Πού θα μπορούσε να είχε φτάσει αν είχε καταφέρει να καταπολεμήσει τους δαίμονές του, αν δεν είχε παρασυρθεί σε λάθος επιλογές, λάθος ανθρώπους; Αν το σκοτάδι δεν πύκνωνε το μυαλό του θολώνοντάς του την κρίση, οδηγώντας τον σε ζωώδεις και συχνά ακατανόητες παρορμήσεις; Ο Ρούμπεν Σεμέντο θα μείνει για πάντα ένα μεγάλο «γιατί». Ως παίκτης και ως άνθρωπος. Μόλις στα 31 του και νιώθεις σαν να γράφεις για έναν παλαίμαχο, έναν «πρώην». Αλήθεια είναι πως όσα έχει κάνει, καλά και κακά, αρκούν για να γεμίσουν βιβλίο. Για μια βιογραφία που δεν ψάχνει τίτλο αν ποτέ κυκλοφορήσει, τον έχει ήδη: Αυτοκαταστροφή.
Η είδηση των ημερών είναι πως βρίσκεται πολύ κοντά στο να επιστρέψει στην πατρίδα του, την Πορτογαλία, για να αγωνιστεί με τη φανέλα της AVS. Την ουραγό της Primeira Liga αυτή τη στιγμή. Να η μοναδική που εμφανίζεται πρόθυμη να του δώσει επαγγελματική στέγη, καθώς δεν είχε βρει κάτι μετά το πέρας της συνεργασίας του με την Αλ Μαρκίγια του Κατάρ.

Είναι μάλλον στενάχωρο να σκέφτεσαι πως ένας αμυντικός που θα μπορούσε αυτή τη στιγμή να λογίζεται στους κορυφαίους του κόσμου έχει ξεπέσει σε αυτό το σημείο. Σωματοδομή, αντίληψη, ταλέντο, δεν του έλειπε το παραμικρό, έχοντας διδαχθεί τα μυστικά του αθλήματος σε μια εξαιρετική σχολή, της Σπόρτινγκ Λισαβόνας. Είχε κάνει το άλμα στη Βιγιαρεάλ όταν, το 2018, ήρθε το μέγα σοκ.
Ο 24χρονος τότε ποδοσφαιριστής κατηγορήθηκε για την απαγωγή ενός άνδρα, τον οποίο μαζί με τους συνεργούς του έδεσαν και απείλησαν με όπλο. Κρίθηκε ένοχος για απόπειρα ανθρωποκτονίας και καταδικάστηκε σε 15,5 χρόνια φυλάκιση. Πίσω από τα σίδερα πάντως έμεινε για 142 μέρες, αφού πλήρωσε την εγγύηση που είχε οριστεί και αφέθηκε ελεύθερος. Μία εφιαλτική εμπειρία που τον σημάδεψε βαθιά, έχει πει πολλές φορές για το πόσο φοβήθηκε εκεί μέσα, για τα βράδια που έκλαιγε στο κελί δίνοντας την υπόσχεση στον εαυτό του πως δεν θα ήταν ποτέ ξανά απών για τα παιδιά του… Παράλληλα, παραδέχτηκε πως είχε εμπλοκή σε υποθέσεις απαγωγής, παράνομης οπλοκατοχής και ξυλοδαρμού, με τις ισπανικές Αρχές να του απαγορεύουν την είσοδο στη χώρα για τα επόμενα 8 χρόνια.
Του έμεινε λοιπόν τεράστια στάμπα. Μαζί όμως και το δικαίωμα για μια δεύτερη ευκαιρία. Να αποδείξει στην πράξη πως έμαθε από τα λάθη του και μπορεί να αφοσιωθεί στην μπάλα, να μείνει μακριά από περιπέτειες. Ο Ολυμπιακός τον εμπιστεύτηκε. Μεγάλο ρίσκο, αλλά οι Πειραιώτες το πήραν. Και για καιρό φαινόταν πως είχαν κάνει μία άριστη επιλογή. Ο Ρούμπεν Σεμέντο είχε γίνει ο ηγέτης της άμυνας, ένα στόπερ που κανείς αντίπαλος δεν ήθελε να βρει στο διάβα του. Οι τίτλοι (2 πρωταθλήματα και 1 Κύπελλο Ελλάδας) επισφράγιζαν μια πετυχημένη σχέση, όλα έμοιαζαν να πηγαίνουν επιτελούς κατ’ ευχήν. Τα πρώτα σύννεφα άρχισαν να εμφανίζονται την εποχή της καραντίνας, λόγω κορονοϊού, όταν ο παίκτης, μαζί με άλλους του Ολυμπιακού, συμμετείχε σε αυτά που τότε αποκαλούσαμε «κορονοπάρτι».

Κι ύστερα, ήρθε εκείνη η μοιραία ημέρα του Αύγουστου του 2021 που ο Πορτογάλος στόπερ συνελήφθη από την ελληνική Αστυνομία με την κατηγορία πως είχε πάρει μέρος σε ομαδικό βιασμό 17χρονης. Αφέθηκε ελεύθερος με εγγύηση 10.000 ευρώ, όμως η όλη υπόθεση πήρε τέτοια έκταση που φάνηκε ξεκάθαρα πως ήταν αδύνατον για τον παίκτη να συνεχίσει να φοράει τα ερυθρόλευκα. Παραήταν μεγάλο το βάρος, επικοινωνιακά και πρακτικά, οι αντιδράσεις είχαν λάβει τεράστια έκταση. Αρκετό καιρό αργότερα, το Συμβούλιο Πλημμελειοδικών Αθήνας θα αποφάσιζε την πλήρη απαλλαγή του για την υπόθεση, όμως η ζημιά είχε γίνει,
Από τους Πειραιώτες πήγε για λίγο στην Πόρτο, δανεικός, όμως η επιστροφή στην πατρίδα δεν τον βοήθησε να «καθαρίσει» το μυαλό του. Η εικόνα του ήταν ασύμβατη με επαγγελματία ποδοσφαιριστή, δεν πρόσεχε τίποτα, ούτε διατροφή ούτε φυσική κατάσταση. Οι «Δράκοι» τον έστειλαν πίσω στο Λιμάνι, ο Ολυμπιακός τον άφησε να φύγει, για το Κατάρ. Μακριά…

Στη συνέχεια, το όνομα του Ρουμπέν Σεμέντο ακούστηκε σποραδικά, πάλι κάθε άλλο παρά για καλό, με καταγγελίες συντρόφων του ότι βιαιοπράγησε εναντίον τους. Δεν υπήρξε πάντως κάποια νομική συνέχεια ως προς αυτά. Ποδοσφαιρικά ομιλώντας, στα 3 και πλέον χρόνια που έκατσε στο Κατάρ, ο Πορτογάλος αμυντικός αγωνίστηκε αναλογικά ελάχιστα και άλλαζε ομάδες συνεχώς, μην μπορώντας πουθενά να στεριώσει. Τουλάχιστον έβγαλε (μπόλικα) λεφτά – αν αυτό βέβαια είναι μια κάποια παρηγοριά για κανονικό ποδοσφαιριστή. Και να πώς φτάνουμε στο «τώρα», να προσπαθεί να πείσει ομάδα να τον εμπιστευτεί, η AVS δείχνει πως θα το τολμήσει.
Κανείς πάντως δεν περιμένει πλέον κάτι τρομερό. Ο άλλοτε αμυντικός των Ερυθρολεύκων χαράμισε όλα τα «κανονάκια ζωής» που είχε διαθέσιμα. Μένει μόνο ότι έκανε την αυτοκριτική του. Σε συνέντευξή του στη Marca το είχε θέσει ως εξής: ««Η αλήθεια είναι ότι χάθηκα, από τα 10 ευρώ πήγα στα 100 και χάθηκα με τους ανθρώπους που γνώρισα. Πάντα έλεγα ότι έφταιγα εγώ γιατί αποδεχόμουν αυτούς τους ανθρώπους να έρχονται στη ζωή μου. Δεν διάλεξα τους καλύτερους ανθρώπους για να είναι δίπλα μου, αλλά δεν λέω και το μετανιώνω. Με έκανε να μεγαλώσω και να μάθω». Έμαθε, ναι, αλλά με τι κόστος…
