Οι άλλοι, όλοι, είναι που βιαζόμαστε. Έλληνες και Βέλγοι. Όχι αυτός, όχι και τόσο. Ο ίδιος ο Κωνσταντίνος Καρέτσας παίρνει το χρόνο του. Ζυγίζει τις επιλογές του, αφήνει τις συνθήκες να ωριμάσουν και να ορίσουν την (σωστή) απόφαση για το ποια Εθνική θα υπερασπιστεί σε επίπεδο ανδρών. Γιατί σε επίπεδο «μικρών» Εθνικών, είναι «Κόκκινος Διάβολος». Λογικό. Εκεί γεννήθηκε, εκεί μεγάλωσε, εκεί έμαθε και μαθαίνει καλά το ποδόσφαιρο. Σε μια φημισμένη σχολή.
Το ελληνικό διαβατήριο μόλις πρόσφατα το πήρε. Για να κρατάει όλες τις πόρτες ανοιχτές – σε αυτή τη φάση ως εκεί πάει, όχι παραπάνω. Δεν μεταφράζεται δηλαδή σε κάτι απτό. Δείχνει πολλά, είναι πολύ ευοίωνο για τη «Γαλανόλευκη», αλλά όχι και κάτι το τελεσίδικο. Στην ουσία το οικογενειακό του περιβάλλον τον ωθεί προς την Ελλάδα. Η επιλογή της καρδιάς. Αλλά όχι μόνο. Αγωνιστικά ομιλώντας, τα πράγματα έχουν αλλάξει αρκετά εσχάτως, οι συσχετισμοί δυνάμεων δεν είναι όπως τους ξέραμε για δεδομένους επί σειρά ετών.
Με τον Ντομένικο Τεντέσκο στον πάγκο, το Βέλγιο έπεσε χαμηλά, παγιδεύτηκε στη δυσκολία που αναπόφευκτα φέρνει η απόσυρση των περισσότερων παικτών της λεγόμενης «χρυσής γενιάς» και η παράλληλη ανάδειξη νεότερων (επίσης πολύ ταλαντούχων πάντως) παικτών. Ο Γερμανός κόουτς είναι υπ’ ατμόν μεν, αλλά όσο είναι ακόμα επισήμως στη θέση του, η αβεβαιότητα κυριαρχεί και μια από τις κορυφαίες Εθνικές ομάδες του πλανήτη μέχρι πρότινος, χάνει πολύ σε αξιοπιστία, ελκυστικότητα, μικραίνει ως μέγεθος.
Η Ελλάδα, εντελώς αντίθετα, βρίσκεται σε φουλ ανοδική φάση. Στα καλύτερα της εδώ και πολλά χρόνια. Με τον Ιβάν Γιοβάνοβιτς να προβάλλει ως η φιγούρα της απολύτου εμπιστοσύνης. Και τους ανθρώπους της Ομοσπονδίας να έχουν κάνει οργανωμένη «επίθεση γοητείας» προς τον Καρέτσα και το περιβάλλον του. Βασίλης Τοροσίδης και Δημήτρης Παπαδόπουλος ανέλαβαν προσωπικά τις επαφές. Λέγοντας στον νεαρό παίκτη πως προαλείφεται για ηγέτης της Εθνικής. Ειδικά καθώς παίζει σε μια θέση (κεντρικό – επιθετικό χαφ) που ως ομάδα έχουμε τεράστια ανάγκη.
Να τι είχε πει και ο πρόεδρος της ΕΠΟ, Μάκης Γκαγκάτσης για το θέμα σε τηλεοπτική του συνέντευξη:
Φαίνεται πως όσο ο νεαρός άσος καθυστερεί να ανακοινώσει τι θα κάνει, τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες να τον δούμε με τα γαλανόλευκα. Ειδικά αν το καλοκαίρι φύγει από το Βέλγιο και… κόψει δεσμούς και υποχρεώσεις. Δεν είναι το πιο πιθανό, δεν είναι και απίθανο, καθόλου.
Κι ας υπέγραψε πρόσφατα νέο συμβόλαιο με την Γκενκ ως το 2027. Κι ας ξέρει καλά, επίσης, πως αυτό είναι ένα ιδανικό περιβάλλον για να συνεχίσει να αναπτύσσεται. Στην πόλη του, στην ομάδα της καρδιάς του – μαζί με τον ΠΑΟΚ – και παραλλήλως ένα κλαμπ που φημίζεται παγκοσμίως ως εκκολαπτήριο ταλέντων, έχοντας βγάλει σωρεία σπουδαίων παικτών, όπως τους Κέβιν Ντε Μπρόινε και Τιμπό Κουρτουά. Αλλά η μεγάλη μεταγραφή είναι απλά θέμα χρόνου. Οι τοπ ομάδες της Ευρώπης παρακολουθούν κάθε του βήμα. Ρεάλ Μαδρίτης, Μάντσεστερ Σίτι, Μπαρτσελόνα, Μίλαν, Μπάγερν Μονάχου! Και αρκετές ακόμη, χαμός.
Μιλάμε, νέτα σκέτα, για ένα από τα μεγαλύτερα ταλέντα στον κόσμο στην ηλικία του, μόνο τυχαία δεν τον έβαλε στη σχετική λίστα που δημοσιεύει κάθε χρόνο και ο πάντα έγκυρος Guardian. Αυτά που μπορεί να κάνει ο Κωνσταντίνος Καρέτσας με την μπάλα στα πόδια, ο μοναδικός τρόπος που κατανοεί το άθλημα και ορίζει τα τι και πώς στο γήπεδο, τον κάνουν τον ορισμό του “generational talent”.
Τι μπορεί να μας κάνει τελικά τη ζημιά ως Εθνική Ελλάδας; Ο επαγγελματικός περίγυρος του νεαρού άσου, κατά βάση. Ο μάνατζερ του τον σπρώχνει προς το Βέλγιο. Επειδή θεωρεί ότι εκεί θα είναι καλύτερα για την καριέρα του και τώρα και μελλοντικά, με μεγαλύτερες πιθανότητες διάκρισης. Η Γκενκ επίσης, τον ωθεί να επιμείνει και να παραμείνει ποδοσφαιρικά στη χώρα που τον ανέθρεψε.
Οπότε; Αναμονή. Και θαυμασμός, γιατί όχι; Ο Κωνσταντίνος Καρέτσας είναι μόλις 17 χρονών και ήδη κοστολογείται – τουλάχιστον – 7 εκατ. ευρώ σύμφωνα με το Transfermarkt. Φέτος, στην α’ ομάδα της Γκενκ για πρώτη φορά, συλλέγει εμπειρίες, παίρνει χρόνο συμμετοχής, ολοένα και βελτιώνεται. Έχει ως τώρα 15 συμμετοχές, 13 στο πρωτάθλημα και 2 στο Κύπελλο. Με απολογισμό 2 ασίστ. Δεν είναι εντυπωσιακό; Είναι, ξαναλέμε, μόλις 17 ετών.
Όταν τον βλέπεις να παίζει, με τη μία καταλαβαίνεις πως έχει χάρισμα. Αν η Εθνική Ελλάδας καταφέρει να τον κάνει δικό της, κάλλιστα μπορεί να μιλάμε για τον Χ-Factor που θα αλλάξει τα πάντα και θα μας απογειώσει. Προτρέχουμε; Ναι. Αλλά προς υπεράσπισή μας είναι δύσκολο να αντισταθείς στον ενθουσιασμό που γεννά το σπάνιο ταλέντο…