Υπάρχει μια κατηγορία παικτών που μοιάζουν ότι δεν θα μάθουμε ποτέ το ταβάνι τους. Που δείχνουν ικανοί να παίξουν ακόμα και στο υψηλότερο επίπεδο, αλλά πάντοτε κάτι τους φρενάρει: Κακή εξωγηπεδική ζωή, λανθασμένη νοοτροπία, τραυματισμοί. Αν μη τι άλλο λοιπόν σε αυτή την κατηγορία μπορεί να μπει (για το τελευταίο σκέλος) ο Λιβάι Γκαρσία: Ένας παιχταράς που αναρωτιέσαι, όταν τον θυμάσαι στα ντουζένια του, πού θα μπορούσε να φτάσει αν δεν ήταν «γυάλινος».
Ακόμα κι αν δεν πέτυχε όμως την εκτόξευσή του, ακόμα κι αν δεν μπόρεσε ν’ αγωνιστεί σε μια από τις κορυφαίες λίγκες της Ευρώπης (όπως δεδομένα θα μπορούσε) ένα είναι σίγουρο: Ότι στο ελληνικό πρωτάθλημα ο επιθετικός από το Τρίνιταντ παραμένει παίκτης που μπορεί να κάνει τη διαφορά. Κι επειδή ήδη το έχει αποδείξει, είναι λογικό οι φήμες να φουντώνουν κάθε τόσο για το ενδεχόμενο επιστροφής του.
Πόσω μάλλον από τη στιγμή που στη Σπαρτάκ δεν φαίνεται να περνάει και τόσο καλά. Πριν καν φορέσει τη φανέλα της ρωσικής ομάδας υπήρξαν μουρμούρες. Διατυπώθηκαν αμφιβολίες για το αν άξιζε τα σχεδόν 20 εκατ. ευρώ που κόστισε η μεταγραφή του από την ΑΕΚ. Και τα αγωνιστικά του πεπραγμένα, αν και δεν τα λες άθλια, αλήθεια είναι πως δεν έχουν βοηθήσει στο να θεωρείται αναντικατάστατος.
Μετρώντας λοιπόν 5 γκολ και 1 ασίστ σε 15 αγώνες (και συνολικά 8 τέρματα σε 30 συμμετοχές) ο Γκαρσία δεν κάνει θραύση. Έχει ξεκινήσει καλύτερα φέτος και έχει σκοράρει σε ντέρμπι (όπως με τη Ντινάμο και την ΤΣΣΚΑ), ωστόσο συνεχίζονται οι φήμες γύρω από το όνομά του: Ότι τόσο η Σπαρτάκ, όσο και ο ίδιος δεν θα έβλεπαν με καθόλου κακό μάτι μια μετακίνησή του σε άλλη ομάδα.

Και εκεί ακριβώς αρχίζουν οι εύλογες συνδέσεις με την Ελλάδα: Όπως συμβαίνει διαχρονικά με οποιονδήποτε έχει αγαπηθεί στην ΑΕΚ, ακούστηκαν φήμες επιστροφής του. Αλίμονο, παρά τις ενστάσεις για τους συνεχείς τραυματισμούς του, έγραψε 56 γκολ και 27 ασίστ σε 160 αγώνες και υπήρξε καθοριστικός στην κατάκτηση του νταμπλ.
Παράλληλα ακούστηκε για τον ΠΑΟΚ. Δεδομένα θ’ αποτελούσε αναβάθμιση, αν σκεφτεί κανείς το ζήτημα των τελευταίων χρόνων με τα φορ και ότι βασικός αγωνίζεται ο Γιακουμάκης. Διαψεύστηκε ωστόσο από τον «δικέφαλο του Βορρά» ότι τίθεται οποιοδήποτε θέμα απόκτησής του. Όσο για τον Ολυμπιακό, κι εκεί θα μπορούσε να παίξει, αν δεν υπήρχαν ήδη τρεις (και μάλιστα ποιοτικοί) σέντερ φορ, όπως οι Ελ Κααμπί, Ταρέμι και Γιάρεμπτσουκ.
Η ομάδα όμως που επίσης παρουσιάζεται ως πιθανός προορισμός του αν αποφασίσει να γυρίσει στην Ελλάδα και θα μπορούσε να τον χρησιμοποιήσει ως το τελευταίο κομμάτι ενός εκρηκτικού παζλ στην επίθεση είναι ο Παναθηναϊκός. Ήδη το περασμένο καλοκαίρι οι «πράσινοι» φέρονται να ενδιαφέρθηκαν για την περίπτωσή του, με τα σχετικά δημοσιεύματα ν’ αναφέρουν ότι ο Ρούι Βιτόρια προτίμησε τον Σίριλ Ντέσερς.

Παρά την απόκτηση του Νιγηριανού ωστόσο και δεδομένης της μεταγραφής του Τετέι, μια πιθανή προσθήκη και του Γκαρσία θα απογείωνε τη γραμμή κρούσης του «τριφυλλιού». Γιατί σε μια τέτοια περίπτωση ο Λιβάι δεν θ’ αποτελούσε απλώς έναν από τους εν δυνάμει βασικούς για την κορυφή. Δεν θα συμπλήρωνε απλώς μια τετράδα επιθετικών για όλα τα γούστα (με Ντέσερς, Τετέι, Σφιντέρσκι). Με τη δυνατότητά του ν’ αγωνιστεί και στο δεξί άκρο, θα μπορούσε να βρεθεί στην ίδια ενδεκάδα με όλους τους άλλους.
Εξάλλου, «εξερράγη» αγωνιστικά με τη μετατροπή του από τον Ματίας Αλμέιδα σε φορ, ωστόσο νωρίτερα (αλλά σε κάποιες περιπτώσεις και μετά) είχε δώσει τα διαπιστευτήριά του και ως εξτρέμ. Αγωνίστηκε επίσης πολλές φορές και ως δεύτερος επιθετικός. Από μόνη της λοιπόν μια υποθετική συνύπαρξή του με τον Τετέι μοιάζει ονειρική. Δύσκολα συναντάς τέτοιο δίδυμο που να συνδυάζει εκτελεστική ικανότητα με ταχύτητα και φυσικά προσόντα.
Είτε λοιπόν με τον έναν στην κορυφή και τον άλλον στα δεξιά (αφού και ο Τετέι παίζει στα άκρα), είτε «πακέτο» στην επίθεση (σε ένα 4-4-2), μόνο συμπόνια μπορείς να εκφράσεις για την άμυνα που θα κληθεί ν’ αντιμετωπίσει ένα τέτοιο φονικό ζευγάρι…

