Προσοχή! Ακολουθεί ΓΙΓΑΝΤΙΑΙΟ κλισέ. Για την ακρίβεια, αν υπήρχε αστυνομία των κλισέ, τότε θα ξεκινούσε άμεσα έρευνα για αυτό που ακολουθεί: στην Ελλάδα τα πάντα λειτουργούν με μέσο, φίλε αναγνώστη (βλέμμα προβληματισμού και αγανάκτησης μαζί).
Ας τα πούμε λοιπόν έξω από τα δόντια: όχι, στην Ελλάδα ΔΕΝ λειτουργούν τα πάντα με μέσο. Αυτό είναι ένα χαζό κλισέ που απλά μας βολεύει να ισχύει. Και αυτό το καταραμένο κλισέ χώθηκε και (που αλλού;) στο ποδόσφαιρο.
Πάντα λοιπόν, άπειροι οπαδοί ελληνικών ομάδων όταν βλέπουν μια ποδοσφαιρική επιλογή που δεν κατανοούν, όταν ένας παίκτης που οι ίδιοι δεν γουστάρουν παίζει στην ομάδα τους, έχουν έτοιμη την απάντηση: πρόκειται περί βύσματος!
Συνήθως έχουμε να κάνουμε με κλασική περίπτωση αμπαλοσύνης. Συνήθως ο παίκτης αξίζει εντελώς τελείως να αγωνίζεται και απλά το να τον βαφτίζουμε «βύσμα» έχει να κάνει απλά με το ότι δεν το καταλαβαίνουμε εμείς…
Ακολουθούν πέντε κλασικές τέτοιες περιπτώσεις:
Νταβίδ Φουστέρ
Όταν το καλοκαίρι του 2010 είχε έρθει στον Ολυμπιακό ήταν ένα όνομα εξαιρετικά αντι-εμπορικό σε σχέση με τα υπόλοιπα που είχαν «σκάσει» στο λιμάνι εκείνο το καλοκαίρι. Άπαντες εκνευριζόντουσαν και μόνο στο άκουσμα του ονόματός του, πίστευαν ότι ο Ισπανός ήταν απλά το χαϊδεμένο παιδί του Βαλβέρδε.
Τελικά, έκλεισε όλα τα στόματα. Ο Ολυμπιακός εξελίχθηκε σε μια ομάδα που άλλαζε παίκτες με ιλιγγιώδεις ρυθμούς και κάθε καλοκαίρι είχε άλλο κορμό, αλλά ο Φουστέρ έμενε σταθερός για έξι χρόνια. Μάλλον δεν ήταν και τόσο βύσμα…
Άγγελος Χαριστέας
Την εποχή του Ότο Ρεχάγκελ, η Εθνική Ελλάδος είχε κατηγορηθεί ως «κλειστό κλαμπ». Μεταξύ μας, δεν είχαν και πολύ άδικο εκείνοι που το έλεγαν αυτό. Ωστόσο αυτό δεν σήμαινε πως η τακτική του Γερμανού ήταν και λανθασμένη.
Το «λάθος» που ποτέ δεν συγχωρήθηκε στον Γερμανό, όμως, ήταν ότι σε αυτό το «κλειστό κλαμπ» έπαιζε πάντα ο Χαριστέας. Δεν τον πήγαινε καθόλου ο κόσμος τον Άγγελο. Κι όμως, εκείνος σκόραρε διαρκώς. Όσο έπαιζε, την έκανε την δουλειά του. Έβαζε γκολ και τα έβαζε με το τσουβάλι. Το στίγμα του βύσματος όμως δεν έφυγε ποτέ από πάνω του. Εντελώς άδικα…
Κόφι Αμπονσά
Ο Γκανέζος έχει καταφέρει να παίξει σε τρεις από τις μεγαλύτερες ομάδες της Ελλάδας και παρ’ όλα αυτά όλοι να πιστεύουν πως είναι άμπαλος μεγατόνων. Βασικά, ο στόπερ που πολλές φορές έπαιζε και δεξί μπακ ήταν η αδυναμία του Ντούσαν Μπάγεβιτς, ο οποίος τον πήρε μαζί του από τον Ολυμπιακό στον ΠΑΟΚ και από τον ΠΑΟΚ στην ΑΕΚ. Εντάξει, δεν ήταν και καμιά σούπερ παιχτάρα ο καημένος ο Αμπονσά, αλλά όπως και να το κάνουμε ήταν ένα τίμιο στόπερ. Σε καμία ομάδα υψηλού επιπέδου δεν θα ξεκινούσε βασικός, αλλά θέση σε αυτά τα ρόστερ ψιλοδικαίως είχε.
Άγγελος Μπασινάς
Ήταν μια περίοδος που όλη η Λεωφόρος γκρίνιαζε για το γεγονός ότι ο Μπασινάς έπαιζε βασικός στον Παναθηναϊκό. Αποτελούσε, μαζί με τον Γκούμα, τον μοναδικό παίκτη της «ομάδας της Ριζούπολης» που είχε μείνει στον Παναθηναϊκό και όλοι θεωρούσαν πως το γεγονός ότι παίζει τον μετατρέπει αυτόματα και σε βύσμα.
Ταυτόχρονα βέβαια, έβριζαν και την οικογένεια Βαρδινογιάννη που είχε διώξει όλους τους παίκτες της Ριζούπολης. Η τάση εκείνη ήταν πολύ έντονη για μια περίοδο: ο Μπασινάς θεωρούνταν από πολλούς οπαδούς του Παναθηναϊκού ο ευννοημένος της οικογένειας.
Όταν έφυγε, βέβαια, ο Παναθηναϊκός έκανε χρόνια να ξαναβρεί χαφ σαν αυτόν: έπρεπε να έρθει ο Τζιλμπέρτο Σίλβα για να αναπληρωθεί ο Μπασινάς.
Κώστας Μανωλάς
Το επίθετό του ήταν βαρύ σαν ιστορία για την ΑΕΚ. Και στα πρώτα του παιχνίδια με την κιτρινόμαυρη δεν έβγαζε και ακριβώς μάτια. Ο Μανωλάς ήταν ένας πιτσιρικάς, άπειρος στόπερ που στο κέντρο της άμυνας η απειρία του έκανε μπαμ. Και όλη η κερκίδα είχε βγάλει το πόρισμα για το γιατί παίζει.
Θέλει και ρώτημα; Εξαιτίας του θείου του. Η μετέπειτα εξέλιξή του φυσικά έχει κάνει κάθε αντίστοιχη συζήτηση να θεωρείται άκυρη πλέον. Αλλά τότε, μόνο πανό που να τον αποκαλεί δημοσίως βύσμα δεν είχε αναρτηθεί κάποτε στο ΟΑΚΑ.