάτων, σήμαινε πως το club της Βρέμης χρειαζόταν νίκη την τελευταία αγωνιστική στο Μόναχο με την Μπάγερν, αν η Ντόρτμουντ έκανε το χρέος της εντός με το Αμβούργο.
Η μέρα ήταν ιστορική: 42.000 θεατές στοιβάχτηκαν στο Westfalen και ακόμα 50.000 μπροστά σε γιγαντοοθόνη στην Friedensplatz. Μόλις στο 8′ ο Αντρέας Μέλερ με φάουλ άνοιξε το σκορ για την Μπορούσια και αφού όλοι είχαν κολλημένα τα αυτιά τους στα ραδιοφωνάκια, ένα λεπτό πριν το τέλος του ημιχρόνου το γήπεδο λίγο έλειψε να γκρεμιστεί όταν έγινε γνωστό ότι η Μπάγερν σκόραρε κόντρα στην Βέρντερ. Ο Ρίκεν σφράγισε τη νίκη και το 3-1 στο Μόναχο σήμαινε ότι η Ντόρτμουντ είχε μόλις κατακτήσει την Bundesliga για πρώτη φορά στην ιστορία της.
Η Μπάγερν έδωσε τα ηνία του club στον Ότο Ρεχάγκελ, όμως ο άνθρωπος που έχει κάνει δύο θαύματα στην ίδια ζωή δεν κατάφερε να βγάλει τη σεζόν στο Μόναχο και αφού οι Βαυαροί κατέρρευσαν στην Βρέμη, το πρωτάθλημα πήγε για δεύτερη σερί χρονιά στην Μπορούσια. Απόλυτος πρωταγωνιστής σε αυτή την εκπληκτική πορεία λίγο πριν έρθει το 1997, ήταν ο Ματίας Ζάμερ, ένας πραγματικά σπάνιος υπερπαίκτης παγκόσμιας κλάσης.
Κάποιος που στην αρχή ήταν μέσος αλλά έπειτα από απουσίες στην άμυνα της Μπορούσια ο Χίτσφελντ τον γύρισε πίσω και στην πορεία εξελίχθηκε στον καλύτερο λίμπερο της Ευρώπης. Ο Ματίας αναδείχθηκε δύο σερί φορές κορυφαίος στην Bundesliga – κάτι που είχαν κάνει μόλις δύο άλλοι παίκτες – και το 1996, εκτός από το πρωτάθλημα κατέκτησε και το Euro με την Εθνική Γερμανίας στην Αγγλία όπως και την Χρυσή Μπάλα!
Εκείνο το καλοκαίρι η BvB απέκτησε ως marque-signing τον Πάουλο Σόουζα από την Γιουβέντους, όμως ήταν μια underrated μεταγραφή που έμελλε να αποδειχθεί καθοριστική. Αυτός ήταν ο Πολ Λάμπερτ, χαφ τον οποίο ο Χίτσφελντ είχε δει και είχε πάθει πλάκα στα ματς με την Μάδεργουελ το 1995 στο UEFA. Ο Πορτογάλος τραυματίστηκε και ο Σκωτσέζος πήρε τη θέση του. «Ήταν η πιο σημαντική μεταγραφή μας» είπε αργότερα ο τεχνικός της Μπορούσια, ο οποίος πλέον είχε στόχο την επόμενη πίστα.
Κλος, Ζάμερ, Ρόιτερ, Κόλερ, Χάινριχ, Λάμπερτ, Τσορκ, Χέρλιχ, Ρίκεν, Σαπουιζά, Ρίντλε είχαν δημιουργήσει ένα σούπερ σύνολο και αφού στον όμιλο η Ντόρτμουντ τερμάτισε δεύτερη κάτω από την Ατλέτικο Μαδρίτης, στα προημιτελικά πέρασε εύκολα την Οσέρ. Η θέση στα ημιτελικά είχε ήδη κλείσει, όπως και το ραντεβού με την Μάντσεστερ Γιουνάιτεντ. Στο πρώτο ματς στην Γερμανία, οι Άγγλοι έχασαν ευκαιρίες, όμως 15 λεπτά πριν το τέλος ο Τρέτσοκ έγραψε το 1-0 και στο Old Trafford ένα σουτ του Ρίκεν στο 7′ που κόντραρε, χάρισε στην BvB δεύτερη νίκη (0-1) και το εισιτήριο για τον τελικό του CL.
Αντίπαλος σε αυτόν ήταν η Γιουβέντους, μια ομάδα που την είχε διασύρει πριν 4 χρόνια στον τελικό του UEFA. Μια ομάδα που είχε προπονητή τον Μαρτσέλο Λίπι και παίκτες όπως Ζιντάν, Ντελ Πιέρο, Βιέρι, Μπόκσιτς, Ντεσάν. Όταν οι δύο αντίπαλοι πάτησαν το χορτάρι του Olimpia Stadion του Βερολίνου οι Ιταλοί ήταν το μεγάλο φαβορί, όμως είπαμε, αυτό πρέπει πάντα να το αποδεικνύεις μέσα στο γήπεδο.
Έπειτα από δύο σερί πρωταθλήματα, η Μπορούσια έκανε ένα πολύ κακό δεύτερο μισό το 1997. Με 5 ήττες σε 8 εκτός έδρας ματς είχε πιάσει «πάτο» και ο Χίτσφελντ δεν ήταν δυνατόν να γλυτώσει από την κριτική λίγο πριν τον τελικό. Ο Γερμανός προπονητής όμως, είχε ένα πλάνο στο μυαλό του. Έριξε πάνω στον Ζιντάν τον Λάμπερτ και το κόλπο δούλεψε καθώς ο Γάλλος Maestro δεν κατάφερε να κάνει τη διαφορά.
Στο πρώτο μισάωρο, η εικόνα του ματς έδινε δίκιο στους περισσότερους. Η Γιούβε είχε την μπάλα και έκανε τους αντιπάλους να τρέχουν, όμως ήταν ο Ρίντλε που έζησε ένα απίστευτο deja-vu. «Είδα ένα όνειρο χθες το βράδυ, έβαλα ένα γκολ με το αριστερό και ένα με κεφαλιά». Στο 29′ μετά τη σέντρα του Λάμπερτ εκτέλεσε από κοντά τον Περούτσι και στιγμές αργότερα, έπειτα από κόρνερ του Μέλερ, ο παίκτης που έσπασε ένα δάχτυλο του ποδιού στο πρώτο μέρος, σκόραρε με κεφαλιά. Το 2-0 έμεινε για το ημίχρονο αφού ο Ζιντάν είχε δοκάρι και ο Βιέρι ακυρωμένο γκολ για χέρι.
Στην επανάληψη, ο Λίπι έβαλε στο ματς τον Ντελ Πιέρο και ο Ιταλός 8 λεπτά μετά την Vecchia Signora ξανά στο κόλπο με τακουνάκι (2-1). Οι περισσότεροι fans της Ντόρτμουντ πιθανότατα αγχώθηκαν σε εκείνο το σημείο, όμως όχι και ο Χίτσφελντ, που πέρασε στη μάχη τον Ρίκεν και χρειάστηκαν μόλις 16 δευτερόλεπτα για να δικαιωθεί αφού ο Γερμανός με την ιστορική πλέον λόμπα από τα 35 μέτρα στην πρώτη του επαφή με την μπάλα άφησε όρθιο τον Περούτσι γράφοντας το τελικό 3-1 και κάνοντας την Ντόρτμουντ την πρώτη γερμανική ομάδα που κατακτά το Champions League.
Το ποδόσφαιρο υπέστη extreme-makeover από τότε μέχρι τη στιγμή που γράφονται αυτές οι γραμμές. Ήταν η πρώτη χρονιά που άρχισε να ισχύει ο νόμος του Μπόσμαν, όπως και η τελευταία που στη διοργάνωση συμμετείχαν μόνο οι πρωταθλητές κάθε χώρας συν τον κάτοχο του τίτλου. Όμως αυτή η ασύλληπτη επιτυχία της ομάδας του ‘Der General’, θα μείνει για πάντα στα βιβλία της ιστορίας…