Σφύριγμα λήξης, κεφάλια κάτω και στην Τούμπα, 2-1 ο ΠΑΟΚ με ανατροπή για την 4η αγωνιστική των πλέι οφ της Super League. Και ο Παναθηναϊκός μετράει πια 10 διαδοχικούς αγώνες χωρίς νίκη μακριά από την έδρα του, 7 ήττες και 3 ισοπαλίες. Και μόνο αυτό το στατιστικό αρκεί για να «φωνάξει» πως υπάρχει (μέγα) πρόβλημα. Στην πραγματικότητα, είναι έκφανση ενός πολύ μεγαλύτερου ζητήματος που πληγώνει κάθε οπαδό των «Πρασίνων». Κι έχει να κάνει με το κομμάτι της τεχνικής ηγεσίας.
Είναι πια ολοφάνερο: Η βελτίωση που παρατηρήθηκε τον πρώτο καιρό του Ρουί Βιτόρια στον πράσινο πάγκο ήταν παραπλανητική εικόνα. Ξεχάσαμε ή τυφλωθήκαμε λόγω της έντασης των όσων είχαν προηγηθεί, επισκιάζοντας κάτι που σήμερα μοιάζει ως και απλό: Ήταν τόσο κακός ο Παναθηναϊκός με τον Ντιέγκο Αλόνσο που πολύ απλά δεν γινόταν να πάει πιο κάτω. Η ομάδα είχε πιάσει πάτο. Ο Πορτογάλος, κάνοντας απλώς τα βασικά και σε συνδυασμό με το «ηλεκτροσόκ» που είθισται να προκαλεί μία αλλαγή προπονητή, καλλιέργησε τη ψευδαίσθηση πως κάνει καλύτερα τα πράγματα από τον προκάτοχό του.
Σε βάθος χρόνου όμως, τίποτα δεν μπορεί να καμουφλαριστεί ή να μείνει κρυφό. Στερεύουν επίσης οι δικαιολογίες και μιλάει ο μοναδικός καθρέφτης της αλήθειας: Η εικόνα στο γήπεδο. Και να λοιπόν το ερώτημα που τίθεται αυτόματα: Ποιος παίκτης του Παναθηναϊκού έχει βελτιωθεί πραγματικά επί ημερών Βιτορία; Ποιος ανέβασε την απόδοσή του και προσφέρει περισσότερα όσο καιρό είναι αυτός επικεφαλής; Μην ψάχνουμε πολύ την απάντηση, είναι άλλωστε αρκετά προφανής: Κανείς.
Είναι πικρό; Είναι σκληρό; Είναι, κατά βάση, ρεαλιστικό. Βλέπεις τον Ιωαννίδη να είναι σκιά του καλού εαυτού του, με αμφίβολο status ως βασικός – αν είναι δυνατόν για το μεγαλύτερο περιουσιακό asset του τρέχοντος ρόστερ των «Πρασίνων». Ο Τετέ ομοίως, έχει ξεπέσει σε ρόλο αναπληρωματικού. Με λίγα λόγια, ακόμα και τα πιο δυνατά χαρτιά δηλαδή της ομάδας, αντί να βγαίνουν μπροστάρηδες και να στηρίζονται ψυχολογικά και πρακτικά, καταλήγουν σε δεύτερο ρόλο. Υποβαθμίζονται ως μεγέθη.
Και έχει κι άλλα, ακατανόητα. Στην Τούμπα, αριστερό μπακ των «Πρασίνων» έπαιξε ο Λημνιός. Ναι, δεν ήταν αρνητικός. Αλλά πώς γίνεται να αποφασίζεται σε τόσο κρίσιμο παιχνίδι να παίξει σε μια θέση που δεν γνωρίζει, σε ένα ρόλο που δεν αναδεικνύει τα αγωνιστικά χαρακτηριστικά του και με ανάποδο μάλιστα πόδι; Δηλαδή τόσο «άμπαλος» είναι ο Μαξ ώστε να μην μπορεί ούτε ένα ματς να παίξει για να καλύψει το κενό του βιονικού, αλλά τιμωρημένου στην Τούμπα, Μλαντένοβιτς; Και ΟΚ, να δεχτούμε για χάρη της οικονομίας της συζήτησης, πως ο Γερμανός αμυντικός είναι ένας «πρώην ποδοσφαιριστής» που δεν μπορεί άλλο πια να προσφέρει. Γιατί τον Ιανουάριο ο Βιτόρια δεν επέμεινε για την απόκτηση ενός (ακόμη) αριστερού μπακ; Αν είχε τραυματιστεί δηλαδή ο Μλαντένοβιτς τι θα είχε γίνει; Πώς πάρθηκε η απόφαση να αφεθεί στην τύχη ένα τόσο σοβαρό ζήτημα; Το «δύο αξιόπιστες λύσεις σε κάθε θέση» θα έπρεπε να ‘ναι το μίνιμουμ για κλαμπ τέτοιου επιπέδου και υψηλής στόχευσης.
Σύμφωνα με αυτά που προκύπτουν από τα ρεπορτάζ, αν ο Παναθηναϊκός βγει τελικά 2ος και πάρει το εισιτήριο για το Champions League τότε θα συνεχίσει και του χρόνου με τον Βιτόρια στον πάγκο. Μόνο που αναρωτιέται κανείς αν αυτό είναι το καλό σενάριο για τους «Πράσινους». Ή αν θα είναι αποτέλεσμα ακόμα ενός παραπλανητικού στοιχείου, όπως ίσχυσε και με αυτό που νομίσαμε ως βελτίωση αμέσως μετά το φιάσκο Αλόνσο. Η αλήθεια δεν κρύβεται. Αργά ή γρήγορα έρχεται (ξανά) στην επιφάνεια.