Εκτός από τα προφανή συμπεράσματα που παράγει συχνά – πυκνά ένα ποδοσφαιρικό ματς, ενίοτε προκύπτουν κάποια διά της «αποκρυπτογράφησης». Ο ΠΑΟΚ καλό ποδόσφαιρο έχει παίξει μόνο για πολύ μικρά διαστήματα φέτος, αυτό είναι δεδομένο. Στο ντέρμπι με την ΑΕΚ δεν είναι ότι πήρε αδίκως το βαθμό, αλλά ήταν η λιγότερο απαιτητική ομάδα στο τερέν, ειδικά στο δεύτερο ημίχρονο.
Η γλώσσα σώματος των παικτών του έδειχνε ότι θα έμενε ικανοποιημένος και με την ισοπαλία. Για να είναι πρώτος στη βαθμολογία αυτή τη στιγμή θα έλεγε κανείς ότι δεν έχει κάνει πολύ περισσότερα από τα στοιχειώδη απαραίτητα. Για την ακρίβεια ούτε καν αυτά στα παιχνίδια με Σέρρες (3-2), Ατρόμητο (1-2) και Λεβαδειακό (0-2). Δεν έθελξε ούτε στο 0-0 με τον Παναθηναϊκό, ενώ αντίθετα άξιζε να είχε πάρει κάτι στο ντέρμπι με τον Άρη.
Περιέργως όμως ο ΠΑΟΚ σου βγάζει την αίσθηση ότι αν από ένα ματς κρέμεται η ζωή σου και έπρεπε να επιλέξεις ποιος από τους τέσσερις μονομάχους του πρωταθλήματος θα ήθελες να το παίξει, η επιλογή θα ήταν ο θεσσαλονικιός. Ότι είναι η ομάδα που περισσότερο από τις άλλες έχει το know how στο αποτέλεσμα. Ότι είναι αυτός που μπορεί να προσαρμοστεί καλύτερα στις απαιτήσεις του αντιπάλου και ανάλογα με αυτές να υπηρετήσει με την ίδια ευχέρεια διαφορετικό στιλ παιχνιδιού.
Και μολονότι δεν υπήρξαν πολλές αφορμές στο ντέρμπι της Κυριακής, αρκούσαν δύο-τρία δείγματα για να δημιουργηθεί ξανά η αίσθηση ότι στο transition η ομάδα του Λουτσέσκου είναι η πιο ικανή της χώρας. Στη μετάβαση από την άμυνα στην επίθεση, είναι τέτοια η ποιότητα των παικτών που η διαδικασία μοιάζει με έμφυτη ικανότητα. Σαν εκ γενετής χαρακτηριστικό. Που η επανάληψη το ενδυναμώνει. Όπου επανάληψη, η συνύπαρξη και φέτος – λέγεται και χημεία – των Τάισον, Ζίβκοβιτς, Κωνσταντέλια, Τόμας και Ντεσπόντοφ.
Αυτή η επάρκεια στο fast break καθιστά τον Δικέφαλο φαβορί και για τον φετινό τίτλο. Και ο λόγος είναι ότι θα πρέπει να συμβούν πολλές αναποδιές μαζί για να διαταραχθεί. Το βάθος του ΠΑΟΚ στην επιθετική γραμμή είναι σε άλλο level, καθώς από πίσω υπάρχουν πια οι Τσάλοφ, Τισουντάλι και Σορετίρε. Που σημαίνει ότι δεν εξαρτάται από μία ή δύο μονάδες. Ο Παναθηναϊκός έχει τον Ιωαννίδη και ο Ολυμπιακός τον Ελ Κααμπί. Η ΑΕΚ μπορεί να είναι πιο πολυφωνική, αλλά και εκεί υπάρχει ο παίκτης – βαρόμετρο (Πινέδα), που κάνει τα (περισσότερα) πράγματα να συμβαίνουν.
Βεβαίως απέναντι στις κλειστές άμυνες, που με τις εξαιρέσεις των ντέρμπι βρίσκει ο ΠΑΟΚ στην Ελλάδα, το transition είναι χρήσιμο μόνο αφότου προηγηθείς στο σκορ. Θέλει μαεστρία και στο ποδόσφαιρο κυριαρχίας, που ο πρωταθλητής δεν έδειξε με Ατρόμητο, Λεβαδειακό και Στεάουα.
Αυτό όμως υποθέτεις ότι ο Λουτσέκου και η ποιοτική επιθετική γραμμή του θα το βρουν παιχνίδι με το παιχνίδι. Το έκαναν πέρσι σε τέσσερα σερί ντέρμπι και το μονοπάτι το ξέρουν. Θα τους βοηθήσει πολύ να είναι η χθεσινή εμφάνιση του Ντέγιαν Λόβρεν δείγμα των μελλούμενων. Ήτοι να προσδώσει ο Κροάτης στην άμυνα την ασφάλεια που θα επιτρέψει στις γραμμές να ανέβουν κάποια μέτρα πιο ψηλά.