Αν έπεφτε ερώτηση σε τηλεπαιχνίδι τύπου «Εκατομμυριούχος» θα είχε όλα τα χαρακτηριστικά της παγίδας. Ενώ φαινομενικά μοιάζει μια πολύ απλή ερώτηση. Ξένος μπασκετμπολίστας που έχει κατακτήσει την Euroleague και με τον Παναθηναϊκό και με τον Ολυμπιακό. Ένας μόνο είναι. Δεν θα έπρεπε να τον θυμόμαστε όλοι και σχετικά αμέσως;
Οι υπόλοιποι 5 που έχουν πατήσει στην κορυφή της Ευρώπης και με τους δύο «αιώνιους» είναι όλοι Έλληνες. O Δημήτρης Παπανικολάου (1997 Ολυμπιακός, 2007 Παναθηναϊκός). Ο Λάζαρος Παπαδόπουλος (2002 Παναθηναϊκός, 2012 Ολυμπιακός). Ο Βασίλης Σπανούλης (2009 Παναθηναϊκός, 2012, 2013 Ολυμπιακός). Ο Στράτος Περπέρογλου (2009, 2011 Παναθηναϊκός, 2013 Ολυμπιακός). Και τελευταίος χρονικά, ο Κώστας Σλούκας (2012, 2013 Ολυμπιακός, 2024 Παναθηναϊκός – στο μεσοδιάστημα θριάμβευσε στη διοργάνωση και με τη Φενέρμπαχτσε).
Λοιπόν; Τον βρήκατε αυτόν που μας λείπει από την καταμέτρηση; Αν όχι, μην… απελπίζεστε. Απαιτεί πραγματικά γερή μνήμη καθώς πρέπει να είναι κανείς κολλημένος με το μπάσκετ για να γνωρίζει πως ο 6ος αυτής της τιμητικής λίστας είναι ο Γκιόργκι Σερμαντίνι. Με Ολυμπιακό το 2013 και Παναθηναϊκό το 2009 αναδείχτηκε δις πρωταθλητής Ευρώπης. Παρότι αγωνίστηκε μόλις σε ένα παιχνίδι της Euroleague τη σεζόν 2008-09 και δεν συμμετείχε στο Final Four του Βερολίνου. Σημασία έχει πως το CV του γράφει 2 Euroleague. Με ελληνικές ομάδες.
Και εδώ έρχεται να μπει στη συζήτηση και ένα ακόμη σκέλος. Το πόσο αδικημένος υπήρξε στο συλλογικό συνειδητό ο Γεωργιανός σέντερ. ΟΚ, ποτέ δεν ήταν ο μεγάλος παίκτης, ο game changer. Αλλά ποτέ επίσης δεν κορόιδεψε, ποτέ δεν έβαλε τον εαυτό του πάνω από την ομάδα. Ένας χαμάλης πολυτέλειας όσο ήταν στα μέρη μας, ένας από τους παίκτες που δεν φαίνονται πολύ, αλλά στις προπονήσεις, στις ολιγόλεπτες συμμετοχές συμπληρώνουν αυτές τις πινελιές που λείπουν για να ζωγραφιστεί κάτι πολύ ωραίο.
Δεν ήταν πάντα έτσι τα πράγματα για τον Σερμαντίνι. Αρχικά είχε θεωρηθεί τεράστιο ταλέντο, στην πατρίδα του περίμεναν πως θα πήγαινε ΝΒΑ και ότι θα έκανε μεγάλα πράγματα εκεί. Ήταν εξωπραγματικά τα στατιστικά του στη Μακάμπι Τιφλίδας. ΟΚ, πολύ ασθενής λίγκα, αλλά και πάλι, ήταν ένας teenager που τελείωσε 2 διαδοχικές σεζόν με νούμερα… Μάικλ Τζόρνταν: 35,1 πόντοι, 16,4 ριμπάουντ, 4,7 ασίστ, 3,4 τάπες, 2,6 κλεψίματα, μέσος όρος στα 18 του. Και 33,5 πόντους, 18,4 ριμπάουντ, 4,8 ασίστ, 3,2 τάπες και 2,3 κλεψίματα μ.ο. την αμέσως επόμενη χρονιά. Υπήρξε παιχνίδι πρωταθλήματος που έβαλε 60 πόντους (!), γενικά τους έκανε πλάκα και προκαλούσε δέος.
«Με βάση την 30χρονη εμπειρία μου στο μπάσκετ, δεν έχω ξαναδεί τέτοιο ταλέντο στη ζωή μου», είχε πει εκείνη την εποχή ο πάλαι ποτέ μεγάλος και τρανός ατζέντης Λουτσιάνο Καπικιόνι. Και μιλάμε για τον άνθρωπο που είχε πελάτες, μεταξύ άλλων, Τόνι Κούκοτς, Ζάρκο Πάσπαλι, Άρβιντας Σαμπόνις…
Τελικά η συνέχεια αποδείχτηκε πολύ διαφορετική, η προσδοκία μοιάζει ως και αστεία με βάση το πώς εξελίχθηκαν τα πράγματα. Ο ύψους 2,17μ. Σερμαντίνι υπήρξε βέβαια και άτυχος, με τραυματισμούς σε καίριες στιγμές που φρέναραν την εξέλιξή του ή έχοντας σημεία που δεν τον πίστεψαν ή δεν πίστεψε αρκετά στον εαυτό του. Είναι ένα βάσιμο ερώτημα το πού θα μπορούσε να είχε φτάσει αν ήταν 100% υγιής στα κρίσιμα πρώτα χρόνια της πορείας του. Καθώς και αν ήταν πιο ατσαλωμένος ψυχικά στα ζόρια που κάθε «καινούριος» συναντά το διάβα του.
Επαναλαμβάνουμε, δεν κακόπεσε. Και μόνο που φόρεσε τη φανέλα Παναθηναϊκού και Ολυμπιακού, δύο κολοσσών δηλαδή του ευρωπαϊκού μπάσκετ, μπορεί να καμαρώνει. Ομοίως για την ανθεκτικότητά του. Ακόμα εν ενεργεία είναι. Αγωνίζεται στην Ισπανία. Στην Τενερίφη, από το 2019 είναι εκεί. Έχει φτάσει στα 35 και ακόμα δεν έχει χάσει τη σπίθα, την όρεξη. Ναι, είναι τόσο «παλιός», τόσο καιρό στα πέριξ, ώστε περνάει για πολύ μεγαλύτερος από ό,τι είναι στην πραγματικότητα ηλικιακά.
Από την Ελλάδα έχει τις καλύτερες αναμνήσεις. Μας αποκαλούσε «δεύτερη πατρίδα» κάποτε αν και σίγουρα μετά από τόσα χρόνια στην Ισπανία (από το 2015 είναι εκεί) αυτό έχει αλλάξει. Και πάλι όμως, βρέθηκε εδώ σε κρίσιμα γι’ αυτόν μπασκετικά χρόνια και έζησε τις μεγαλύτερες στιγμές της καριέρας του. Κι αν στο «Τριφύλλι» ο ρόλος του ήταν διακοσμητικός στο δρόμο για τη στέψη, με τον Ολυμπιακό, το 2013, τα πράγματα ήταν αλλιώς.
Μετά την πρώτη φάση της Euroleague που έπαιξε με τη Μακάμπι την σεζόν 2012/13, οι Πειραιώτες τον απέκτησαν για να ενισχύσει την front line της ομάδας του Γιώργου Μπαρτζώκα από το Top 16 και έπειτα. Για να αντικαταστήσει τον Τζόι Ντόρσεϊ, που αποχώρησε. Μπίνγκο. Ο Γκιόργκι Σερμαντίνι έκανε ακριβώς αυτό που του ζήτησε ο προπονητής του. Με στατιστικά που είναι ο ορισμός του τίμιου:
Οι φίλοι των Πειραιωτών τον έβαλαν στην καρδιά τους με τη ψυχωμένη εμφάνισή του στον ημιτελικό του Final 4 με την ΤΣΣΚΑ Μόσχας, καθ’ οδόν για το 2ο διαδοχικό ευρωπαϊκό, στο Λονδίνο. Στο 25 – 35 πήρε δύο επιθετικά ριμπάουντ και τέλειωσε τη φάση με καλάθι και φάουλ. Τελικά δεν συνέχισε μετά το καλοκαίρι στο Λιμάνι. Αλλά… ξαναβρέθηκε εκεί την επόμενη χρονιά, μετά από ένα σύντομο πέρασμα από τη Σαραγόσα. Αυτή τη φορά ωστόσο, δεν βρήκε ρόλο στην ομάδα. Και αυτό έμελλε να είναι το οριστικό «αντίο» του στη χώρα μας, μπασκετικά. Αλλά ο ίδιος βρήκε στην Ισπανία αυτό που πάντα έψαχνε. Έγινε πρωταγωνιστής, έγινε ηγέτης. Με γεμάτες σεζόν.
Εδώ τον θυμόμαστε για «δεύτερο», ενώ θα βρεις πολλούς που θα σχολιάσουν σκωπτικά την εμφάνισή του – ναι, δεν είναι και ο Μπραντ Πιτ, και; Σημασία έχει πως ο Γκιόργκι Σερμαντίνι έκανε και κάνει αυτό που του αρέσει, το κάνει καλά και όταν κάποια στιγμή αποσυρθεί, θα μπορεί να έχει απολύτως ήρεμη και καθαρή τη συνείδησή του.