Με τέτοια... ζέστη δεν αγοράζεις Μάξι

Ειδικά ο Παναθηναϊκός, που έχει καεί από τις περιπτώσεις τύπου Εσιέν και Λεντέσμα, δεν θα έπρεπε να σκέφτεται καν να επαναλάβει το ίδιο λάθος «επενδύοντας» σε τιμημένα γηρατειά. Ακόμη κι είναι σε ο Μάξι Ροντρίγκες.

Η κατάσταση στον ποδοσφαιρικό Παναθηναϊκό είναι λίγο-πολύ γνωστή. Τα λάθη στην στελέχωση της ομάδας οδήγησαν στο φιάσκο της περσινής σεζόν όταν το διαφημισμένο ως «καλύτερο ρόστερ των τελευταίων ετών» αποδείχτηκε θηλιά που αφού έπνιξε μια χρονιά, απειλεί και τις επόμενες. Μια κατάσταση που έχει αντίκτυπο στον φετινό σχεδιασμό ο οποίος περίπου αναγκαστικά θα υλοποιηθεί είτε με ελεύθερους είτε με δανεικούς ποδοσφαιριστές.

Το τελευταίο όνομα που γράφτηκε σχετικά με τις μεταγραφικές εξελίξεις του τριφυλλιού ήταν αυτό του Μάξι Ροντρίγκες. Πριν καλά-καλά στεγνώσει η μελάνη πάντως το ενδιαφέρον ατόνησε καθώς ο Μαρίνος Ουζουνίδης έκρινε πως ο Αργεντινός δεν θα μπορούσε να υπηρετήσει το πλάνο που έχει ο ίδιος στο μυαλό του.

Μεγάλος μεν, αλλά σε όλα του ο Μάξι

Ασφαλώς τους λόγους τους γνωρίζει καλύτερα από όλους ο Έλληνας τεχνικός. Πολλοί θεωρούν πως η αρνητική στάση του δεν έχει να κάνει με την αγωνιστική κατάσταση του υποψήφιου στόχου. Ότι δηλαδή δεν πρόκειται ούτε για πρώην (επί της ουσίας) ποδοσφαιριστή, όπως ήταν ο Εσιέν, ούτε για παίκτη χαμηλότερου επιπέδου και… ταχύτητας, σαν τον Λεντέσμα τον οποίο είχε κόψει ο Ουζουνίδης τις πρώτες μέρες που ανέλαβε τις τύχες της ομάδας.

Οι 36 συμμετοχές και τα 7 γκολ πέρσι στην Αργεντινή μαρτυρά πως ακόμη και λίγο πριν τα 37 ο Μάξι θυμίζει αρκετά το «κτήνος» που θαυμάσαμε με φανέλες σαν εκείνες της Ατλέτικο Μαδρίτης ή της Λίβερπουλ. Αυτό, όμως, δεν αλλάζει την ημερομηνία γέννησής του που παραμένει η 2η Ιανουαρίου του 1981. Γεγονός που δεν μπορεί να περάσει απαρατήρητο και να μην ληφθεί υπόψιν, ανεξάρτητα από την αγωνιστική κατάσταση ή τη φόρμα που διανύει. Ή την δεδομένη «κάψα» του να δει ο οποιοσδήποτε φίλαθλος έναν τέτοιον παιχταρά να φορά τη φανέλα της ομάδας του.

Τα λεφτά είναι πρόβλημα, οι δανεικοί επίσης

Δυστυχώς, όμως, δεν είναι το μόνο. Όταν δεν υπάρχουν χρήματα, περιορίζονται οι διαθέσιμες επιλογές. Μειώνεται το pool από το οποίο μπορείς να τραβήξεις κάποιο λαχείο και αναγκαστικά στρέφεσαι στους άλλους δύο υπαρκτούς δρόμους. Τους ελεύθερους και τους δανεικούς. Το πρόβλημα είναι πως συνήθως αυτοί έρχονται με σύντομη ημερομηνία λήξης. Οι περιπτώσεις των Εμποκού και Κλωναρίδη είναι απολύτως χαρακτηριστικές. Με τον Ουζουνίδη στον πάγκο έβγαλαν το καλύτερο δυνατό πρόσωπό τους. Βοήθησαν στην αποκλιμάκωση της εφιαλτικής κατάστασης που άφησε πίσω του ο Στραματσόνι, αλλά μέχρι εκεί. Όταν ο δανεισμός τους ολοκληρώθηκε, αποχώρησαν κι αναζήτησαν τον επόμενο σταθμό της καριέρας τους λόγω της αδυναμίας στην εξεύρεση του απαιτούμενο ρευστού που θα τους διατηρούσε στο ρόστερ. Δεν υπήρχαν, δηλαδή, στον σχεδιασμό της επόμενης μέρας, παρά μόνο στη θεωρία.

Κάτι αντίστοιχο συνοδεύει και αρκετούς από τους ελεύθερους παίκτες

Όπως και να το κάνουμε, το να βρεις παίκτη που να μην δεσμεύεται με συμβόλαιο, να μην είναι προχωρημένης ηλικίας, να μην έχει ιστορικό τραυματισμών και να προτιμήσει να ρίξει τα μούτρα του στην Ελλάδα δεν είναι και το πιο εύκολο πράγμα στον κόσμο. Η κατάσταση σε οδηγεί επομένως σε περιπτώσεις με κάποιο ρίσκο, το οποίο μπορεί να είναι ελεγχόμενο (μέσα από το σκάουτινγκ του παίκτη) αλλά παραμένει υπαρκτό. Οπότε φαντάζει μάλλον αναμενόμενο ένας τεχνικός με το προφίλ του σημερινού προπονητή του τριφυλλιού να προσπαθεί να το ελαχιστοποιήσει μέσα από τις επιλογές του.

Ευτυχώς για τον Παναθηναϊκό ο Ουζουνίδης δεν διαφέρει από τον προκάτοχό του μόνο σε ό,τι αφορά την δεδομένη ανωτερότητά του σε θέματα τακτικής. Ο παλιός παίκτης της ομάδας διαθέτει και όραμα για την επόμενη μέρα, κάτι που ακόμη και η διοίκηση με τα λάθη της και τις υπερεξουσίες που είχε παραχωρήσει στον Ιταλό έδειχνε να αγνοεί.

Στο τέλος της επόμενης περιόδου θα γίνει ταμείο

Θα κάνει ταμείο κυριολεκτικά, βλέποντας αν τελικά μειώθηκαν οι υποχρεώσεις της ομάδας. Θα κάνει ταμείο αγωνιστικά, κρίνοντας αν επιτεύχθηκαν οι στόχοι της σεζόν (όποιοι κι αν είναι αυτοί). Αλλά θα κάνει και το ταμείο της επόμενης μέρας. Ψάχνοντας τι κληρονομιά θα αφήσει η παρούσα χρονιά στην επόμενη. Και για να καταλάβουν όλοι πόσο σημαντικό είναι αυτό το τελευταίο για κάθε σύλλογο, καλό είναι να σκεφτούν τι ακριβώς συνέβη φέτος το καλοκαίρι. Από τα λίγα πράγματα που κράτησαν όρθια την ομάδα και επιτρέπουν (συγκρατημένη έστω) αισιοδοξία, ήταν η διατήρηση των 7/11 των βασικών παικτών του τριφυλλιού. Ενός θεμελίου πάνω στο οποίο μπορεί να χτίσει κανείς για να ανέβει λίγο ψηλότερα.

Και ακόμη δεν έχει βρεθεί χτίστης που να μπορεί να το κάνει με δανεικά ή παρωχημένα υλικά. Χρειάζονται προσθήκες με προοπτική, ακόμη κι αν υπάρχει ο κίνδυνος αστοχίας υλικού, που λέγαμε και στον στρατό. Και για να παραμείνουμε στη χρήση στρατιωτικών όρων, τροχειοδεικτικό των προθέσεων φέτος είναι η υπόθεση Λουτσιάνο. Χωρίς να δαπανηθούν πάρα πολλά χρήματα, σε πολύ καλή ποδοσφαιρική ηλικία, διψασμένος και με συμβόλαιο που μαρτυρά την εμπιστοσύνη που του δείχνουν στην Ελλάδα. Ασφαλώς αποτελεί και αυτός ρίσκο. Μπορεί όμως να εξελιχθεί σε σημείο αναφοράς και αύριο-μεθαύριο σε επένδυση. Κάτι που δεν συμβαίνει ούτε με τους δανεικούς ούτε με περασμένης ηλικίας ποδοσφαιριστές. Όσο καλό πρόσωπο κι αν δείξουν, οι πιθανότητες παραμονής τους και εισαγωγής τους σε ένα μεσομακροπρόθεσμο πλάνο είναι λιγοστές.

Όχι στο ράβε-ξήλωνε

Ο σημερινός Παναθηναϊκός δεν μπορεί όμως να είναι ομάδα μιας χρήσης ή μιας σεζόν. Όσο κι αν η πίεση για άμεση επιτυχία είναι υπαρκτή, το πραγματικό στοίχημα είναι να μπορεί να προοδεύει και να αναπτύσσεται αγωνιστικά. Προσθέτοντας στο ρόστερ του παίκτες στους οποίους να μπορεί να υπολογίζει σε βάθος χρόνου και να μην καταφεύγει κάθε καλοκαίρι στη λογική του ράβε-ξήλωνε. Παίκτες που θα αποκτούν τη χημεία και το δέσιμο που θα τους επιτρέπει να μένουν ομάδα και να δείχνουν χαρακτήρα και όχι τάσεις φυγής όταν θα έρχονται τα δύσκολα.