Το ποδόσφαιρο του σήμερα είναι γεμάτο με ρεκόρ και επιδόσεις που διαλύουν εκείνες του παρελθόντος. Εκτός από το ταλέντο, οι παίκτες έχουν στη διάθεσή τους ένα ολόκληρο οπλοστάσιο τεχνογνωσίας που τους βοηθά να βελτιώσουν την απόδοση και με βάση αυτό, παρότι οι εποχές κακώς συγκρίνονται μεταξύ τους, αφήνουν πίσω μύθους των προηγούμενων δεκαετιών. Αυτό είναι κάτι που συμβαίνει συνήθως. Όχι όμως στο δεύτερο μεγαλύτερο club του πλανήτη, την Μίλαν, όπου είναι απίθανο να δούμε την κορυφή να αλλάζει.
Τουλάχιστον άμεσα. Σε αυτή βρίσκεται ένας Σουηδός φορ, ένα «θαύμα» της φύσης. Ένα «κτήνος» που όσο έμεινε στην Ιταλία δεν σταμάτησε να φορτώνει τα δίχτυα με ποσοστά που θυμίζουν Κριστιάνο και Μέσι. Εκμεταλλευόμενος την, ασυνήθιστη για την εποχή, σωματική δύναμη και το πανίσχυρο σουτ του, ήταν μόνιμα πρώτος σκόρερ και τον ακολουθούν αριθμοί που λένε μόνο αλήθεια για το πόσο τρομακτικός ήταν. Όμως ακόμα πιο απίθανη από τα ρεκόρ του, είναι η ιστορία του πώς ο Γκούναρ Νόρνταλ έγινε παίκτης της Μίλαν…
Τον Ιανουάριο του 1949 οι Rossoneri είχαν φτάσει σε συμφωνία για τη απόκτηση του Γιοχάνες Πλέγκερ, του Δανού εξτρέμ που ήταν γνωστός με το παρατσούκλι “Aladdin” και με την Εθνική του είχε νικήσει τη Μεγάλη Βρετανία στο Λονδίνο κατακτώντας το Χάλκινο Μετάλλιο. Ο γραμματέας του ιταλικού club, Τζανίνο Τζανότι, πραγματοποίησε το ταξίδι στο Παρίσι, έκλεισε τον παίκτη και είχε προγραμματίσει να γυρίσει μαζί του στο Μιλάνο.
Όλα ήταν τέλεια στημένα, όμως στην παλιά εποχή, χωρίς τα συμβόλαια και τους κανονισμούς που υπάρχουν σήμερα, όλα κρέμονταν σε μια κλωστή.
Όταν έφτασαν στην Ντομοντόσολα, μικρή πόλη στα βορειοδυτικά της Λομβαρδίας, ένας νέος επιβάτης ανέβηκε στο τραίνο. Αυτός ήταν ο Γιον Χάνσεν, συμπαίκτης του Πλέγκερ στην BK Frem και την Εθνική Δανίας και πρώτος σκόρερ στους Ολυμπιακούς Αγώνες, συνοδευόμενος από τον γραμματέα της Γιουβέντους με την οποία είχε συμφωνήσει για μεταγραφή.
Οι δύο παίκτες τα είπαν κατά τη διάρκεια του ταξιδιού και μέχρι να φτάσουν στο Μιλάνο, ο Χάνσεν είχε πείσει τον Πλέγκερ να γράψει στο χιόνι το deal με τους Rossoneri και να τον ακολουθήσει στην Γιουβέντους, όπου θα εξασφάλιζε περισσότερα χρήματα. Όταν το τραίνο σταμάτησε στον Stazione Centrale, ο Πλέγκερ είχε ήδη αλλάξει την απόφασή του.
Στην αποβάθρα, ο Διευθυντής Ποδοσφαίρου της Μίλαν, Αντόνιο Μπουσίνι, περίμενε να συναντήσει δύο άτομα, αλλά μάταια. Εκείνος που άνοιξε την πόρτα του αυτοκινήτου για δύο αντί για έναν, ήταν ο ομόλογός του στην Γιούβε, Ρέμο Τζορντανέτι. Ο Πλέγκερ δέχθηκε μια πρόταση που δεν μπορούσε να αρνηθεί και αντί για το Μιλάνο, αναχώρησε για το Τορίνο.
Όπως εύκολα καταλαβαίνει κανείς, η «κλοπή» της μεταγραφής προκάλεσε έναν «χαμό» στον ποδοσφαιρικό κόσμο των γειτονικών πόλεων της βόρειας Ιταλίας, όμως η ιστορία συνεχίστηκε να γράφεται με έντονο το στοιχείο της έκπληξης.
Όπως προκύπτει από τα δημοσιεύματα της εποχής, το όλο σκηνικό έφτασε στα αυτιά και του αφεντικού των Bianconeri. Και ήταν ο Τζάνι Ανιέλι που θέλησε να τακτοποιήσει το ζήτημα για να είναι τίμιος απέναντι στην Μίλαν. Ο ιδιοκτήτης της Γηραιάς Κυρίας σήκωσε το τηλέφωνο και κάλεσε στα γραφεία της FIAT στην Στοκχόλμη για να βρει στην αντίπαλο της ομάδας του ένα ταλέντο που θα την έκανε να ξεχάσει τον Πλέγκερ.
Αυτός ήταν ένας παίκτης τον οποίο η Γιούβε είχε ήδη τσεκάρει, ένα «τέρας» μυϊκής δύναμης, ο οποίος είχε μοιραστεί τον τίτλο του πρώτου σκόρερ με τον Χάνσεν στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Όσον αφορά την παρουσία του εντός συνόρων, με Ντέγκερφορς και Νόρκεπινγκ είχε πετύχει 149 γκολ σε 172 αγώνες.
Αυτή τη φορά στον Stazione Centrale του Μιλάνου η άφιξη έγινε όπως ακριβώς είχε προγραμματιστεί και στις 22 Ιανουαρίου χιλιάδες οπαδών υποδέχθηκαν τον Γκούναρ Νόρνταλ. Τον 27χρονο επιθετικό που έμελλε να γράψει με τους Rossoneri μια ιστορία που παραμένει άθικτη μέχρι σήμερα. Παράθυρα χρειάστηκε να σπάσουν για να περάσει ο Σουηδός μαζί με τον ιδιοκτήτη, Ουμπέρτο Τραμπατόνι, και τον αντιπρόεδρο, Μάριο Μοπριβέ, μέσα από το πλήθος.
Η Μίλαν ήταν απόλυτα ικανοποιημένη με την εξέλιξη, ενώ ούτε ο πιο παρανοϊκός φίλαθλος δε θα μπορούσε να φανταστεί τι θα πετύχαινε αυτός ο παίκτης με τη φανέλα της.
Ο Νόρνταλ σκόραρε στο ντεμπούτο του. Ήταν το πρώτο από τα 225 γκολ που πέτυχε σε 291 αγώνες στην Serie A, επίδοση που τον έχει μέχρι και σήμερα στο Νο3 όλων των εποχών καθώς στο φινάλε της καριέρας του αγωνίστηκε και στη Ρόμα. Το «κτήνος» από την Σουηδία στην πρώτη του χρονιά έσπασε το ρεκόρ γκολ για μια σεζόν και στη δεύτερη βοήθησε την Μίλαν να κατακτήσει το πρώτο Scudetto έπειτα από 44 χρόνια. Μιλάμε για ολόκληρο κατάλογο με σπάνιες επιδόσεις.
Σίλβιο Πιόλα [274 γκολ] και Φραντσέσκο Τότι [250] χρειάστηκαν σχεδόν τα διπλάσια ματς για να πετύχουν μερικά γκολ περισσότερα αφού είχαν 537 και 619 αντίστοιχα και κανένας δεν είχε ποτέ ποσοστό καλύτερο από το δικό του 0.77 ανά αγώνα. Είναι ο πρώτος ξένος σκόρερ στην ιστορία του Campionato, όντας Capocannoniere στις 5 από τις πρώτες 6 σεζόν του στην Ιταλία. Ούτε ο συμπατριώτης του, Ζλάταν Ιμπραΐμοβιτς, δεν κατάφερε να τον φτάσει, ούτε ο μεγάλος Ουκρανός, Αντρέι Σεβτσένκο. Με την Εθνική Σουηδίας είχε 43 γκολ σε 33 αγώνες.
Έναν χρόνο αφού η Γιουβέντους τον οδήγησε στην Μίλαν, πέτυχε χατ-τρικ σε βάρος της στο ιστορικό 1-7 που μέχρι σήμερα είναι η μεγαλύτερη νίκη ανάμεσα στις δύο κορυφαίες ομάδες της χώρας, ένα ματς που κατά «διαβολική» σύμπτωση, ήταν το πρώτο που μεταδόθηκε ζωντανά από την ιταλική τηλεόραση. Όπως αποδείχθηκε, ο Πλέγκερ έκανε μια τεράστια χάρη στους Rossoneri.
Πέρα από την God-mode παρουσία του Νόρνταλ στην Serie A, ο Δανός δεν κατάφερε ποτέ να φανεί αντάξιος των προσδοκιών, των χρημάτων που δαπανήθηκαν και της «κλοπής» από την Γιουβέντους. Δεν μπόρεσε να προσαρμοστεί στο calcio και μετά τους Bianconeri η καριέρα του είχε φθίνουσα πορεία με παρουσία στις Νοβάρα, Τορίνο, Ουντινέζε, χωρίς όμως να πετύχει ούτε σε αυτές κάτι σπουδαίο.
Στην περιοχή που μεγάλωσε, στο Χόρνεφος, έκανε πολύ κρύο και ο πατέρας του, φώναζε ξανά και ξανά. «Αν θέλεις να ζεσταθείς, Γκούναρ, σούταρε». Και το έκανε συνέχεια. Από τα 30, 40, 50 μέτρα. Και πάντα πετύχαινε τον στόχο. Στην Μίλαν ο Νόρνταλ έγινε μέλος της μυθικής σουηδικής τριπλέτας με όνομα Gre-No-LI μαζί με τους Γκρεν και Λίντχολμ με τους οποίους κατέκτησαν το Ολυμπιακό Μετάλλιο το 1948 και έφτασαν στον τελικό του Mundial το 1950.
Όταν ο Νόρνταλ έφυγε από τη ζωή το 1995, ο συμπαίκτης του και legend της Μίλαν, Τζάνι Ριβέρα, τον περιέγραψε με τον καλύτερο τρόπο. «Ο Γκούναρ δεν ήταν απλά ένας μεγάλος παίκτης, αλλά ένας σπουδαίος άνθρωπος. Πάντα τα έδινε όλα, μέσα και έξω από το γήπεδο».