Μεταγραφές αεροδρομίου έχουν γίνει αρκετές στην Ελλάδα. Μεταγραφές… σπασμένου αεροδρομίου όμως έχει μείνει μια μόνο στην ιστορία: Του αξέχαστου Ντράγκαν Τσίριτς στην ΑΕΚ. Και όχι μόνο δεν έβγαλε τα λεφτά της, αλλά με το ζόρι έβγαλε τις τζαμαρίες που θρυμματίστηκαν για χάρη του στο Ελληνικό!
Πίσω στο 1999 η «Ένωση» κατάφερνε να κάνει το δικό της «μπαμ». Το ίδιο καλοκαίρι που ο Ολυμπιακός αποκτούσε Ζάχοβιτς και Τζιοβάνι, έφερνε κι εκείνη παίκτη από την Μπαρτσελόνα. Δεν είχε τη λάμψη του Βραζιλιάνου, ούτε και τόσο ενεργό ρόλο. Είχε όμως παράσημα από την πορεία στην Παρτιζάν με τα οποία κέρδισε τη σπουδαία μεταγραφή στους «μπλαουγκράνα»:
Βασικός από τα 18 του, με φαντεζί ενέργειες και 66 γκολ, πανηγύρισε τέσσερα πρωταθλήματα και ένα Κύπελλο. Και κερδίζοντας τον τίτλο του καλύτερου Γιουγκοσλάβου ποδοσφαιριστή για τέσσερις χρονιές, έκανε τις συγκρίσεις με «ιερά τέρατα» όπως οι Μιγιάτοβιτς και Σαβίσεβιτς να μη μοιάζουν τόσο ιερόσυλες. Τελικά ήταν…
Γιατί στη Βαρκελώνη δεν καθιερώθηκε. Αν και έκανε 40 συμμετοχές, δεν μπόρεσε να σταθεί δίπλα σε ονόματα όπως οι Ριβάλντο και Φίγκο, ούτε να κερδίσει την εμπιστοσύνη του Λούις Φαν Χάαλ.
Όπως και να το κάνουμε όμως, ήταν παίκτης της Μπαρτσελόνα. Και την εποχή εκείνη δεν έρχονταν συχνά στην Ελλάδα παίκτες από την Μπαρτσελόνα. Άσε που ήταν εισήγηση του «καθηγητή» Λιούμπισα Τουμπάκοβιτς (που οι ΑΕΚτζήδες ήλπιζαν ότι θα εξελιχθεί σε νέο Μπάγεβιτς).
Όταν λοιπόν ο Πέτρος Στάθης «έκλεισε» τον Τσίριτς ως δανεικό με ενοίκιο 300.000 δραχμών και οψιόν αγοράς 800.000 δραχμών (περίπου 3,5 εκατ. ευρώ συνολικά) ο ενθουσιασμός εκτοξεύτηκε. Τα δελτία ειδήσεων (ελλείψει άλλων πλάνων του με τα «μπλαουγκράνα») έπαιζαν σε… λούπα μια επέλαση του Σέρβου παιχταρά στο «Καμπ Νου». Και όταν ο «Μαραντόνα του Βελιγραδίου» έφτασε στο αεροδρόμιο, έγινε το «σώσε».
Πάνω από 2.000 οπαδοί βρέθηκαν εκεί για να τον υποδεχθούν. Διέλυσαν κυριολεκτικά το Ελληνικό για να τον πλησιάσουν. Ε, η πρώτη του εικόνα (σαστισμένος και τρομαγμένος) έμελε να είναι εικόνα από τα… «προσεχώς» της παρουσίας του στην ΑΕΚ. Γιατί κανένας δεν φανταζόταν την ώρα που πνιγόταν στις αγκαλιές των οπαδών ότι αντίστοιχα ντροπαλός και ανόρεκτος θα έμοιαζε πολλές φορές και στο γήπεδο.
Ειδικά όταν ξεκίνησε με γκολάρα και ασίστ σε φιλικό με τη Λέστερ (στο περίφημο τουρνουά του SuperSport) το «Νίκος Γκούμας» παραληρούσε. Ωστόσο ο σοκαριστικός αποκλεισμός από την ΑΙΚ Στοκχόλμης πήρε και τον Τσίριτς, όπως και ολόκληρη την ομάδα, από κάτω. Ήταν που ήταν απρόθυμος να φύγει από την Μπαρτσελόνα για να παίξει στην Ελλάδα, όταν χάθηκε και το δέλεαρ του Champions League φάνηκε να ξενερώνει ακόμα περισσότερο.
Και όταν στα μέσα της σεζόν αποχώρησε ο Τουμπάκοβιτς (ενώ ο Πέτριτς είχε πάρει μεταγραφή στη Χαρτς και οι Μπιέκοβιτς-Ματιάσεβιτς είχαν αρχίσει ήδη να απενεργοποιούνται) ο Τσίριτς έμεινε ο μόνος από την περιβόητη σερβική παροικία. Κάτι που έμοιαζε να πληγώνει ακόμα περισσότερο την ούτως ή άλλως εύθραυστη ψυχολογία του.
Γιατί δεν ήταν κακός παίκτης. Ήταν εμφανής η κλάση του σε κάποιες μεμονωμένες ενέργειες. Ήταν καθοριστικός στην (απαραίτητη) ευρωπαϊκή πρόκριση επί της ΜΤΚ του Χενκ Τεν Κάτε και κατάφερε να γράψει συνολικά 17 γκολ σε 40 συμμετοχές. Τα περισσότερα απ’ αυτά όμως ήταν με πέναλτι. Και περισσότερο από τη συμβολή του στην κατάκτηση του Κυπέλλου, έμεινε στο μυαλό των ΑΕΚτζήδων για το ράθυμο, νωχελικό (στα όρια της κατάθλιψης) αγωνιστικό του στιλ.
Εξάλλου με την αποχώρησή του κιόλας από την «Ένωση» είχε αρχίσει ήδη η αντίστροφη μέτρηση για το τέλος της καριέρας του. Επέστρεψε στην Ισπανία για λογαριασμό της Βαγιαδολίδ, αλλά δεν έγινε ποτέ καθοριστικός. Αφότου επέστρεψε λοιπόν για λίγο στην Παρτιζάν, αποσύρθηκε μόλις στα 30.
Μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, που τόση αλλεργία του προκαλούσαν, έμεινε στο Βελιγράδι. Και όχι μόνο ξεκίνησε μπίζνες με εστιατόρια και ξενοδοχεία, αλλά το έκανε συνεταιρικά μ’ έναν άλλον (ανεκπλήρωτο) μεταγραφικό πόθο της ΑΕΚ: Τον Σάβο Μιλόσεβιτς!