Η ατάκα «είναι διαφορετικό να είσαι ΑΕΚ» ακούγεται εντελώς υποκειμενική. Στ’ αυτιά των άλλων οπαδών δεν κάθεται καλά ή γίνεται ενίοτε αντικείμενο ειρωνείας: Λογικό είναι, ο καθένας πιστεύει για τη δική του ομάδα ότι είναι διαφορετική. Θα υπάρχει πάντοτε όμως ένα επιχείρημα σε τέτοιου τύπου κουβέντες που κανείς (ανεξαρτήτως ομάδας) δεν θα έμπαινε στη διαδικασία ν’ αντικρούσει: Η στάση ζωής, η φιλοσοφία και η οπαδική «κληρονομιά» του Δημήτρη Χατζηχρήστου…
Ο θάνατος του εμβληματικού ηγέτη της ORIGINAL 21 προκάλεσε έκρηξη συναισθημάτων στην κοινωνία της ΑΕΚ. Όλοι είχαν να πουν μια ιστορία για το πώς έζησαν μαζί του κάποιες από τις εκατομμύρια στιγμές στα γήπεδα της χώρας. Να επικαλεστούν κάποιες από τις καυστικές, εμπνευσμένες, γεμάτες «καψούρα» ατάκες του. Να υμνήσουν την ανιδιοτέλεια, το χιούμορ και την αυθεντικότητα ενός ανεπανάληπτα (και αθεράπευτα) ρομαντικού των εξεδρών.
Αν και όλα όσα χρειάζεσαι να ξέρεις για τη μοναδικότητα και τη σπανιότητα του Δημήτρη Χατζηχρήστου τα έδειξαν οι αντιδράσεις των «απέναντι». Οι πρωτοφανώς μαζικοί και συγκινητικοί αποχαιρετισμοί από οργανωμένους οπαδούς των άλλων ομάδων. Η αναγνώριση, ο σεβασμός, η υπόκλιση από τους θεωρητικά «εχθρούς» προς έναν οπαδικό ηγέτη που ουδέποτε τους αντιμετώπιζε έτσι. Και αυτό ήταν εντέλει που τον κατέστησε σημείο αναφοράς…
Γιατί ειδικά σε μια εποχή όπου ο οπαδικός προσανατολισμός έχει στραφεί προς άλλες, επικίνδυνες κατευθύνσεις, μοιάζει ακόμα πιο πολύτιμο το μήνυμα που διαχρονικά ήθελε να περάσει. Αυτό που είχε περιγράψει γλαφυρά σε συνέντευξή του στο «Φως των σπορ» όταν είχε ερωτηθεί πώς έγινε αρχηγός της ORIGINAL:
«Δεν έγινα. Με κάνανε. Στο μυαλό τους, στη φαντασία τους, στη συνείδησή τους. Αρχηγό σε κάνει η διάρκεια. Αρχηγό σε κάνει η μόνιμη παρουσία παντού. Όταν βλέπουν έναν άνθρωπο να κάνει κερκίδα από το ποδόσφαιρο μέχρι το πινγκ πονγκ σε όλα τα γήπεδα… Εγώ δεν κοίταγα αν ο άλλος είναι με ένα κόμμα ή αντιπαθεί έναν πρόεδρο ή αν είναι πρεζόνι. Δεν κοίταγα αν ο ΑΕΚτζής είναι ο Λαγός ή είναι ο Κουφοντίνας…»
Ή όπως το περιέγραψε ακόμα πιο γλαφυρά σε συνέντευξή του στους betarades: «Έχουν αλλάξει τα κριτήρια. Η αγάπη, το συναίσθημα έχει πάει σε τρίτη μοίρα. Τώρα τα κριτήρια είναι “την πίνεις; Παίζεις κλωτσές; Παίζεις μπουνιές; Τσακώνεσαι; Έλα ‘δω, μας κάνεις. Αγαπάς την ΑΕΚ; Βαλ’ τον τέταρτο. Ενώ πρέπει ο “αγαπάς την ΑΕΚ” να ‘ναι πρώτος και ο “παίζω κλωτσές” να ‘ναι τέταρτος».
Εξάλλου ο Χατζηχρήστος ουδέποτε ταίριαξε με το προφίλ αρχηγού οργανωμένων οπαδών, όπως το έχουμε στο μυαλό μας στην Ελλάδα. Όχι μονάχα γιατί υπήρξε πρωτοπόρος στον τρόπο που προωθούσε την ιδέα της ΑΕΚ (με εφημεριδάκι, εκπομπές ή τον ιστορικό τηλεφωνητή με τα νέα της ομάδας και τα θρυλικά ηχογραφημένα μηνύματα). Ούτε επειδή προτιμούσε να συστήνεται και να υπογράφει τα κείμενά του ως Αντι-χούλιγκαν σε μια εποχή που ήταν… in το να είσαι χούλιγκαν
Μα κυρίως επειδή βάσισε τη φιλοσοφία του για το οργανωμένο κίνημα οπαδών στο συναίσθημα. Στο όραμα να δημιουργηθεί μια μεγάλη οικογένεια ανά την Ελλάδα (και όχι μόνο) όπου όλοι ήξεραν ότι θα μπορούσαν να συναντήσουν έναν «αδερφό», κι ας μην τον γνώριζαν ή δεν θα τον ξανάβλεπαν ποτέ. Εξάλλου, όπως είχε εξηγήσει με τον δικό του χαρακτηριστικό τρόπο, «δεν είναι σύνδεσμος, είναι δεσμός»…
Δεν είναι υπερβολή λοιπόν, ούτε υποκειμενική η άποψη πως το ποδόσφαιρο θα ήταν καλύτερο αν είχε περισσότερους «Χατζηχρήστους». Δεν είναι καθόλου ιεροσυλία η διαπίστωση πως μέσω του Μίμη η ΑΕΚ έκανε οπαδούς εξαιτίας των… οπαδών της. Και συμπυκνώνει όλη τη φιλοσοφία του να λατρεύεις την ομάδα σου περισσότερο απ’ όσο μισείς τις άλλες το αγαπημένο του σύνθημα (εμπνευσμένο από τη «Γέφυρα του ποταμού Κβάι»):
«ΑΕΚ, αγάπη μου γλυκιά. ΑΕΚ, θα σ’ έχω στην καρδιά. ΑΕΚ, όπου κι αν παίζεις οι οπαδοί σου θα είναι κοντά»…