Αν πάρει Πούκι φτιάχνει ομάδα, αν πάρει Τσάβες φτιάχνει τον κόσμο

Αν ο Πούκι συμβολίζει την ασφάλεια που προσφέρει μια σύζυγος, ο Τσάβες αντιστοιχεί σε μια παράνομη, τυχοδιωκτική, σχέση. Η επιλογή ανάμεσα στα δύο είναι πολύ εύκολη για τον σημερινό Παναθηναϊκό

Η τελική δυάδα επιλογής αποτελείται από έναν Φινλανδό και έναν Αργεντίνο. Ένα αντίστοιχο δίλημμα στο μπάσκετ είναι να πάρω Σέρβο ή… Εγγλέζο; Η βιτρίνα όμως δεν είναι πάντα εκεί για να κατευθύνει, αλλά και για να αποπροσανατολίζει.

Ο Αντρές Τσάβες είναι μια χαρά παίκτης για να μαζέψει πράσινα κασκόλ στο αεροδρόμιο και να φωτογραφηθεί με ένα τέτοιο, μόλις πατήσει στα Σπάτα. Με θητεία στην Μπόκα Τζούνιορς και στην τρεις φορές νικήτρια του Κόπα Λιμπερταδόρες, Σάο Πάουλο, αν μη τι άλλο διαθέτει το βιογραφικό για να θρέψει τίτλους «πράσινης αντεπίθεσης». Εκτός αυτού διαθέτει και το ταμπεράμεντο που απαιτείται για να γίνει με συνοπτικές διαδικασίες ο αγαπημένος της εξέδρας. Το πάθος με το οποίο πανηγυρίζει τα γκολ του είναι ενδεικτικό της έντασης με την οποία ζει τους αγώνες. Είναι ο τύπος του παίκτη που «μιλάει» ανυπόκριτα στο θυμικό των οπαδών. Αβίαστα και πηγαία.

Μιλάμε άλλωστε για έναν βέρο Λατίνο, σε αντιδιαστολή με έναν «ψυχρό» βορειοευρωπαίο. Για τα εισιτήρια διαρκείας μοιάζει πιο κατάλληλος ο πρώτος. Πιθανότατα όχι όμως για την εύρυθμη λειτουργία της ομάδας και την εκπλήρωση των στόχων της. Διότι κάπου εδώ ξεκινούν οι αστερίσκοι, οι οποίοι συνοδεύουν την καριέρα του Αντρές Τσάβες.

Ο Παναθηναϊκός χρειάζεται ένα καθαρό «9αρι», τον παίκτη που θα καλύψει – όσο δύσκολο κι αν μοιάζει αυτό – το κενό του Μάρκους Μπεργκ. Ο 26χρονος Αργεντίνος όμως έκανε ως αριστερός εξτρέμ τα καλύτερα παιχνίδια του στην Μπάνφιλντ και ως τέτοιος μεταγράφηκε στην Μπόκα Τζούνιορς το 2014. Αυτό το ρόλο είχε στο 4-3-3 των «σεϊνέσες», όπου απέτυχε να καθιερωθεί. Το παιχνίδι με πλάτη το τέρμα δεν είναι το φόρτε του. Όταν το 2016 ο Γκιγέρμο Μπάρος Σελότο ανέλαβε την τεχνική ηγεσία της Μπόκα, ο Τσάβες δόθηκε δανεικός στη Σάο Πάουλο και εκεί δοκιμάστηκε στην κορυφή της επίθεσης, ως αντικαταστάτης του Λουίς Φαμπιάνο, που είχε φύγει για την Κίνα.

Ξεκίνησε εντυπωσιακά, πετυχαίνοντας κάποια δύσκολα γκολ, η συνέχεια όμως δεν ήταν ανάλογη. Στις οχτώ πρώτες εμφανίσεις του μάτωσε πέντε φορές το πλεχτό, έκτοτε έμεινε όμως 723 λεπτά άσφαιρος στο πρωτάθλημα και όταν τον περασμένο Μάιο ξεκίνησε η νέα σεζόν ήταν εκτός πλάνων του Ντοριβάλ Τζούνιορ. Έπαιξε μόλις τέσσερα λεπτά στις 10 αγωνιστικές του νέου βραζιλιάνικου πρωταθλήματος και από τα τέλη Ιουνίου, που έληξε ο δανεισμός του, ανήκει ξανά στην Μπόκα. Παρότι έχει ενημερωθεί ότι δεν υπολογίζεται, θέλει να μείνει και να παλέψει για μια δεύτερη ευκαιρία σε αυτήν που χαρακτηρίζει ξανά και ξανά ως ομάδα της καρδιάς του.

Προφανώς κάποιο λάκκο έχει η φάβα. Βάσει ικανοτήτων μάλλον υπερβαίνει τα στάνταρ του ελληνικού πρωταθλήματος, αλλά οι πληροφορίες από την Αργεντινή κάνουν λόγο για έναν περίεργο χαρακτήρα. Το εκρηκτικό ταμπεραμέντο που λέγαμε είναι στην περίπτωση του ένα νόμισμα με διπλή όψη.

Δεν θεωρείται αυτό που λέμε «παίκτης ομάδας», συχνά-πυκνά επιλέγει μια εξεζητημένη ντρίπλα από μια εύκολη πάσα, ενώ η θερμοκρασία του αίματός του ορίζει ενίοτε και τις αντιδράσεις του. Θα γκρινιάξει όταν δεν θα παίξει, θα μανουριάσει όταν προκληθεί από αντίπαλο. Στην καριέρα του σε Μπόκα και Σάο Πάουλο έχει περισσότερες κίτρινες κάρτες (20) από ασίστ (12).

Το μείγμα μοιάζει εκρηκτικό για έναν παίκτη τέτοιας ψυχοσύνθεσης που θα περάσει για πρώτη φορά τον Ατλαντικό. Υπό τον κίνδυνο να αναπολεί το «Μπομπονέρα» και να… τυφλωθεί από τα φώτα της παραλιακής, στην προσπάθεια να προσαρμοστεί σε ένα τελείως διαφορετικό περιβάλλον. Ακόμα και αν υποθέσουμε ότι ο Τσάβες μπορεί να υποστηρίξει το αγωνιστικό πλάνο ως αιχμή στο 4-4-1-1 (υπόθεση που είναι πάντως αυθαίρετη), η περίπτωση απόκτησης του συνιστά μια βουτιά στο άγνωστο με βάρκα την ελπίδα.

Ενώ με τον Τέεμου Πούκι ξέρεις ακριβώς τι παίρνεις. Το «δωράκι» δεν κρύβει εκπλήξεις – δυσάρεστες ή μη – κάτω από το περιτύλιγμα. Έναν τίμιο «βιοπαλαιστή» της μπάλας, που βίωσε την απόρριψη από μεγάλα club (Σάλκε, Σέλτικ), αλλά δεν έχασε το δρόμο. Βρήκε την Ιθάκη του στη Δανία, όπου καθιερώθηκε ως σέντερ φορ (στο 4-2-2 πάντως), σκοράροντας περίπου ένα γκολ ανά δυο παιχνίδια κατά μέσο όρο με την Μπρόντμπι (128/56). Έχει παίξει και στις πτέρυγες (σε αντίθεση με τον Τσάβες μπορεί και δεξιά) και σε ρόλο επιτελικού χαφ, το βιογραφικό του όμως το έφτιαξε για τα καλά ως παίκτης περιοχής και αρχισκόρερ της Μπρόντμπι.

Στη μεγαλύτερη βραδιά της καριέρας του έως τώρα, «υπέγραψε» με χατ-τρικ τον ταπεινωτικό αποκλεισμό της Χέρτα (3-1) από τους ομίλους του Γιουρόπα Λιγκ, πέρσι τέτοια εποχή, στη ρεβάνς του 1-0 του Βερολίνου. Στο πρωτάθλημα έβαλε 20 γκολ σε 34 αγωνιστικές (φέτος έχει δύο σε πέντε), βοηθώντας την Μπρόντμπι να τερματίσει μόνο πίσω απ’ την Κοπεγχάγη.

Ο Παναθηναϊκός δεν έχει την πολυτέλεια να τζογάρει. Έχει άμεση ανάγκη από έναν ηγέτη στην επίθεση του και οι οικονομικές συνθήκες δεν επιτρέπουν πειραματισμούς. Ο Πούκι δεν θα μαγέψει – αυτό είναι σίγουρο – την πράσινη εξέδρα, αλλά το ξέρεις ότι θα έρθει να βγάλει με επαγγελματισμό και αφοσίωση του ψωμί του. Συμβολίζει, δίκην παρομοίωσης, τη «νόμιμη» και σώφρονα επιλογή, την ασφάλεια που προσφέρει μια σύζυγος. Απέναντι σε αυτήν, η τυχοδιωκτική «παράνομη» περιπετειούλα που… ενσαρκώνει ο Τσάβες. Και για τον ΠΑΟ αυτό που προέχει ασφαλώς στο συγκεκριμένο timing είναι να «παντρευτεί» έναν επιθετικό και όχι να… ερωτοτροπήσει μαζί του.