Ο δρόμος της αυτοκαταστροφής: 5 σούπερ ταλέντα που χάθηκαν στο απόγειο της καριέρας τους

Από τα ψηλά στα χαμηλά...

Το «πούλα ακριβά-αγόραζε φτηνά» είναι ένας βασικός κανόνας που διέπει τη χρηματιστηριακή αγορά. Βέβαια, δεν χρειάζεται να ασχολείται κανείς μόνο με μετοχές ή ομόλογα για να ακολουθήσει τη συγκεκριμένη -αγνώστου πατρός- ρήση. Πάνω-κάτω το ίδιο ισχύει και για το ποδόσφαιρο.

Εκτός βέβαια εάν είσαι η Αυτού Εξοχότης Πρίγκηψ Σουλτάν Μπιν Νάσερ Αλ Φαρφάν Αλ Σαούντ που τα φράγκα τα έχεις για στραγάλια. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, παίζεις με σφιχτό σαν αυγό μπάτζετ, οπότε περιπτώσεις σαν τις παρακάτω καλό είναι να αποφεύγονται. Το να δώσεις, δηλαδή, ένα καράβι λεφτά για την σούπερ ταλεντάρα και μετά να ψάχνεις για καλόγερο για να κρεμάσεις την υπερτιμημένη παλτουδιά σου.

Νέρι Καστίγιο

Στις πολλές ιστορίες που θα έχει να διηγηθεί ο Σωκράτης Κόκκαλης, ξεχωριστή θέση θα έχει εκείνη με τον Νέρι Καστίγιο. Και το πώς κατάφερε να πείσει τον πατέρα του να πιάσει λιμάνι στον Ολυμπιακό και –κυρίως- πώς «τσίμπησε» 15 εκατ. ευρώ για να τον μοσχοπουλήσει στη Σαχτάρ.

Ο Νέρι υπήρξε αδιανόητο ταλέντο, πολύ μεγαλύτερο από τα όρια του ελληνικού ποδοσφαίρου. Ωστόσο, ήταν (πώς να το θέσουμε κομψά) κομματάκι γλουτόπαιδο! Πεισματάρης και ανώριμος όταν δεν είχε την μπάλα στα πόδια, λατρεύτηκε από την εξέδρα, αλλά ήταν μόνιμη πηγή πονοκεφάλου για προπονητές και αποδυτήρια. Δεν έμπαινε σε κανένα καλούπι και τελικά (μετά από απίστευτες εμφανίσεις στο Κόπα Αμέρικα) αποφάσισε να μετακομίσει.

Κάτι το κρύο, κάτι η νοσταλγία του τρίπτυχου «ήλιος-θάλασσα-λαός του θρύλου» που απολάμβανε στην Ελλάδα, ο Νέρι κάπου εκεί άρχισε σιγά-σιγά να το… παρατάει το σπορ. Οι επόμενες ομάδες του αλλά και στυλιστικές επιλογές τύπου «κουνάβι στο μαλλί» άφησαν μια τελευταία εικόνα πολύ διαφορετική από εκείνη του ασταμάτητου «κακομαθημένου» που μάθαμε στην Ελλάδα.

Φρέντι Αντού

Έτσι όπως τα υπολόγιζαν οι Αμερικανοί στο μυαλό τους, μετά την αποτυχία στο Μουντιάλ του 2006, θα επέστρεφαν τέσσερα χρόνια πιο δυνατοί από ποτέ. Θα στήριζαν, υποτίθεται, την ομάδα σε ένα παιδί που στα 14 του είχε γίνει ο νεότερος αθλητής της χώρας που υπέγραφε επαγγελματικό συμβόλαιο. Το δυναμικό του Φρέντι Αντού σε τόσο μικρή ηλικία συγκρινόταν από τους αναλυτές μόνο με εκείνο του Πελέ. Ένας θρύλος είχε γεννηθεί, αλλά την ίδια ώρα ένας ποδοσφαιριστής «πέθαινε». Ο Αντού τελικά δεν τα κατάφερε το 2006, ούτε το 2010, ούτε το 2014 και μάλλον δεν θα το κάνει ούτε το 2020.

Ίσως κανένας άλλος ποδοσφαιριστής στην ιστορία δεν έκανε τη διαδρομή «ταλέντο-παλτουδιά» πιο γρήγορα από αυτόν. Μετά την Μπενφίκα (που ακόμα κλαίει τα λεφτά της για τον νέο Πελέ), ο Αντού μεταβλήθηκε σε έναν πραγματικό γυρολόγο που αναγκαζόταν να περνά δοκιμαστικά για να βρει ένα συμβόλαιο της πλάκας. Μεταξύ άλλων, πέρασε και από τον Άρη, όπου δεν μπόρεσε να φτάσει ούτε στο νυχάκι του Μίμη του Μπενίσκου.

Κέρλον

Το 2005 η Βραζιλία αναδεικνύεται πρωταθλήτρια Νοτίου Αμερικής στις ηλικίες Κ-17 και στον κόσμο δεν υπάρχει καμία αμφιβολία για το ποιος είναι ο ηγέτης της. Ένας τύπος που βλέπει τον κόσμο από το 1,65, έχει όσο μπόι του λείπει σε περίσσιο ταλέντο. Με 8 γκολ είναι ο πρώτος σκόρερ και MVP της διοργάνωσης. Λέγεται Κέρλον, αγωνίζεται στην Κρουζέιρο κι έχει δημιουργήσει αίσθηση με τον μοναδικό (και λίγο καραγκιόζικο εδώ που τα λέμε) τρόπο που ντριπλάρει.

Τον φωνάζουν «Φώκια», επειδή παίζει ακριβώς έτσι. Σηκώνει την μπάλα στο κεφάλι και με μικρές διαδοχικές κεφαλιές, περνάει όποιον βρίσκει μπροστά του. Εκτός από αποτελεσματικό, αυτό το στυλ παιχνιδιού είναι και τρομερά εκνευριστικό για τους αντίπαλους αμυντικούς.

Ωστόσο δεν ήταν τα χτυπήματα που δεχόταν στο γήπεδο αυτά που τον τελείωσαν ποδοσφαιρικά. Τα γόνατά του αποδεικνύονται πιο εύθραυστα κι από κρύσταλλο. Η Ίντερ καταλαβαίνει γρήγορα πως πέταξε τα λεφτά της, ο Άγιαξ τον βάζει να παίξει με τους νέους και από εκεί και πέρα ξεκινά η ελεύθερη πτώση. Ο Κέρλον ταξιδεύει σε απίθανα (ποδοσφαιρικά) μέρη, όπως η Ιαπωνία, οι ΗΠΑ ή ακόμα και η Μάλτα. Ο απόλυτος πάτος ήρθε όταν μέχρι και η Μπικιρκάρα τον απέρριψε, με αποτέλεσμα απ’ τα 29 του κιόλας να θεωρείται παλαίμαχος.

Τζιανλουΐτζι Λεντίνι

Στις αρχές της δεκαετίας του ’90 η Μίλαν ήταν μια από τις κορυφαίες ομάδες του κόσμου, όπως μαρτυρούσαν τα δύο κολλητά Κύπελλα Πρωταθλητριών που είχε κατακτήσει. Παράλληλα, είχε και τον Μπερλουσκόνι στα… ντουζένια του. Να μην αφήνει μπούνγκα πάρτι για μπούνγκα πάρτι, αλλά και καλό παίκτη που να μην σπρώχνει «μαρούλι» για να τον αποκτήσει. Ο Λεντίνι ήταν η τελευταία «τρέλα» του, που κόστισε 13 εκατ. λίρες, ένα ποσό που το 1992 αποτέλεσε την πιο ακριβή μεταγραφή στην ιστορία του ποδοσφαίρου.

Δυστυχώς ο 23χρονος, τότε, Τζανλουΐτζι είχε ένα τροχαίο ατύχημα που άλλαξε τα πάντα.

Όταν συνήλθε από το κώμα μετά από δυο μέρες, όλοι ανάσαναν ανακουφισμένοι που ήταν καλά. Ποδοσφαιρικά, όμως, είχε τελειώσει. Η ταχύτητα, το αέρινο στυλ και η απίστευτη ντρίπλα του είχαν εξαφανιστεί, αφήνοντας πίσω τους κάποιον στον οποίο μπορούσες να διακρίνεις -αχνά πια- την υψηλή ποιότητα και το ταλέντο, αλλά όχι τη δυνατότητα να βγάζει αυτά τα στοιχεία στο γήπεδο. Στη λίστα με τα μεγάλα χαμένα ταλέντα ο Λεντίνι είναι μια πολύ πικρή ιστορία.

Κεϊρίσον

Το καλοκαίρι του 2009 η Μπαρτσελόνα ψάχνει στη Νότιο Αμερική για να βρει έναν σπουδαίο επιθετικό. Κι ενώ ο Φαλκάο (που τελικά πήγε στην Πόρτο) κοστίζει μόλις 3,9 εκατ. ευρώ, ο Λαπόρτα αποφασίζει να δώσει 14 για τον Κεϊρίσον. Αποδείχτηκε ένα από τα μεγαλύτερα λάθη της θητείας του. Ο Βραζιλιάνος μένει για 6 μέρες παίκτης των μπλαουγκράνα πριν φύγει ως δανεικός στην Μπενφίκα. Εκεί δύο παίκτες που αμφότεροι αγωνίστηκαν αργότερα με τη φανέλα του Ολυμπιακού (Καρντόσο και Σαβιόλα) τον αφήνουν μονίμως εκτός 11άδας.

Είναι τόσο απογοητευμένος που μέσα σε 3 χρόνια αλλάζει 5 ομάδες χωρίς να δει προκοπή (ή θέση βασικού). Μάλιστα την περίοδο που τεχνικός των ερυθρολεύκων είναι ο Ζίκο, «ψήνει» τον Κόκκαλη για να τον φέρει στην Ελλάδα. Ο Σώκρατες απαντά αρνητικά και η συνέχεια της καριέρας του Κεϊρίσον τον δικαιώνει απόλυτα. Ένα προβληματικό γόνατο, αλλά κυρίως το βάρος των προσδοκιών που δεν άντεξε να σηκώσει, «τελειώνουν» σιγά-σιγά τον Βραζιλιάνο. Στα 20 του είχε έρθει πρώτος σκόρερ του πρωταθλήματος και μετά από μόλις μία πενταετία έφτανε στο σημείο να ξεσπά σε δάκρυα επειδή έβαζε γκολ μετά από 744 στείρες μέρες…

Ωστόσο η δική του περίπτωση κρύβει και μια οικογενειακή τραγωδία. Μια υπενθύμιση πως στη ζωή υπάρχουν πολύ πιο σημαντικά πράγματα ακόμη κι από ένα ταλέντο που πάει χαμένο. Πράγμα που αποδείχτηκε με τον χειρότερο δυνατό τρόπο όταν το 2015 ο Βραζιλιάνος έλαβε την πιο θλιβερή είδηση που θα μπορούσε να έχει ένας πατέρας. Τον θάνατο του ηλικίας μόνο 2 ετών γιου του από το φονικό χτύπημα ενός ιού…